Σήμερα θα σας παρουσιάσω έναν πολύ νέο ποιητή από τη Λάρνακα, τον Παύλο Ανδρέου. Ο καλεσμένος μου, σπουδάζει Νομική στην Αγγλία κι ασχολείται με την ποίηση και τη στιχουργική. Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς σ'αυτό το παιδί; Τις πρωτότυπες ιδέες, τον λεκτικό πλούτο, την επαφή με τον συναισθηματικό του κόσμο, την αφηγηματική και εικονοπλαστική δύναμη του λόγου του, την προσωπικότητα στο γράψιμο; Αισθάνομαι αισιοδοξία όταν "τα νέα άνθη της λογοτεχνίας" αποδίδουν τέτοιους ώριμους κι εύγευστους καρπούς. Θα γνωρίσουμε τον ποιητή μας ,μέσα από έξι ποιήματα κι ένα τραγούδι σε στίχους δικούς του.
ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ
Δεν ήταν το ασπράδι των ματιών
που συσπάται στον ουρανό.
Ήταν η μαύρη κόρη των ματιών
η θυγατέρα όλων μας.
Δεν έχουν άλλο πια τα δάκρυα
αντισηπτικές ιδιότητες.
Έτσουζαν σε κάθε πετάρισμα
οι βολβοί
στο ξεχείλισμα μιας λίμνης.
Μαράζωνε η ίριδα
στο λίγο φως
μιας δύναμης.
Η μαύρη κόρη γύρισε.
ΙΔΙΟΠΟΙΗΣΗ
Ο παππούς, ένδακρυς, σχολίαζε εμφατικά
το γέμισμα του ήλιου
ναρκωμένος σε μια ενδοφλέβια θάλασσα.
Να μου μιλά, να της μιλά.
Ο εκσφενδονισμός των διηγήσεών του
μεταφερόταν απ’ τον ουρανό
πίσω σ’ αυτόν.
Παππού, είμαι η επαλήθευσή σου.
Κι αν τώρα η μνήμη σου στένεψε
θυμάμαι εγώ να σου πω για την Αμμόχωστο.
Το χρώμα που ιδιοποιήθηκε ο ήλιος.
ΠΑΛΙΟ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ
Από ένα παλιό λεωφορείο
αποβιβάστηκα κουρελιασμένος
στην εσχατιά
μιας πράσινης γραμμής.
Έσκαψα την προσφυγιά στους ώμους
τις αποσκευές άρπαξα στα χέρια
σκούρες κηλίδες αίματος
στάζουν στα παπούτσια
και μένω χωρίς σάνδαλο.
Μπαίνει το δάκρυ στην παρέλαση
με ανυπόκριτο το βήμα
παντού «εν-δυο-εν».
ΦΕΥΓΑΛΕΟ ΒΛΕΜΜΑ
Τα μόνα που μπορέσαμε να πούμε
ήταν αυτά που φοβηθήκαμε.
Τα άλλα που δεν μας τρόμαξαν
τα πήραμε μαζί μας.
Σαν κάποιος να ετοιμάζεται απρόβλεπτα
να κρίνει την ψυχή μας.
Σκοπούσαμε να καταλάβουμε τη θάλασσα
κι ύστερα το κύμα.
Δεν είπαμε τίποτα
γείραμε στα καλοκαίρια.
Κι έτσι η εκδικήτρα θάλασσα
αρνείται να επιστρέψει την ελπίδα.
Εμείς που αντισταθήκαμε στα πρέπει της
έχουμε γενναία δόση αλατιού
στο αίμα μας.
Η μυλόπετρα αλέθει την άμμο.
Τα όνειρα πρόλαβαν κι έγνεψαν
έστω για λίγο, στο φως.
Α ΜΠΕ ΜΠΑ ΜΠΛΟΜ
«Α μπε μπα μπλομ»
κι εσύ έδειχνες εμένα.
Να κλείνω μάτια, να μετρώ
κρυμμένα χρόνια.
Έφυγες και μ’ άφησες μονάχο
να τα φυλάω στον τοίχο.
«Φτου και βγαίνω»
από μια κούνια πέρασες
τρίζουν οι πατημασιές σου.
Κοντανασαίνοντας,
«Πού κρύφτηκες και δεν σε βρίσκω;».
Η τσουλήθρα που σκαρφάλωνες
ξαπόσταινε σ’ οροσειρές.
«Να μην χαθεί ξανά κανείς»
είπα στον εαυτό μου.
«Φτου ξελευθερία για όλους»
και τα φυλάω απ’ την αρχή.
«Α μπε μπα μπλομ»
κι εσύ πυξίδα
να δείχνεις πάντα εμένα.
ΕΓΚΥΜΟΝΟΥΣΑ ΘΑΛΑΣΣΑ
Ποιανού τα πόδια
γαργαλάει το κύμα, γιαγιά;
Για ποια οικογένεια
κοιλοπονούσε η θάλασσα
σε μια παρένθετη μητρότητα;
Σπασμωδικά φουσκώναμε μπρατσάκια
ένα ολόκληρο καλοκαίρι μεταξύ μας.
Σκέψου σε ποιο μέρος
ήταν που κολύμπησες
το πρόσθιο της ελευθερίας;
Σε τσιγκλώ να θυμηθείς
τα κουκούτσια που δεν έφτυσες.
Μακάρι να με κοίταζες αδάκρυτα
για να καταλάβω
ποιο έμβρυο της θάλασσας
πιτσίλισε πεντάρφανο το κύμα
λίγο πριν τον τοκετό σου.
ΑΠΙΑΣΤΟ ΝΥΦΙΚΟ (Τραγούδι)
Στίχοι: ΠΑΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ
Μουσική-ερμηνεία: ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΡΑΜΑΛΛΑΚΗΣ
Ξάγρυπνος ναυτικός
κατάρτια ιδρωμένα.
Σύρθηκα ηθικός
πανιά εξαντλημένα.
Ένα παπούτσι πέταξα
άγκυρα να το κάνω
η θάλασσα αραίωνε
και τα ταξίδια πάνε.
Άπιαστο νυφικό
ράφτης ο Ποσειδώνας.
Ύβρις με τιμωρεί
μπατζάκια διπλωμένα.
Ένα παπούτσι πέταξα
άγκυρα να το κάνω
η θάλασσα αραίωνε
και τα ταξίδια πάνε.
Φυσαλίδες στο νερό
ρουθούνιζε η γοργόνα.
Τραγουδούσε τον χαμό
κοινού θνητού θανόντα.
Ένα παπούτσι πέταξα
άγκυρα να το κάνω
η θάλασσα αραίωνε
και τα ταξίδια πάνε.
Βιογραφικό σημείωμα
Ο Παύλος Ανδρέου γεννήθηκε το 2000 στη Λάρνακα. Σπουδάζει Νομική στην Αγγλία. Συμμετέχει ενεργά στην ποίηση, ενώ παράλληλα γράφει στίχους για μελοποίηση. Το πρώτο του τραγούδι "Άπιαστο Νυφικό" κυκλοφόρησε με videoclip στο YouTube.