Τέσσερα ποιήματα της Θάλειας Τάσου

Τέσσερα ποιήματα της Θάλειας Τάσου

Σήμερα στη στήλη "Στα βαθιά" έχω προσκαλέσει την ποιήτρια Θάλεια Τάσου. Η καλεσμένη μου γεννήθηκε στην Πάνω Αμίαντο και μεγάλωσε στον Καλοπαναγιώτη της Κύπρου. Σπούδασε στο Παρίσι Κοινωνιολογία, Γαλλική Φιλολογία, Λογοτεχνία και Παιδαγωγικά. Αργότερα ολοκλήρωσε τη Νομική στο Μόντρεαλ, όπου ζει κι εργάζεται ως δικηγόρος από το 1976. Παράλληλα σε σχολεία και κολέγια της ελληνικής κοινότητας δίδαξε Κοινωνιολογία, Γαλλικά και Ελληνικά. Έχει γράψει άρθρα νομικού και πολιτικού περιεχομένου. Ποιήματα και πεζά της συμπεριλήφθηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά κι ανθολογίες, ενώ μεταφράστηκαν στα γαλλικά και τ' αγγλικά. Η ίδια μετέφρασε ποίηση από τα ελληνικά στα γαλλικά και τα αγγλικά. Ασχολείται με το σχέδιο και τη ζωγραφική κι έχει πάρει μέρος σε συλλογικές εκθέσεις. Το 2023 κυκλοφόρησε η πρώτη της ποιητική συλλογή. Τιτλοφορείται "Κατάθεση". Η ποίησή της κινείται στα μονοπάτια της λυρικής στοχαστικής έκφρασης. Θέματα όπως η προσφυγιά, η ξενιτιά, το δράμα της Κύπρου, οι μνήμες, η επαφή με την παιδική ηλικία συγκινούν τη δημιουργό κι εμπνέουν την πένα της. Η αρχαιοελληνική ιστορία και μυθολογία είναι αγαπημένοι τόποι του ποιητικού της κόσμου. Ο λόγος της είναι πλούσιος, πολύχρωμος, γλαφυρός, ζωντανός. Οι θησαυροί της κυπριακής διαλέκτου διαποτίζουν το έργο της. Θα γνωρίσουμε τέσσερα διαλεκτά ποιήματά της!

ΟΡΦΕΩΣ ΕΠΙΚΛΗΣΗ

I
Το ριζικό μας τραγικό
τι θέλαμε να ερωτευτούμε
μια χίμαιρα;
Νομίζαμε παρωχημένες
οι εποχές των Αργοναυτών
και του Πλούτωνα
των Συμπληγάδων.
Ποιος θα μας σώσει
από τη σύγχρονη Σκύλλα
και τη σύγχρονη Χάρυβδη;

II
Ω Ορφέα
με τις μαγικές ικανότητες
λύτρωσέ μας με τη μαγεία
της λύρας σου,
το κακό που μας βρήκε
ξόρκισε,
χάσαμε την Ευρυδίκη
μέσα απ’τα χέρια μας.

III
Δεν φανταζόμασταν
την ύπαρξη
σύγχρονου Πλούτωνα
την εποχή με τους Χάρτες
Δικαιωμάτων.
Πιασμένοι ανάμεσας
στις «μυλόπετρες»
που σαν τανάλια
μας σφίγγουν,
δεν μπορούμε
να αρθρώσουμε
λέξη
απορημένοι
από την τόση
μανία
των Τιτάνων.

IV
Μήπως
αν αντί
για τη λύρα
κατέβαινες
με σπαθί
στο βασίλειο
του Πλούτωνα
μήπως λέω εγώ
τα κατάφερνες;
Ή μήπως
αν έπαιρνες
κι ένα πουγκί
με 30 αργύρια;

V
Μοντέρνοι καιροί
των χαμόγελων
κι όμως εμείς
θα επιμένουμε
σε πείσμα των
άθλιων καιρών
τη λύρα να παίζουμε
μπας και ημερέψουν
ξαφνικά τα θηρία
μπας και συναντήσουμε
την Ευρυδίκη
έστω και στην άλλη
ζωή.

VI
Κι όμως
ο προφέσσορας
επιμένει.
Θυμηθείτε
την τύχη
των καημένων
των Μηλίων,
το Θουκυδίδειο
δίδαγμα.

VII
«Οι καιροί
δεν αλλάζουν»
τραγουδάει
ο άλλος.
«Πρέπει ν’αναλύουμε
τα γεγονότα»
επαναλαμβάνει
ο προφέσσορας,
«η διαλεκτική
το αίτιο
και το αιτιατό».

VIII
Απαγόρευσαν
ακόμη
και τα τραγούδια
σου, καλέ
μου Ορφέα.
Στα πανεπιστήμια
του πολιτισμένου
κόσμου
καταργούν τη διδασκαλία
των Ύμνων σου
ως να μην υπήρξες
ποτέ.

IX
Οι θνητοί
ζαλισμένοι
δεν τολμούνε
να πάρουνε
θέση.

X
Στο μεταξύ
ο παμπόνηρος
μετενσαρκωμένος
Πλούτωνας
υπογράφει
υποκλέπτει
συμβόλαια.
Ο θάνατός σου ζωή μου.

ΣΗΜΑ ΚΑΤΑΤΕΘΕΝ

Ι
Τα μάτια είδαν τη δουλειά
και τηνε φοβηθήκαν.
Τα χέρια τηνε κάμανε
και δεν τηνε ντραπήκαν.

ΙΙ
Σήμα κατατεθέν
της συνονόματης
γιαγιάς Θαλούς.
Το επαναλάμβανε
κάθε φορά
που λυγίζαμε
από τον φόρτο
των μαθημάτων
των εξαντλητικών εξετάσεων.

ΙΙΙ
Σοφή,
θαρραλέα γιαγιά!

ΙV
Τα εγγόνια
έκπληκτα
τη βλέπαμε
να βγάζει
τις μισοπατημένες
παντόφλες
στο πι και φι
με γυμνή πατούσα
να συνθλίβει
μια μεγάλη μαύρη
αποκρουστική κατσαρίδα
που δεν τολμούσαμε
ούτε καν
να κοιτάξουμε!
Ή να αδράχνει
με γυμνά δάχτυλα
τα αναμμένα κάρβουνα
για να τα βάλει
στο καπνιστήρι.
Ανατριχιάζαμε...

V
«Το φυσικό
νικά το παιδευτικό».
Μια άλλη φράση
που επαναλάμβανε
καμιά φορά.

VI
Να τα’χε μάθει
όλα αυτά
στο σχολείο;
Η θεληματική γιαγιά
έγινε βεζετάριαν
μετά τον πρόωρο
θάνατο του παππού.
Τα δισέγγονα
αναπολούν με νοσταλγία
τις χοντρές φέτες ψωμιού
που τους ετοίμαζε
με βούτυρο και ζάχαρη.

VII
Ξυπνούσε
τα μεσάνυχτα
για να ζυμώσει
κάθε βδομάδα
τα δεκάδες ψωμιά
και τις φλαούνες
το Πάσχα.
Έτριβε το τυρί
σε μια τεράστια σκάφη,
ετοίμαζε τον φουκό (*)
από την προηγούμενη.
Αυτοί οι άνθρωποι
ζύμωσαν και ζυμώθηκαν
με τη γη μας!

VIII
Βοηθούσε
τον παππού ξυλουργό
στο δέσιμο των παραδοσιακών
κυπριακών καρεκλών
βάφοντας
και πλέκοντας
τις ποκαλάμες. (*)

IX
Πότιζε, σκάλιζε
και ξεχόρτιζε
τα περιβόλια,
μάζευε τα αμύγδαλα,
τις ελιές, τα σταφύλια,
αργότερα τα κεράσια,
έφτιαχνε
τον παλουζέ (*)
τον σουτζιούκκο (*)
χωρίς να βαρυγκομά
όταν ο άντρας της
έλειπε
για να δουλέψει
στο μεταλλείο
του Ξερού
ή για να φτιάξει
ψεύτικα ξύλινα αεροπλάνα
στο αεροδρόμιο της
Λευκωσίας.
Οι καιροί γαρ
χαλεποί...
Δούλευε στην Ξάρτα (*)
κατά τη διάρκεια
του Δευτέρου Παγκοσμίου
Πολέμου.

X
Δύσκολοι καιροί
επί Αγγλοκρατίας,
αντίθετα με τα όσα
μερικοί νομίζουν.
Βαριά φορολογία,
οι άνθρωποι
ξενιτεύονταν
από τις αρχές του 20ου αιώνα
αλλά και
μετά τον Δεύτερο
Μεγάλο Πόλεμο.

XI
Ένας αδερφός στην Αυστραλία,
η αδερφή παντρεύτηκε στην Αφρική,
η οικογένεια σκόρπισε
στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.

XII
Ήταν ξύπνιες,
άρπαζαν γρήγορα
έμαθα από τη μαμά
λίγο πριν πεθάνει
μετά το εγκεφαλικό
για τις δύο αδερφές.

XIII
Η γιαγιά
ήταν η καλύτερη
ράφταινα,
άρπαξε την τέχνη κοιτάζοντας
μια ξένη τουρίστρια
που είχε έρθει για
διακοπές στο χωριό.
Σχεδίαζε μόνη της το πατρόν
κι έραβε όλη την οικογένεια,
ακόμη και του παππού
τις τεράστιες βράκες.
Αυτή είχε αγοράσει
και τη ραπτομηχανή
Σίνγκερ
που νόμιζα ώς τότε
πως ήταν απόκτημα
της μαμάς
που είχε γίνει μοδίστρα
με μαθήματα μοδιστρικής
στην πρωτεύουσα.

XIV
Ψυχή μου,
μέμνησο
των απλών αυτών
εργατικών ανθρώπων
του τόπου μας.

*. Φουκός, γέμιση.
*. Ποκαλάμη, στέλεχος σταχιού.
*. Παλουζές, κρέμα από μούστο.
*. Σουτζιούκκος, παραδοσιακό γλύκισμα της Κύπρου, μουσταλευριά με
αμύγδαλο.
*. Ξάρτα, Εταιρεία της εποχής στην Κύπρο, περίοδος Β΄Παγκοσμίου
Πολέμου, που έκανε διάφορα έργα υποδομής.

Σ’ ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΔΙΣΤΡΑΤΟ (*)

Σύγχρονοι Προμηθείς
κυνηγημένοι νομάδες
περιφέρεστε
ζητιανεύοντας άσυλο,
σας κυνηγούν
οι λυσσασμένες
μαινάδες
η ψυχή σας δεν
βρίσκει
αναπαμό.
Τι θέλατε να
παρακούσετε
τα προστάγματα
των επίγειων θεών,
τι θέλατε να κλέψετε
τα μυστικά του
Δία
για να
φωτίσετε
με αυτά τους
ανθρώπους;
Μοναχικοί καβαλάρηδες
σ’εκείνο το μοιραίο σταυροδρόμι,
εκείνη η μοιραία απόφαση
μετέτρεψε τη ζωή σας
σε κόλαση.
Καταδικασμένοι σε αιώνες
φυλάκισης
βαρύτατο τίμημα
η απόφαση σε κείνο
το δίστρατο
μαιανδρικές διαδρομές
νέοι-γέροι
με πρόωρα
ασπρισμένα μαλλιά
για πάντα εξόριστοι,
κι ο αγριεμένος αετός
του Δία
σας κατατρώει
το συκώτι.
Σύγχρονοι άγιοι
τοπία οργουελιανά
του 21ου
« πολιτισμένου » αιώνα,
ζητείται Ηρακλής
ξαναγυρίσαμε
στην εποχή των σπηλαίων.
Η Λερναία Ύδρα
ξεπετάει καινούρια
κεφάλια.

(*) Το ποίημα αυτό γράφτηκε με αφορμή την περίπτωση κυρίως του Julian Assange, αλλά και του Edward Snowden, και όσων άλλων αγωνίζονται για την επικράτηση της δικαιοσύνης σ’αυτόν τον κόσμο.

Σ’ΑΥΤΗΝ ΤΗ ΣΤΡΟΦΗ

I
Κάθε που περνώ
απ’αυτήν τη στροφή
αγναντεύω πέρα
τη θάλασσα.
Να’ ναι άραγε
η θάλασσα
του Ξερού;
Μια δρασκελιά
τόσο κοντά
μα και τόσο
μακριά!
Το μυαλό
το κυριεύει
η τρέλα,
θέλει
να ορμήσει
να κατηφορίσει
σαν ζαρκάδι
σαν μέλισσα
σαν πεταλούδα
σε παλιά
γνώριμα μέρη.
Στο λεωφορείο
της γραμμής
για τη Μόρφου
περνώντας
από Λεύκα
Πεντάγυια
στρωμένη
η διαδρομή
με χιλιάδες
κόκκινες
παπαρούνες.
Νά κι η κόκκινη
παραλία
του Ξερού.
Το προσκύνημα
στον Αϊ-Μάμα
επιστρέφοντας
από την τράπεζα
στη Μόρφου
με τα σπίτια
χωμένα
στις πορτοκαλιές
τη στάση στη Λεύκα
και την αγορά
της καθιερωμένης
σακούλας
με πορτοκάλια
σιεκκέρικα. (*)

II
Στη Λεύκα
το φθινόπωρο
μαζεύαμε κι εμείς
τις ελιές
πιτσιρίκια.
Τις βακλούσαν (*)
με καλάμια
οι μεγάλοι.
Μια αναμνηστική
φωτογραφία
μας το θυμίζει.
Κάποτε μας
Βοηθούσε
και μια Τουρκάλα
γειτόνισσα
που μας έφερνε
καμιά φορά
ξεροτήγανα.

III
Μα εδώ
και μισό
αιώνα
σχεδόν
δεν τολμούμε.
Θολώνει
το μυαλό
μα δεν τολμούμε
με τη λογική
να πάρουμε
τη στροφή.
Με δυσκολία
πατάμε το φρένο
στην επιθυμία
να παραβούμε
τη λογική.
Ώς πότε;
Οϊμέ!

IV
Ας όψονται
αυτοί που
μαγάρισαν
τις παιδικές
αναμνήσεις.

V
Σαν τις γάτες
του Αϊ-Νικόλα
το φαρμάκι
ξεχειλίζει
και μας τρώει
το συκώτι.

VI
«Νήσος τις έστι»
Μας λέει ο ποιητής
«έσσεται ήμαρ»
θέλω ενδόμυχα
να πιστεύω.
Στο μεταξύ
σαν ποντίκια
αχόρταγα
μας ροκανίζουν.

VII
Όμως
εμείς
το πείσμα
εκεί
αυτή
η γη
είναι δική μας!

(*) Σιεκκέρικα, ποικιλία πορτοκαλιών με γλυκιά γεύση.
(*) Βακλώ, ραβδίζω τους καρπούς των δέντρων για να πέσουν στο έδαφος και να μπορέσω να τους μαζέψω.

Βιογραφικό σημείωμα

Η Θάλεια Τάσου γεννήθηκε στον Πάνω Αμίαντο της Κύπρου, όπου έζησε τα πρώτα δέκα χρόνια της ζωής της. Κατόπι, πέρασε τα εφηβικά της χρόνια μέχρι το τέλος του Γυμνασίου στον Καλοπαναγιώτη της Κύπρου, πατρίδα των γονιών της. Σπούδασε στο Παρίσι, όπου απέκτησε διπλώματα στην Κοινωνιολογία, τη Γαλλική φιλολογία, τη Λογοτεχνία και τα Παιδαγωγικά. Αργότερα, σπούδασε Νομική στο Μόντρεαλ, όπου διαμένει από το 1976, ασκώντας το επάγγελμα της δικηγόρου. Δίδαξε επίσης Κοινωνιολογία, Γαλλικά και Ελληνικά, σε κολέγια και σχολεία της ελληνικής κοινότητας. Δημοσίευσε άρθρα νομικού και πολιτικού περιεχομένου. Γράφει από τα μαθητικά της χρόνια. Ποιήματα και πεζά της δημοσιεύτηκαν σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά και ανθολογίες. Επίσης, ποιήματά της μεταφράστηκαν στα γαλλικά και τα αγγλικά, ενώ η ίδια μετέφρασε ποίηση από τα ελληνικά στα γαλλικά και τα αγγλικά. Τελευταία, εκτός από το γράψιμο, ασχολείται με το σχέδιο και τη ζωγραφική (μεταξύ άλλων, πορτραίτο, τοπία, νεκρή φύση, ζωντανό μοντέλο, κ.λπ.) και έχει πάρει μέρος σε διάφορες συλλογικές εκθέσεις.

 

 

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr