Δέκα ποιήματα της Ιωάννας Λιούτσια

Δέκα ποιήματα της Ιωάννας Λιούτσια

Σήμερα στη στήλη "Στα βαθιά" έχω προσκαλέσει τη λογοτέχνιδα Ιωάννα Λιούτσια από τη Θεσσαλονίκη. Η καλεσμένη μου έχει σπουδάσει ‌Ιστορία ‌–‌ ‌Αρχαιολογία‌,Θεατρολογία κι Υποκριτική.Είναι υποψήφια διδάκτορας στο τμήμα Θεατρικών Σπουδών. Έχει εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές κι έχει γράψει θεατρικά έργα για παιδιά κι ενήλικες. Ποιήματα και πεζά της έχουν συμπεριληφθεί σε συλλογικά έργα. Εργάζεται‌ ‌ως‌ ‌ηθοποιός,‌ ‌σκηνοθέτης‌ ‌και‌ ‌θεατροπαιδαγωγός. ‌Η ποίησή της είναι εξομολογητική και προσωποκεντρική. Την ‌απασχολούν οι σχέσεις, ο έρωτας, ο συναισθηματικός κόσμος της γυναίκας,οι ρωγμές των ανθρώπων, οι σκηνές της καθημερινότητας. Ο λόγος ‌της είναι σμιλεμένος, ευαίσθητος, αιμάτινος, με δυνατές αλληγορίες και καλοστημένη σκηνοθεσία. Θ'απολαύσουμε δέκα ξεχωριστά ποιήματά της!

Δεσμός

Η ιστορία της ζωής μου είναι
ένας άντρας που περιμένει μια γυναίκα
που περιμένει έναν άντρα
που πάντα αργεί να έρθει
που όταν έρχεται είναι εκεί
και μετά εξαφανίζεται
και η γυναίκα αργεί μα πηγαίνει στον
άντρα που την περιμένει
κι όταν πηγαίνει είναι εκεί
κι έπειτα εξαφανίζεται
και περιμένει έναν άντρα που αργεί να έρθει
και πάει λέγοντας αυτή η ιστορία
που μιλάει για άντρες και γυναίκες
που δεν κοιτάζονται στα μάτια
για άντρες και γυναίκες στη ζωή μου
για άντρες και γυναίκες δίχως φύλο
για άντρες και γυναίκες αλυσίδες.

Αύγουστος

Ας υποθέσουμε πως επιπλέουμε ανάσκελα στη θάλασσα
και πως κρατάμε τα μάτια μας κλειστά,
σαν τον Χριστό την ώρα της ανατομίας.

Ας φανταστούμε, τώρα, ότι τ’ ανοίγουμε με προσοχή
– να μην ταράξει το βλεφάρισμα την ηρεμία του νερού –
κι ότι κοιτάμε ευθεία πάνω μας, τον ουρανό.

Ας δούμε τώρα και τη λευκή γραμμή που άφησε τ’ αεροπλάνο.
Διαπερνά σαν βέλος και τρυπάει κάτι στρογγυλό.
Καίγεται απ’ αυτό, παίρνει φωτιά και συνεχίζει.

Ας υποθέσουμε πως είναι ο ήλιος,
ποτέ η καρδιά μου δεν ήταν τόσο κίτρινη.

Γενέθλια

Κάποτε οι άνθρωποι εφηύρανε τα ποιήματα
για να ναρκώνουνε τη μοναξιά τους
να καταπίνουν σαν χαπάκια το μελάνι
και να εκσφενδονίζουν λέξεις
για να ξορκίσουνε τις ιδιορρυθμίες τους.

Τώρα το ανικανοποίητο δεν βουλώνεται με λέξεις
ούτε με πράξεις ρουτίνας προσυμφωνημένες.
Για να αδειάσω το μυαλό μου μεταφορικώς
–προτού αδειάσει ίσως και κυριολεκτώντας–
χρειάζομαι μονάχα κάτι να με ξαφνιάσει:
ένα παλιό κεράκι γενεθλίων για να το ξανασβήσω
μια λέξη γραμμένη βιαστικά σε μια χαρτοπετσέτα
έναν χορό να με γεμίσει δάκρυα κάποιο απόγευμα στο άδειο σπίτι
κάτι που να ’ρχεται αντίθετα με την πορεία που τραβάμε.
Γιατί ζωή είναι οι μέρες που περνάνε
και τίποτα άλλο.
Δεν έχει νόημα, σκοπό ή κάποιο στόχο.
Στο μόνο τέλος που οδηγεί είναι στην βέβαιη έκπληξη.

Χαρταετός

Μπορεί να μην ξέρω ποια είμαι
ν’ αναζητώ τον εαυτό μου
ανάμεσα στα σύννεφα και στα πουλιά
– σίγουρα πάντως κάπου στον ουρανό –
Μπορεί να τραγουδάω μόνη μου στους δρόμους
τραγούδια που δεν λένε τίποτα
κι έπειτα να βουβαίνομαι διά παντός
– απάντηση δεν έχω για το πού πηγαίνω –
Μπορεί να μην μπορώ να πω με σιγουριά
ούτε βέβαια και μ’ επιφύλαξη
ποιο είναι το νόημα της ζωής
– ή η ματαιότητα του θανάτου –
ωστόσο έχω κατακτήσει μέσα μου
την πιο βαθιά ου–τοπική αλήθεια:
μόνη πατρίδα μας το σώμα του άλλου.

Αριθμητική

Και τι είναι ο έρωτας;

Κάποιος που υποσχέθηκε να περιμένει
κάποιον που υποσχέθηκε να γυρίσει.

Στο τέλος, κι οι δύο βγαίνουν ψεύτες.

Γυναίκες-ερείπια

Οι γυναίκες-ερείπια
με τα πόδια τους πάνω σε δίδυμους πύργους
ταξιδεύουν μέσα στη νύχτα.
Πασαλείβονται με λάσπη
για να σ’ αρέσουν όταν τις δεις
στο ανακριτικό το φως της μέρας.
Ανοίγουν τα μαλλιά τους:
χάλκινο, καστανό, ξανθό.
Σιγά σιγά ανοίγουν κι άλλα.

Οι γυναίκες-ερείπια
κρεμιούνται από κλωστές,
κλωστές ανδρών – όχι υφασμάτινες,
ξυπνούν πριν απ’ τους άντρες τους και περιμένουν.

Τη ζωή τους καθορίζει μια ανάμνηση από το μέλλον,
μια εικόνα από το οικείο παρελθόν τους,
μια γυναίκα-ερείπιο:
μητέρα, αδελφή, θεία, γιαγιά.
Απόκληρες από το ίδιο τους το θρέμμα,
γυναίκες-ερείπια στήνουν τον κόσμο
και κατοικούν έξω απ’ αυτόν.

Μια αθώα παρατήρηση

Στο πληκτρολόγιο
το γράμμα φ
είναι δίπλα στο
γράμμα γ.
Έτσι, αντί γονείς
εύκολα γράφεις και
φονείς.

Από (ενο)χές

Ήρθε η ώρα ν' αποφασίσω την μεταμόρφωσή μου.
Μπορώ να ξαναγίνω το κοριτσάκι που
από ενοχές
γονατιστό γυρίζει την μοκέτα περιμετρικά
γρήγορα κι ακατάπαυστα μέχρι να γίνουν ένα
δάκρυα κι αίματα
από πληγές στα γόνατα και μάτια
δεν ξέρω από πού το κάθε τι,
ίσως να είχα μάτια και στα γόνατα
και να τα έτριβα για να ξεχάσουν και να σβήσουν.

Μπορώ να μείνω αυτό που είμαι τώρα
από ενοχές
να σκίζω με βιβλία και τετράδια, με σελίδες,
τα χέρια και τα πόδια μου
κι έπειτα να χαϊδεύω τις ανάγλυφες πληγές
σαν να 'ναι οι ραφές μιας κούκλας πάνινης
σαν να μην είμαι αλήθεια εγώ
σαν τα βιβλία να χρειάζονται μόνο για να πληγώνουν
με τόσα λόγια, τόσες λέξεις, όπως οι άνθρωποι.

Μπορώ να γίνω κι αυτό που θέλετε
από ενοχές
ν' ανοίξω το συρτάρι της κουζίνας
να πάρω το μαχαίρι, ένα πηρούνι
ίσως κι έναν αποφλοιωτή
και να αρχίσω να με κόβω κομματάκια.
Πρώτα σε φέτες, μετά ροδέλες,
έπειτα κύβους.
Ό, τι εξυπηρετεί καλύτερα
την γαστριμαργική αισθητική σας.

Σε δείπνο θα σας τα δώσω να τα φάτε
σαν τον Θυέστη.
Μόνο που εσάς, δεν θα σας φτάσει η προσφορά μου.
Μέχρι που κόκκαλα να μείνω θα με τρώτε.
Από ενοχές
που δεν αφήσατε τους εαυτούς σας να γευτούν τις σάρκες τους.

Πευκοβελόνες

Σ' ακούω τόσην ώρα να μιλάς
σε άπταιστα σπαστά λατινικά
για το αβέβαιο επέκεινα της ύπαρξης
για τα βυσσινιά κορίτσια
για τον Ελύτη που κάθε μέρα βρίσκεις και κάτι εκεί μέσα
για την αυτοκτονία του συγγραφέα
και για το δίδυμο απολλώνειο είδωλό σου.

Και θέλω να σε ξυπνήσω, να σου πω
στην πιο περίπλοκη γλώσσα, στην καθομιλουμένη
πως έξω οι περαστικοί κρατάν μαντίλια στην βροχή
πως το φουστάνι μου γέμισε με μωβ και κίτρινα ανθάκια
πως ό,τι βρίσκεις το πρωί σου το ΄χει κρύψει η πανσέληνος το βράδυ
πως όταν ακούγεται σειρήνα, οι δρόμοι ανοίγουνε προς τη ζωή
και πως το μόνο είδωλο που υπάρχει
είναι ο αντικατοπτρισμός σου στα γυαλιά μου.

Το τέλος της αγνότητας

Όποιος δεν έχει ακόμη το στόμα του
λερώσει με τροφή
κρατάει την πρώτη ανάσα της νεότητας.
Απ’ τη στιγμή που πλένουμε τα δόντια μας
σημαίνει πως
φτάσαμε σε ηλικία κυνηγού.

Βιογραφικό‌ ‌σημείωμα

Γεννήθηκε‌ ‌στη‌ ‌Θεσσαλονίκη‌ ‌το‌ ‌1992.‌ ‌Απόφοιτη‌ ‌του‌ ‌τμήματος‌ ‌Ιστορίας‌ ‌–‌Αρχαιολογίας‌ ‌ΑΠΘ,‌ ‌του‌ ‌τμήματος‌ ‌Θεάτρου‌ ‌ΑΠΘ‌ ‌και‌ ‌της‌ ‌Ανωτέρας‌ ‌Δραματικής‌ ‌Σχολής‌ ‌“Σύγχρονο‌ ‌Θέατρο‌ ‌Βασίλης‌ ‌Διαμαντόπουλος”.‌ ‌Υποψήφια‌ ‌διδάκτορας‌ ‌στο‌ ‌τμήμα‌ ‌Θεατρικών‌ ‌Σπουδών‌ ‌(Πανεπιστήμιο‌ ‌Πελοποννήσου).‌ ‌‌ ‌Έχουν‌ ‌κυκλοφορήσει‌ ‌τρεις‌ ‌προσωπικές‌ ‌ποιητικές‌ ‌της‌ ‌συλλογές:‌ ‌‌Συνομιλίες‌ ‌σε‌ ‌Μη+‌ ‌‌(2014),‌ ‌‌Αρρυθμίες‌ ‌(2016),‌ ‌‌Η‌ ‌Σιωπή‌ ‌σε‌ ‌δύο‌χώρους‌‌ ‌(2018),‌ ‌μία‌ ‌συλλογή‌ ‌θεατρικών‌ ‌έργων‌ ‌για‌ ‌παιδιά‌ ‌(‌12‌ ‌σκετς‌ ‌για‌ ‌19‌ ‌Παγκόσμιες‌ ‌Ημέρες‌,‌ ‌2021).‌ ‌Το‌ ‌πρώτο‌ ‌της‌ ‌θεατρικό‌ ‌κείμενο‌ ‌‌Τη‌‌ ‌‌Μοναξιά‌ και‌ ‌τους‌ ‌Ανθρώπους‌ ‌να‌ ‌Φοβάσαι‌‌ ‌απέσπασε‌ ‌το‌ ‌Β'‌ ‌βραβείο‌ ‌στο‌ ‌διαγωνισμό‌ ‌συγγραφής‌ ‌θεατρικού‌ ‌έργου‌ ‌του‌ ‌ΔΗΠΕΘΕ‌ ‌Β.‌ ‌Αιγαίου‌ ‌(2014)‌ ‌και‌ ‌παρουσιάστηκε‌ ‌σε‌ ‌Αθήνα‌ ‌και‌ ‌Θεσσαλονίκη,‌ ‌ενώ‌ ‌το‌ ‌επόμενο‌ ‌‌First‌ ‌we‌ ‌take‌ ‌Manhattan,‌ ‌then‌ ‌we‌ ‌take‌ ‌Berlin‌ ‌περιλαμβάνεται‌ ‌στη‌ ‌shortlist‌ ‌9‌ ‌κειμένων‌ ‌(ανάμεσα‌ ‌σε‌ ‌361‌ ‌από‌ ‌64‌ ‌χώρες)‌ ‌του‌ ‌Berliner‌ ‌Festspiele‌ ‌2019.‌ ‌Άλλα‌ ‌ποιήματά‌ ‌της‌ ‌και‌ ‌πεζά‌ ‌βρίσκονται‌ ‌επίσης‌ ‌σε‌ ‌ανθολογίες‌ ‌και‌ ‌συλλογικά‌ ‌έργα.‌ ‌Εργάζεται‌ ‌ως‌ ‌ηθοποιός,‌ ‌σκηνοθέτης‌ ‌και‌ ‌θεατροπαιδαγωγός.‌ ‌ ‌

Έννεπε Μούσα,Ιστότοπος ποίησης και μουσικής

‌ ‌

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr