Σήμερα στη στήλη "Στα βαθιά" θα σας παρουσιάσω τον λογοτέχνη Αριστοτέλη Φράγκο. Ο φιλοξενούμενός μου γεννήθηκε και ζει στην Καλαμάτα. Σπούδασε στη Γερμανία την ''Τεχνική πωλήσεων στο τραπεζικό σύστημα'' και εργάσθηκε για δέκα χρόνια στον γερμανικό Δημοσιονομικό Όμιλο Τραπεζών ''KREISSPARKASSE". Έχει εκδώσει δώδεκα ποιητικές συλλογές, τέσσερα μυθιστορήματα και μια κοινωνικοπολιτική σάτιρα. Τα ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε έξι γλώσσες. Ο ίδιος έχει μεταφράσει ποιήματα της Γερμανοεβραίας ποιήτριας Ρόζε Αουσλέντερ από την ποιητική συλλογή: “GELASSEN ATMET DER TAG”. Ποιήματα και έργα του έχουν βραβευτεί σε πανελλήνιους και διεθνείς λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Η ποίησή του κινείται στα μονοπάτια της υπαρξιακής λυρικής έκφρασης. Ο λόγος του είναι περίτεχνος, αρμονικός, με ζωηρές εικόνες, εμπνευσμένα σχήματα και γνήσια συγκίνηση. Το ατομικό βίωμα περνά στη γραφή του. Δεν κοιτά όμως τη ζωή από τα στενά παράθυρα του προσωπικού πεπρωμένου. Με την πένα του διερευνά αλήθειες κι αγωνίες κοινές για τους ανθρώπους σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Θα δούμε δεκαέξι πανέμορφα ποιήματά του!
Συλλογή: ''ΧΡΩΜΑΤΩΝ ΨΙΘΥΡΟΙ'' 1999
Ποιητή
Ποιητή
εσύ που το γυμνό χαρτί
σε είδωλο αισθήσεων
μεταμορφώνεις
ξεδίψασέ με
στύψε δυο σύννεφα
να δροσίσεις τη φωτιά μου
πριν στερέψει
της θέλησης η αναζήτηση
μετά
τρέξε το Θωμά μου
σε όλα της άνοιξης λημέρια
τις θάλασσες του καλοκαιριού
φθινόπωρο χειμώνα
κοίτα θα έχω την πίσω πόρτα μισόκλειστη
αδίστακτα
λεηλάτησε τη μοναξιά μου
με βάρβαρο ήλιο
και όταν οι νύχτες χαμηλώνουν
γίνου φάρος
μην εξοκείλω
στην ξέρα της απόγνωσης.
Ένας χειμώνας άνοιξη
Ένας χειμώνας άνοιξη
πετροβολάει ανελέητα την έπαρση
των άθεων συλλογισμών μου
ύστερα απορία
σιωπή σβησμένου τσιγάρου
ο δρόμος μεθυσμένος ταξιτζής
το δίλημμα του εκβραχισμού μου
διάβαση ανισόπεδη
μάλλον βιάστηκα να υποθέσω
η Λερναία της αμφισβήτησης
στον πρώτο του ήλιου βελονισμό
στείρα
η μέρα χτες
σκύλος αδέσποτος
σήμερα ταξίδι παρθενικό
καθώς το φως ανέρωτο
χύθηκε στην πόλη
ο ορίζοντας μεγαλωμένο παιδί
βαφτίζει ελπίδες
ΠΟΛΥΜΝΙΑ 2004
Αίμα παγωμένο
Κρυώνω
από ένα αίμα παγωμένο,
που κυλάει
στις φλέβες μου.
Άνοιξέ με,
παράθυρο στον ήλιο
μ’ ένα βλέμμα.
Πόρτα διάπλατη.
Μ’ ένα φιλί
Το κελί
Καρδιά μου
ακούω πάντα
την αντάρτικη μπαλάντα σου,
καθώς με βήματα
αργά σταθερά,
πηγαινοφέρνεις
το μπουντρούμι σου,
με βροχή, χιόνι,
κρύο, ζέστη,
νύχτα μέρα .
Χωρίς ποτέ κάτι να θέλεις,
να ξεγελάσεις την ανία σου.
Σε περπάτησα,
σε δρόμους δύσκολους κουραστικούς.
Δε λιποψύχησες.
Σε ταλαιπώρησα,
σε ανυπέρβλητες κακουχίες.
Δε δείλιασες.
Σκέφτηκα να ευδαιμονίσω
την κάθειρξή σου,
δελεάζοντας το μοναχισμό σου,
με το χρώμα του έρωτα.
Πες μου.
Γιατί πονάς;
Τι τόσο σε λάβωσε ανίατα
και αρνείσαι;
ΚΥΚΛΟΣ ΑΚΑΘΟΡΙΣΤΟΥ ΔΙΑΜΕΤΡΟΥ 2010
Της ελπίδας
Ο αέρας με τα εχέγγυα στην τσέπη,
εποφθαλμιά κυριαρχία.
Η πόλη
μια γροθιά,
αρνείται.
Η θέληση
της αντιξοότητας ένεκεν,
προσποιείται.
Ο έρωτας
ακούσιος συνασπισμός,
αδιάλλαχτος.
Η ελπίδα
αμετανόητη «Πηνελόπη»,
υφαίνει προσμονή,
όσο το νοητό κέλυφος,
του ουράνιου θόλου,
ενστερνίζεται,
την επώαση της γενετικής αρμονίας.
Παρεμπιπτόντως ο ήλιος,
ψηλότερα,
όσο δείχνει να φαίνεται.
Ηλιοβρέχει αφειδώς,
κυριακάτικο ασήμι.
Το απόρθητο βουνό μου
Ένα βουνό έχω μέσα μου
Από καλοκαίρια που δε γνώρισαν την άνοιξη
Από χειμώνες που αποζητούσα λίγη ζεστασιά
Από φθινόπωρα που κούτσαιναν τις μέρες
Από ένα τριαντάφυλλο που δε μύρισα ποτέ μου
Ένα βουνό έχω μέσα μου
Από έναν αγέλαστο ουρανό
Από σύννεφα που κούρσευαν τον ορίζοντα
Από βροχές φλύαρες και αλαζονικές
Από μια λέξη που δεν άκουσα ποτέ μου
Ένα βουνό έχω μέσα μου
Από αλλόκοτα χρόνια δυσοίωνα
Από αγάπες ανούσιες, στείρες, άθεες
Από έρωτες ρηχούς, εύκολους, αναγκαίους
Από ένα φιλί που δε δρόσισε τα χείλη μου
Ένα ποτάμι αγριεμένο
που προσπαθεί να ανηφορίσει το βουνό μου
να το καταποντίσει, να το πνίξει
Έχω μέσα μου
Το ποίημα που δε βρίσκω
Ψάχνω να βρω ένα ποίημα
Στα αχνάρια της νιότης του χρόνου που γεννήθηκα
Στα χαμόσπιτα της γειτονιάς που μεγάλωσα
Στα ασβεστωμένα σοκάκια που περπάτησα
Στους τσακωμούς στο γέλιο των παιχνιδιών
Στους φίλους που έκρυψε ο ήλιος
Στο πρώτο ερωτικό φιλί που έγινε σημαία
Ψάχνω να βρω ένα ποίημα
Σε χώρες αλλόθρησκων ουρανών
Σε θάλασσες άγριες και ήμερες που ταξίδεψα
Σε ποτάμια που έτρεχαν το δρόμο τους φίδια
Σε λουλούδια της άνοιξης που έβαλα στο ανθογυάλι
Ψάχνω να βρω ένα ποίημα
μα εκείνο γοργόπνοο όπως είναι μου λακάει. Ξεφεύγει
και ενώ παρατάει τη σκέψη μου ανέραστη
τη δίψα μου διψασμένη
κλέβει για καπρίτσιο του ύπνου μου τις τσέπες
Ψάχνω να βρω ένα ποίημα
Μήπως το είδατε;
Συνήθως περιφέρεται ρακένδυτο. Χαμένο
Σε έναν ορίζοντα που ο κύκλος του τετραγωνίστηκε
Σε λεωφόρους και πλατείες με ιστορικά αγάλματα
Σε ανήθικες χωματερές και αποχετεύσεις
που ασελγούν στα κορμιά των πόλεων
Στο βλέμμα των παιδιών που ψάχνουν την αλήθεια
Ψάχνω να βρω ένα ποίημα
που ελλοχεύει στις ματωμένες της ειρήνης πληγές
Μήπως το ακούσατε;
Λένε με τέτοιο μίσος που μιλάει για αγάπη
οι στίχοι του θα γίνουν κάποτε του κόσμου μοιρολόι
''ΑΛΑΛΕΣ ΕΞΕΙΣ – ΒΟΥΒΕΣ ΝΟΤΕΣ 2012''
Της μοναξιάς
Κάθε που ξημερώνει
Με τον ήλιο παρέα
Τρέχω στη θάλασσα
Χαζεύω τους γλάρους. Παίζω με τα κύματα
Είμαι μόνος. Τί άλλο να κάνω;
Κάθε που σφυρίζει ένα βαπόρι. Ένα τρένο
Η καρδιά μου να σπάσει
Καθώς ασπρόμαυρες θύμησες
Πισώπλατα το μυαλό μου
Είμαι μόνος. Τι άλλο να κάνω;
Κάθε που ο ταχυδρόμος
Αμίλητος με προσπερνάει
Εγώ καμώνομαι. Γελάω
Και μου λέω αύριο. Ίσως αύριο που δε βρέχει
Είμαι μόνος. Τί άλλο να κάνω;
Κάθε που είναι Κυριακή
Και ξέρω αποβραδίς
Οι καμπάνες θα βουίζουν μέλισσες
Τρυπώνω στο μαξιλάρι σου
Είμαι μόνος. Τι άλλο να κάνω;
Κάθε που νυχτώνει,
Ενώ μετρώ τα αστέρια
Κάποιο ξεκαρφώνεται. Πέφτει
Τότε μπερδεύομαι. Και ξαναρχίζω απ’ την αρχή
Είμαι μόνος. Τι άλλο να κάνω;
Κάθε που σβήνω το φως να κοιμηθώ
Τα μάτια σου είναι εκεί. Φεγγάρια
Η φωνή σου στη νεκρότητα του ύπνου μου κατευόδιο
Το χάδι σου φυλαχτό
Λέω και κοροϊδεύω τον καθρέφτη μου. Τι άλλο να κάνω;
Μη με ρωτάς για το αύριο
Σήμερα σε αγαπώ περισσότερο από χτες
Δεν ξέρω αν η νύχτα πλάνεψε τη θέλησή μου;
Αν τα άστρα του ουρανού θάμπωσαν τα μάτια μου;
Αν το ξέχειλο φεγγάρι μέθυσε τη σκέψη μου;
Σήμερα σε αγαπώ περισσότερο από χτες
Δεν ξέρω αν η μιλιά σου γήτεψε την θέλησή μου;
Αν το φιλί σου ήτανε φίλτρο μαγικό;
Αν οι δρόμοι του κορμιού σου με οδήγησαν στην Ιθάκη;
Σήμερα σε αγαπώ περισσότερο από χτες
Δεν ξέρω αν η αγάπη σου ανάστησε τη νεκρή καρδιά μου;
Αν η φουρτούνα των δακρύων σου έπνιξε τις δυσπιστίες μου;
Αν η αγκαλιά σου έγινε καταφύγιο, μοναστήρι, να εξιλεωθώ;
Σήμερα σε αγαπώ περισσότερο από χτες
Όσο βλέπω πουλιά της άνοιξης, στο χειμωνιάτικο κήπο μου
Ακούω ψαλμούς μελωδικούς στα βουβά μου αυτιά
Κι αισθάνομαι τον ήλιο να ζεσταίνει το παγωμένο κορμί μου
Σήμερα σε αγαπώ περισσότερο από χτες
Χωρίς κρατούμενα θα σ’ αγαπώ ίδια, όλη τη μέρα
Κι αν απόψε η νύχτα δε με εξοκείλει σε άλλες συντεταγμένες
Από αύριο θα μισώ το θάνατο, που αδημονεί να με κλέψει
Με τη ζωή σημαιοφόρο
Από τότε… Μπροστά η ζωή πίσω εγώ
Αναστάτωσα με την παρέα τις γειτονιές
καθώς στον πετροπόλεμο σπάσαμε τζάμια
Κόψαμε το ρεύμα, όταν οι χαρταετοί μας
τα καλώδια της ΔΕΗ σε απόγνωση
Και με διαφορά στήθους γίναμε Κανάρηδες,
όταν τα αερόστατά μας πυρπόλησαν αχυρώνες
Από τότε… Μπροστά η ζωή πίσω εγώ
Ερωτεύτηκα περιοδικά πολλάκις
Αγάπησα παράφορα τετράκις
Μίσησα, όταν η κακία απολέμητη
Αγανάκτησα, όταν αθωώθηκε η αδικία
Γέλασα δάκρυα ποτάμια, όταν μου επιτέθηκε η χαρά
Όπως κι έκλαψα πονεμένα, όταν η καρδιά προδόθηκε
Από τότε… Μπροστά η ζωή πίσω εγώ
Ξόδεψα με φρονιμάδα την κάθε στιγμή
που μου χρηματοδότησε ο χρόνος
Όργωσα στη χούφτα της γης, δρόμους και θάλασσες
αναζητώντας το «χρυσόμαλλο δέρας»
Ενώ δε δείλιασα να ανεβοκατέβω τις σκάλες του Θεού
αποφεύγοντας να προκαλέσω την οργή Του
Από τότε… Με σημαιοφόρο τη ζωή, εγώ διμοιρίτης
Και καθότι, πάντα αχώριστοι σε όλες τις διαδικασίες
Περιμένει πότε θα πιω το θάνατο για να πεθάνει
''ΝΕΡΟ ΚΑΙ ΧΩΜΑ 2014''
Μισώ
Μισώ τα γκρίκλις και τα τηλεφωνικά μηνύματα
που καθιερώθηκαν στη ζωή μας άρτος επιούσιος
Μισώ τις λέξεις που ξεβράκωσαν το ήθος και το σεβασμό
και προσηλύτισαν τη νεολαία στην άθεη σέκτα τους
Μισώ τον έρωτα που κατανεμήθηκε σε είδη και ποιότητες
και πουλιέται με το κιλό ή το κομμάτι
Μισώ την ευημερία που μας αποξένωσε από αισθήματα
και γίναμε καχύποπτοι, άπληστοι και ωχαδερφιστές
Μισώ τη φιλία που έχτισε ισάξιους ναούς του Καλλικράτη,
του Ικτίνου και πυρπολήθηκαν από μίσος και φθόνο
Μισώ τις εποχές που δεν αμύνθηκαν υπέρ βωμών και εστιών
και προτίμησαν τον ευνουχισμό
Μισώ που όλοι μαζί ως «Κανένας» τυφλώνουμε συνειδητά
τη γη προς χάριν τάχα της εφήμερης ευημερίας
Μισώ τους επιστήμονες που ξοδεύουν τη δανεική ζωή τους
να εφεύρουν το όπλο της συμπαντικής καταστροφής
Μισώ αυτούς που προσποιούνται τον ειρηνοποιό Χριστό
και για το κέρδος μετουσιώνονται σε Ισκαριώτες
Μισώ τους επίορκους, τους ψεύτες, τους δοσίλογους
που ορκίζονται και διαψεύδουν την αλήθεια
Μισώ όσους επιμένουν δε φτιαχτήκαμε από νερό και χώμα
όταν η ανθρωπιά μας ένας απύθμενος βόρβορος
Μισώ εντέλει εμένα που γεννήθηκα να ζω
με την ιδέα του καθημερινού μου θανάτου
Ωστόσο, αγαπώ, λατρεύω τον ήλιο, το φεγγάρι τ’ αστέρια
που δεν εξέδωσαν ποτέ, τιμολόγια παροχής υπηρεσιών
Στρογγυλή όπως είναι η γη
Με βάση το νόμο των πιθανοτήτων
Το σήμερα θα είναι αύριο μία ανάμνηση του χτες
Κι αν δεν υπήρχαν οι στιγμές οι ώρες, οι μέρες
Να θρέψουν τις βδομάδες τους μήνες τα χρόνια
Οι εποχές θα έμεναν στείρες γεροντοκόρες
Και τότε, πώς θα ανάβαμε φωτιές του Αϊ Γιάννη;
Πώς θα άνθιζαν οι άνοιξες τα λουλούδια τους;
Πώς τα φθινόπωρα θα έφερναν τις βροχές τους;
Πώς θα μας φοβέριζαν οι μπαμπούλες χειμώνες;
Πώς θα ερωτευόμαστε τα φεγγοβόλα καλοκαίρια;
Και μην ξεχνιόμαστε, στρογγυλή όπως είναι η γη
Πολύ φοβάμαι έτσι που της φερόμαστε σαν δούλα
Μη τυχόν αγανακτήσει και καθώς επαναστατήσει
Κυλήσει στο χάος που χάσκει στα πόδια της
Και μας αφανίσει σαν άλλη Ατλαντίδα
Για την τριλογία της ''Εύας'' 2019
Γίνου Χαλιμά και πε μου ένα παραμύθι
Μίλα μου ασταμάτητα. Ίσως αυτή η στιγμή της
ζωής να είναι η στερνή και να μην προλάβω να
χορτάσω το γέλιο σου. Την αγάπη σου. Το γλυκό
τραγούδι των αηδονιών. Το χαρωπό τιτίβισμα των
χελιδονιών που παίζουν κυνηγητό στον ηλιόλουστο
ουρανό ή να θαυμάσω τις βελούδινες παπαρούνες
έτσι όπως χύθηκαν κόκκινο κρασί στο κορμί της γης
Γι’ αυτό σου λέω. Κράτα με αγκαλιά και μίλα μου
Πε μου οτιδήποτε. Μπορείς για παράδειγμα να μου
διηγηθείς σαν άλλη Χαλιμά ένα ίδιο παραμύθι αλλά
για χιλιάδες μέρες και χιλιάδες νύχτες που θα αγρυπνώ
δίπλα σου. Μέσα σου. Ίσως τότε αγκαλιασμένοι όπως
θα' μαστε ως μια ψυχή κι ένα σώμα και θα γεύομαι τα
ερωτικά φιλιά σου να ντραπεί ο Χάρος και να φύγει
Κράτα μου σφιχτά το χέρι
Όταν ο ωκεανός της νύχτας ξεσηκώνεται
σε φουρτούνα, η πόλη μοιάζει με καράβι
που βυθίστηκε αύτανδρη στα σκοτάδια της
και πνίγεται. Και τότε καθώς παρασύρομαι
κι εγώ στην άβυσσο Εσύ μεταμορφώνεσαι
σε δελφίνι και γίνεσαι ο σωτήρας μου
Πώς να αμφισβητήσω μετά την αγάπη σου
όταν στην όασή της ξεδιψά η Σαχάρα μου;
Πώς να μη λατρέψω το τρυφερό χάδι σου
όταν ηρεμεί τον θυμωμένο πυρετό μου;
Πώς να μη με νανουρίζει η γλυκιά φωνή σου
όταν ηχεί σαν κελάηδισμα αηδονιών;
Κράτα μου σφιχτά το χέρι. Θέλω όταν θα με
οδηγείς ως άλλο Οιδίποδα να νιώθω τους
παρήγορους χτύπους της καρδιάς σου και να
μη φοβάμαι τα ύπουλα σοκάκια της ζωής
Του έρωτα
Έρωτα
Που το νου τυφλώνεις
Τη θέληση μεθάς
Και το κορμί με λάβα πυρακτώνεις
Πε μου ποιος Προμηθέας σ' έκλεψε
απ' τους ολύμπιους θεούς
Και μεταδόθηκες ως αθεράπευτος ιός
στις καρδιές των θνητών;
Διότι έτσι που τα λαμπερά χρώματά σου
μ' έβαψαν μέσα-έξω άνοιξη
βλέπω τα ολόγιομα φεγγάρια
των καλοκαιριών να πληθαίνουν
τους χειμώνες να ορφανεύουν
και τα φθινόπωρα χωρίς βροχή
Μα, ενόσω το σκέπτομαι πάλι, λυπάμαι
καθώς χωρίς βροχή,
εκείνο του ουρανού το τόξο
είναι ιδιότροπο. Θα πεισμώσει
Κι αν δε φανεί, η ελπίδα τότε
θα μείνει ανέραστη γεροντοκόρη
Θέλω πάντα να γελάς
Όταν γελάς ξεσηκώνεις σε επανάσταση
χορού και τραγουδιού τις μέλισσες, τις
πεταλούδες, τα χελιδόνια, τα τζιτζίκια
Ενώ η άνοιξη για να κρύψει τη ζήλεια της
επιδεικνύει τα ευωδιαστά εμπριμέ της
και αυτοθαυμάζεται όπως ο Νάρκισσος
Όταν γελάς ευθύς μετουσιώνονται οι παγεροί
χειμώνες σε φεγγαρόλουστα καλοκαίρια και
ρομαντικά φθινόπωρα. Κι άμα η φουρτούνα
της νύχτας καταποντίζει τα μονοπάτια μου
τότε ένας λαμπερός ήλιος προβάλλει ως άλλο
αστέρι της Βηθλεέμ και φέγγει το διάβα μου
Όταν δε γελάς η σιωπή σου ταυτίζεται με
μουγκές καμπάνες. Οπότε η αγωνία μου
γίνεται τρόμος. Γίνεται πανικός. Αμέσως
το αίμα μου παγώνει και ενώ ο ύπνος μου
ξενυχτάει με καφέ και τσιγάρο, το μυαλό
μου μάχεται με τη Λερναία του χρόνου
Βιογραφικό σημείωμα
Ο Αριστοτέλης Φράγκος γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1946 και ζει μόνιμα εκεί.
Σπούδασε στη Γερμανία την ''Τεχνική πωλήσεων στο τραπεζικό σύστημα'' και στη συνέχεια εργάσθηκε για δέκα χρόνια στον γερμανικό Δημοσιονομικό Όμιλο Τραπεζών ''KREISSPARKASSE".
Από το 1982 δραστηριοποιήθηκε ενεργά στον χώρο της λογοτεχνίας και έχει εκδώσει συνολικά μέχρι σήμερα (17) βιβλία από τα οποία τα παρακάτω (12) είναι ποιητικές συλλογές: ''Νεκρός δρόμος'' (1982),''Ανθούπολη'' (1983), ''Χημεία ύπνου'' (1992), ''Του Μάη μελωδία'' (1996), ''Χρωμάτων ψίθυροι'' (1999), ''Πολύμνια'' (2004), ''Κύκλος ακαθορίστου διαμέτρου'' (2010), ''Άλαλες λέξεις – βουβές νότες'' (2012), ''Νερό και χώμα'' (2014), ''Ωδή σε μια μικρή Οδύσσεια / 1967-1977μ.Χ.'' (2015), ''Ο βαρκάρης του Αχέροντα'' (2017), ''Τριλογία για την ''Εύα'', 2019, (Εκδόσεις “Δρόμων”) , ο “Ναρκισσισμός των λέξεων”, 2021, (Εκδόσεις “24 γράμματα”).
Επίσης έχει εκδώσει (4) μυθιστορήματα: ''Χάρτινοι θεοί'' (2004), ''Παιχνίδια βροχής'' (2008), ''Ένα καλοκαίρι του Αυγούστου" (2016). "Το άλλοθι της μοναξιάς" 2020, (Εκδόσεις “24 γράμματα”) και μια κοινωνικοπολιτική σάτιρα ''Ελμπιντόρ – η διαθήκη της νεότερης Ελλαδιάρ'' (2015)
Σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς που συμμετείχε στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, έχει βραβευτεί με αρκετά βραβεία, ωστόσο, με κυριότερα:
1. Τη βράβευση-τίτλο του “Dr. of Literature”, στον ποιητικό διαγωνισμό που συμμετείχε στη ''Λογοτεχνική Ολυμπιάδα'', που διενεργήθηκε το 2005 στην Κίνα, στην πόλη Chongqing 400020, (Σονγκκίνγκ), από την: “THE INTERNATIONAL POETRY TRANSLATION AND RESEARCH CENTRE”.
2. Τη βράβευση με Α’ Βραβείο και μετάλλιο για τη συμμετοχή του, στο από 1-3 Μαρτίου 2006 ευρωπαϊκό λογοτεχνικό συνέδριο με παράλληλο ποιητικό διαγωνισμό, που διενεργήθηκε στην πόλη Γαλάτι (Galati) της Ρουμανίας, από το λογοτεχνικό περιοδικό “ANTARES”.
3. Τη βράβευσή του στις 26.1.2014 με το βραβείο "ΜΑΡΚΟΣ ΑΥΓΕΡΗΣ" της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών για την ποιητική συλλογή του "Άλαλες λέξεις - βουβές νότες".
Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά, Γερμανικά, Ιταλικά, Κινέζικα, Αλβανικά και Ρουμάνικα.
4. Και ως μια περαιτέρω δραστηριότητα θα μπορούσε να θεωρηθεί, η πρώτη του μεταφραστική δουλειά. Συγκεκριμένα μετέφρασε από τα γερμανικά στα ελληνικά (130) ποιήματα, από την ποιητική συλλογή: “GELASSEN ATMET DER TAG”, (Γκελάσεν άτμετ ντερ ταγκ), “Ήρεμα αναπνέει η μέρα” της γερμανοεβραίας ποιήτριας “Rose Ausländer”, ''Ρόζε Αoυσλέντερ'', ψευδώνυμο της “'Ρουθ Σμέρτσερ” (1901-1988).