Στη στήλη μου "Στα βαθιά", υποδέχομαι τη λογοτέχνιδα από την Κύπρο Ελένη Αρτεμίου-Φωτιάδου. Η προσκεκλημένη μου είναι Επιθεωρήτρια Δημοτικής Εκπαίδευσης. Έχει στο ενεργητικό της ένα πλούσιο λογοτεχνικό έργο, που περιλαμβάνει έντεκα ποιητικές συλλογές, μία συλλογή διηγημάτων και εννέα βιβλία για παιδιά. Έχει βραβευτεί πολλές φορές σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ενώ ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στην αγγλική και την ιταλική γλώσσα. Θα πάρουμε μια γεύση απ' τη μεθυστική ποίησή της, μέσα από δέκα ποιήματά της!
ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ
Μέσα σου ένα άγνωστο λουλούδι από τον κήπο του. Και μια κουνιστή πολυθρόνα με το σχήμα του σώματός του πλάι σε φωτιά. Μετάγγιση ανθρώπινου νοήματος. Δεν έχει αποφανθεί ακόμα ο χρόνος. Ποιος μέτρησε ποτέ την ένταση του Ανθρώπου; Φυσικό φαινόμενο με χημικές αντιδράσεις. Τον προσεγγίζεις όσο επιτρέπει το κενό ανάμεσά σας. Σαν πουλί που στα τυφλά μέσα στη νύχτα χτυπά με τα φτερά του ένα κλειστό παράθυρο κι ύστερα κάθεται και σκούζει πάνω στο τραύμα.
ΕΞΟΙΚΕΙΩΣΗ
Στην αρχή στήθηκε ένα άγαλμα δίπλα στο κρεβάτι σου. Συντρόφευε ακίνητο και αμίλητο τον ύπνο σου. Το χαιρετούσες με ένα νεύμα, κάποτε έλεγες και κάνα αστείο, κρέμαγες στο κεφάλι του τα ρούχα της μέρας που σε εγκατέλειπε. Ένα βράδυ, την ώρα που έριχνες επάνω του το λερωμένο πουκάμισο, σου φάνηκε πως σου χαμογέλασε. Και το άλλο πως είπε μια καλησπέρα. Και το παρ’ άλλο πως μετακίνησε το χέρι του και ήρθε και σε συντρόφεψε στο μαξιλάρι. Μια βδομάδα αργότερα του έλεγες τις περιπέτειες της μέρας κι εκείνο άρχισε να κουνάει πάνω κάτω το κεφάλι, άρνηση ή συγκατάνευση. Κι όσο να μεγαλώσει κι άλλο η ζωή, το κοίταζες και σε κοίταζε λέγοντας όλες τις λέξεις που κρύβονταν μέσα σου. Το είδωλό σου ήταν πλέον σχετικά γνώριμο και προβλεπόμενο. Ο βίος γινόταν λιγότερο ανατρεπτικός και επικίνδυνος. Ανέπνευσες και χαιρέτισες εγκάρδια.
ΕΜΦΥΤΕΥΣΗ
Άγνωστες μοίρες που δεν σου εξήγησαν με συνώνυμα, κυρίως με αντώνυμα. Το μουρμουρητό του πλήθους κάθε βράδυ στο προσκέφαλο. Κράτησες το ακατάληπτο για να δίνεις συνεχώς μια ερμηνεία γαντζωμένη στο επιτυχώς γενόμενο. Κάποιος κλαδεύει εντός άγριες ώρες, ξεριζώνει χόρτα που μασάνε και φτύνουν τη ρίζα μακριά. Κάποιος συντηρεί το μόσχευμα γιατί πεθαίνει εύκολα το πράσινο από πνεύμονα του κόσμου. Κάποτε πρέπει να γίνεται κανείς θαυματοποιός. Πίσω από τον πηλό να βλέπει πρώτα τη φωτιά, μετά το χώμα.
Ποιητική Συλλογή: Η Αφηρημένη Τέχνη Του ΄Εψιλον, Μανδραγόρας 2020
τραγούδια από σχολικές αυλές
πρώτα καθίσαμε οκλαδόν
έτοιμοι για τον μεγάλο κύκλο
από άλλο όνειρο
ακουγότανε μουσική φλογέρας
τα παιδιά στις σχολικές τάξεις
μάθαιναν να ντύνουν με μουσική
λύπες που αναμένονταν
εμείς περιμέναμε υπομονετικά
ένα μαντίλι να καθίσει πίσω μας
σαν πανί να μας σηκώσει για ορίζοντες
κι ύστερα
«δεν σου’ στειλα το μήλο και σ’ έχασα από φίλο»
αναγκαστικά
μεγαλώναμε γονατίζοντας
ψηλαφούσαμε ίχνη στο πάτωμα
ψάχναμε μια δική μας ρίμα
προμετωπίδα για όσα θα έπρεπε να ακολουθήσουν
κάποια στιγμή σηκωνόμασταν απότομα
παρακινημένοι από ανεπαίσθητο χτύπημα στην πλάτη
όρθιοι πια
στο ύψος της ανάγκης μας
αν απλώναμε όσο έπρεπε τα χέρια
θα μπορούσαμε να ακουμπήσουμε
τον ώμο μιας άγνωστης ακόμα ευτυχίας
«δεν σου’στειλα το μήλο και σ’ έχασα από φίλο»
μα μ’ ένα πορτοκάλι
θα σε κερδίσω πάλι»;
αν πεις το ναι
τσίμπα με
μην είναι πάλι ψέμα
αμετανόητοι
αν βλέπω γυρισμένη τη μορφή σου
τι ακριβώς απομακρύνεται από το ωραίο
τι δεν χαρίζεται
μα επιλέγει συνεχή αναχώρηση;
απέναντι ολόρθη μονάχα η θάλασσα
φεύγεις για ταξίδι
ή για πνιγμό
θέλω να ξέρω
αν πρέπει πλέον
να ταξιδέψω σε άλλο πειρασμό
ή
τι θα έχω αντισταθμιστικά να καταβυθίσω
στην κόχη των δακρύων
επιβάλλεται αλμυρή η μεταμέλεια
τρία τέταρτα της θλίψης άνωση
ίσα ίσα να νοστιμίζει
ό,τι δεν φάγαμε
ό,τι δεν ήπιαμε
σώμα και αίμα που δεν μας μετέλαβε
παραμένουμε αγνοί αμαρτωλοί
ευελπιστούμε αμετανόητοι
επειδή το χώμα μας προδίδει
ολόκληρη η πόλη βούλιαζε κάτω από τα σπίτια
ρουφούσε μία μία τις αγάπες
μια ανάγκη να υπάρξουμε στην απουσία τους
λέω πως έχει φύγει
η πόλη, αυτή που με αγάπησε
ο κόσμος πια απλώνεται
στη μνήμη σαν μπουγάδα
να τον παίρνει πέρα δώθε
η νύχτα κι η στιγμή
έχει σημασία να υγραίνεται η ζωή από ιδρώτα
λιγότερο από δάκρυα
όσο το αλάτι μπορεί να καθορίζει
την επιθυμητή γεύση των θαυμάτων
το σκοτάδι πάντα συνεργός
όλο το βράδυ σκύβω
δίνω φιλιά στη γη
φυτεύω τόσες ωριμότητες
την αυγή ένα ένα ξεθάβει εκείνη
βαθιά κρυμμένα μυστικά μου
κατάστηθα τα παίρνω
σταμάτα, κάποτε, φωνάζω
πολύ το χώμα κι έχω πια πνιγεί
εκείνη τότε ανοίγει το τελευταίο της στόμα
μνήμη, ανάμνηση
οριζόντια, ακίνητη
σκιᾶς ὄναρ
ό,τι απομένει στους μεταμεσονύχτιους κόσμους
ο από μηχανής εαυτός μου
Βαβέλ σε δύο μόνο γλώσσες
μιλούσαμε εν τέλει μία άλλη γλώσσα;
εσύ αυτή του δρόμου σου
ενός έρωτα που διαλαλούσε την πραμάτεια του
σαν πλανόδιος γητευτής
κι εγώ αυτή που υπέθαλπαν οι ποιητές;
λέξεις ξεψυχούσαν από ανάγκη να επιζήσουν
η καύση των νεκρών και η παρερμηνεία τους
με σκότωναν
μέχρι που ξύπνησα με μια Δευτέρα Απουσία σου
μέρες που με έζησαν δίχως κρίση ευτελή
κι άλλες πολλές που μου΄βαζαν κατάστηθα
μια κάννη πυροβόλου λόγου σου
κι ας είχα πει ξεκάθαρα τόσες φορές
εγώ που ξέρω να λατρεύω τη λύπη
κατάματα να κοιτώ τον χρόνο που μας ξοδεύει:
να μ΄αγαπάς
να μ΄αγαπάς
όσο δεν τόλμησε η χαρά
Ποιητική Συλλογή : Rem, Μανδραγόρας 2019
Η θεία κοινωνία της μέρας
Πάρε ψωμί, πάρε αντίδωρο
Βρέξε τη σκέψη με κρασί
Μέθυσε την πίκρα
Και κάτσε ύστερα να την ακούς να τραγουδάει
Είναι μια θεία κοινωνία τούτη η μέρα
Προτού τη συναντήσουμε νηστέψαμε για μέρες
Μείναμε μακριά από τη χαρά
σαν ασκητές μιας άγνωστής μας κρύπτης
Περπατήσαμε με άγρια θηρία
Χαϊδέψαμε αναπάντεχες ανεμώνες
μες στα χωράφια που τα έσπερνε η ανάγκη επιβίωσης
Τα βράδια ερχόταν πάντα ένας ψαλμός
κρατώντας τον ρόγχο από τον τελευταίο θάνατο μαρτύρων
Τότε πέφταμε αυθόρμητα στο πάτωμα
λες και μας έσπρωχνε ένα σέβας ή ένας φόβος
Ποιος τα ξεχώρισε ποτέ τα δυο
Τα σύνορα εύκολα κανείς διαβαίνει
όταν κινείται ανάμεσά τους σαν ταλάντευση εκκρεμούς
Ρολόι σπασμένο από τον ίδιο τον χρόνο του
Προσκυνούσαμε λοιπόν και ετοιμαζόμασταν
για τούτη τη μεγάλη εικόνα αναστάσεως
Όταν εμπρός της θα βρισκόμασταν
να ήμασταν έτοιμοι
με μια φωνή ρομφαία που διαπερνά τα σκότη
νηστικοί και διψασμένοι αεί να ψάλλουμε
Αλληλούια
Επιζήσαμε τόσων νεκρών
και ημερών ημιθανών
Τώρα στην άλλη σκέψη πια
ποιος θάνατος μπορεί να μας σκοτώσει;
‘Εκρηξη του ατελούς
Τα απογεύματα
τι λίκνο, αλήθεια, της μνήμης
καθώς ο ήλιος αφοπλίζεται
και μια μάχη ακόμα τελειώνει
μέσα στην έκρηξη του ατελούς
Τα μικρά σύννεφα καμώνονται πως αύριο δεν θα μεγαλώσουν
Θα αψηφήσουν τους κανόνες της ζωής
Θα ακολουθήσουνε μονάχα συμφωνίες του θανάτου
Για να μπορεί ο κόσμος να γυρίζει πάντα
γύρω από την προσδοκία μικρών χελιδονιών
«Από πίσω σαν ψαλίδι
Από κάτω σαν βαμβάκι
Τι είναι;»
Σκέφτεσαι καθώς γέρνει ο χρόνος και βουτάει
σαν άτσαλος κολυμβητής στη λίμνη Αχερουσία
πως άλλο δεν είναι από πληγή
που κόβει συστηματικά τα δάχτυλά σου
Ύστερα κάνει πως τα περιθάλπει
με βαμβάκι λευκό, ιαματικό
Να ’χει το κόκκινο ζωηρά να αποτυπώνεται
Ζωηρά να μετασχηματίζεται σε πάθος
Μικρή ανταπόδοση για τη μεγάλη σου ευαισθησία
σε ρωγμές βεβαιότητας
Πάντοτε λίγο
Λίγο το ψωμί
Πάντοτε λίγο κάρπιζαν τα μάτια
Κι ύστερα μοίραζαν μπουκιά μπουκιά το χρώμα
μες στο πηχτό σκοτάδι
Μα τώρα φτάσαμε να τρεφόμαστε μονάχα με τη σκέψη
με φαντασία επικίνδυνη
για κάθε ομαλή προσγείωσή μας στο ανέφικτο
Κι όλα καλά μέχρι το βράδυ
όταν μαζεύαμε σε μια απόχη τα φτερά της πεταλούδας
και τα κολλούσαμε ύστερα στα βλέφαρα
να έχουν έγχρωμες μικρές εκρήξεις προς το άπειρο
Να μη μετράμε θέλαμε το λίγο
Μονάχα να το επεκτείνουμε
σε ένα κρεβάτι του Προκρούστη
που στήναμε στη σκάλα του ουρανού
κι ανεβοκατεβαίναμε ως εκεί που δεν κοντεύαμε
να τσακιστούμε από ζηλόφθονο άστρο
Μα κάθε που νύχτωνε
ήτανε λες και άνοιγε μες στην καρδιά μας
μια τεράστια επιθυμία αχόρταγη
με δόντια τροχισμένα από άδικο
σαν θηρίο σε ζούγκλα πεινασμένο
που γύρευε μια λεία ανυποψίαστη
Άξαφνα εκεί μες στην τρεχάλα και το ψάξιμο
ένας πυθμένας άνοιγε χωρίς την είσοδό του
Κι εμείς όλο και μπαίναμε κρυφά από την έξοδο
σαν να ’μασταν παράνομες ευχές
που θα ’πρεπε να κρύβονται
από αυστηρούς αγίους
Ποιητική Συλλογή: Χειμερία Ζάλη, Μανδραγόρας 2017
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Η Ελένη Αρτεμίου - Φωτιάδου κατάγεται από την Αμμόχωστο. Είναι Επιθεωρήτρια Δημοτικής Εκπαίδευσης, κάτοχος ΜΑ στην Εκπαιδευτική Διοίκηση και Πολιτική και υποψήφια διδάκτωρ Πολιτικής Φιλοσοφίας. Της έχει απονεμηθεί, επίσης, μεταπτυχιακός τίτλος στις Τέχνες και τη Λογοτεχνία. (Master of Arts and Literature) Ασχολείται με την ποίηση και την πεζογραφία, καθώς και με το ραδιοφωνικό και τηλεοπτικό σενάριο. ΄Εχει εκδώσει 21 βιβλία: έντεκα ποιητικές συλλογές, μία συλλογή διηγημάτων και εννέα βιβλία για παιδιά. Το λογοτεχνικό της έργο έχει τύχει πολλών διακρίσεων και έχει βραβευτεί σε πανελλήνιους και διεθνείς διαγωνισμούς. Ποιήματα και διηγήματά της έχουν συμπεριληφθεί σε ανθολογίες, ενώ αρκετά ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικούς ιστότοπους. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά και ιταλικά.