Σαν σήμερα, στις 12 Μαρτίου 1863, γεννήθηκε ο Ιταλός ποιητής, πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας Γκαμπριέλε ντ'Ανούντσιο. Πολέμησε ως εθελοντής στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο κι αργότερα ασπάστηκε τον φασισμό. Αυτό είναι ένα μελανό σημείο της προσωπικής του ιστορίας που δε θέλουμε να θυμόμαστε. Το έργο του όμως υπήρξε σημαντικό. Θα γνωρίσουμε ένα από τα πιο συγκινητικά του ποιήματα, με τον τίτλο "Ο νόθος"!
Ο νόθος-ΓΚΑΜΠΡΙΕΛΕ ΝΤ'ΑΝΟΥΝΤΣΙΟ
Ι
Ήταν ένας νόθος.Στο τραχύ του βλέμμα
έκαιγαν φλόγες μίσους αγριεμένου,
όμοιες μ'αχτίδες ματωμένης δύσης
μες το βυθό νερού κιτρινισμένου.
Ωχρός,λιγνός,εις το κεφάλι λίγες
κόκκινες τρίχες είχε αριά σπαρμένες
και του κορμιού οι χοντρές γραμμές φαινόνταν
σαν με πελέκι νάτανε κομμένες.
Μα ποιος τον άγριον έρωτα γνωρίζει,
ποιος τον Ωκεανό τα δάκρυα ξέρει
που τη φτωχή καρδιά μου βασανίζει;
όταν στη βάρκα τ'αγεράκι φέρνει
στου φεγγαριού τη μέθη κύμα πόθου
που τη γαλήνη της ψυχής μου παίρνει;
ΙΙ
Κανείς. Εκείνη διάβαινε γελώντας,
ηλιόλουστη στ'ολόξανθο ακρογιάλι,
στον έρωτα τα στήθη της πετώντας,
με τα μαλλιά απλωτά στο μαϊστράλι.
Τρελή από νιάτα,τα γλαυκά της μάτια
-που'ναι καθρέφτης τ'ουρανού-γεμίζουν
φαντάσματα και στο γαλάζιο κύμα
ύμνοι μεθυστικοί γύρω βουίζουν.
Στενάζοντας του κάκου και βογγώντας,
έστεκε μες τη βάρκα μαζωμένος
ο νόθος,το κεφάλι του κρατώντας.
-Εμπρός,τα δίχτυα! ο καπετάνιος λέει
και μια κλωτσιά του δίνει. Το τραγούδι
αντιλαλεί μακριά ενώ αυτός κλαίει.
ΙΙΙ
Κι έλεγε το τραγούδι: "Μες τα βάθη
των πράσινων νερών που οι Μοίρες ζούνε,
σ'ένα σπιτάκι μέσα από κοράλλι
οι νιες οι ερωτεμένες κατοικούνε..."
Κι έλεγε το τραγούδι."Μες τα βάθη
των γαλανών νερών είναι χτισμένη
μυριόχρωμη σπηλιά μέσα σε πέτρα
για κάθε κορασιάν ερωτεμένη".
Ο νόθος συλλογίζετο: "Είμαι σκύλος!
για μένα δεν υπάρχει φιλί ή χάδι,
είμαι σκυλί,κανείς δεν μου είναι φίλος!"
"-Εμπρός! Τραβάτε τα σχοινιά ως πέρα!"
"Για μια μπουκιά ψωμί ζω μες τον Άδη
αυτό...μ'αν το σχοινί κοπεί μια μέρα;"
ΙV
Εσκάλωνε ο φονιάς πάνω στο βράχο
χλωμός,με μάτι φλογερό,αγριεμένο,
κάτω απ'τις φλόγες του ήλιου και στο χέρι
έσφιγγε ένα μαχαίρι αιματωμένο
Των γλάρων τον χαιρέτησε τ'ασκέρι
που από τους βράχους με βοή πετούσε...
Σε μια μικρή ψαρόβαρκα φωνάζει
ο νόθος και στο βάλτο ευθύς πηδούσε.
Απ'την ανθρώπινη δουλειά αντηχούσε
το κόκκινο ακρογιάλι. Σαν θλιμμένο
τραγούδι γυναικών αντιλαλούσε,
ενώ εκεί πάνω πτώμα ξαπλωμένο
στο σμαραγδένιο κύμα εμπρός στον ήλιο
το στήθος του έδειχνε το ξεσκισμένο.
Μετάφραση: Μαρίνος Σιγούρος
Πηγή: Παγκόσμια ποιητική ανθολογία "Ταξίδι στην ποίηση",Ναυτίλος
Έρευνα-σκέψεις: Αγγελική Καραπάνου
Έννεπε Μούσα, Ιστότοπος ποίησης και μουσικής