Το λιμάνι στην ποίηση (ποιήματα)

Το λιμάνι στην ποίηση (ποιήματα)

Λιμάνι, η αγκαλιά που αράζουν τα καράβια. Σύμβολο σταθερότητας στις σχέσεις. Για να δούμε τι είπαν γι' αυτό οι ποιητές!

Η μαϊμού του ινδικού λιμανιού-ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ

Κάποτε, σ' ένα μακρινό λιμάνι του Ινδικού,
δίνοντας μία πολύχρωμη μεταξωτή γραβάτα
σ' έναν αράπη, μία μικρήν αγόρασα μαϊμού
με μάτια γκρίζα, σκοτεινά και πονηρία γεμάτα.

Ένα τσιμπούκι δάγκωνε στο στόμα της χοντρό
και το 'βγαζε όταν ήθελε μονάχα να φυσήσει
έναν καπνό πολύ βαρύ, που, ως μου 'πε ο πουλητής,
ήταν οπίου, που από μικρή την είχε συνηθίσει.

Τις πρώτες μέρες μοναχή στης πλώρης μία γωνιά,
ξερνούσε και με κοίταζε βουβή και λυπημένη,
μα σαν επέρασε καιρός, ερχόταν μοναχή
κι ώρες πολλές στον ώμο μου ξεχνιόταν καθισμένη.

Όταν στη γέφυρα έκανα τη βάρδια της νυχτός
κι η νύστα βασανιστικά τα μάτια μου ετρυπούσε,
στον ώμο μου κρυώνοντας στεκόταν σκυθρωπή
και σοβαρά μαζί μ' εμέ τον μπούσουλα εκοιτούσε.

Στα πόρτα της αγόραζα μπανάνες και γλυκά
κι έξω με μι' άλυσο μικρή την έβγαζα δεμένη
κι αφού σ' όλα καθόμαστε κι επίναμε τα μπαρ,
στο φορτηγό γυρίζαμε κι οι δυο μας μεθυσμένοι.

Δε θύμωνε και μου 'δειχνε πολύ πως μ' αγαπά,
ούτε κακά την άκουσα ποτέ να μου γρυλίσει.
Φαινόταν πως συνήθισε τις κακουχίες κι εμέ,
κι εγώ σαν έναν άνθρωπο την είχα συνηθίσει.

Κάποια φορά που επήγαινα μαζί της σκεφτικός
εξέφυγ' απ' τα χέρια μου χαρούμενη και πάει.
Είχε προτέρημα πολύ μεγάλο: να σιωπάει.
Μα κάτι είχε απ' την ύπουλη καρδιά της γυναικός.

Πηγή: Μαραμπού,1933

Λιμάνι-ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ

0 ένας κάθισε σε μια κουλούρα καραβόσκοινο,
άναψε την πίπα του. Ο άλλος
αγόρασε μια εφημερίδα απ’ το περίπτερο. Διαβάζει.
Ο τρίτος, μπρος στο καφενείο, σε μια καρέκλα. Εγώ
φοβόμουν κάποιο ολίσθημα στη νοτισμένη προκυμαία,
γι’ αυτό παρατηρούσα τ’ άλογα πού φόρτωναν στο πλοίο,
φροντίζοντας να διατηρήσω ισορροπία
ανάμεσα σε δύο αντίθετα, και τα δύο άγνωστά μου.

Πηγή: Υπερώον,2013

Θ΄ [Είναι παλιό το λιμάνι...]-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ

Είναι παλιό το λιμάνι, δεν μπορώ πια να περιμένω
ούτε το φίλο που έφυγε στο νησί με τα πεύκα
ούτε το φίλο που έφυγε στο νησί με τα πλατάνια
ούτε το φίλο που έφυγε για τ’ ανοιχτά.
Χαϊδεύω τα σκουριασμένα κανόνια, χαϊδεύω τα κουπιά
να ζωντανέψει το κορμί μου και ν’ αποφασίσει.
Τα καραβόπανα δίνουν μόνο τη μυρωδιά
του αλατιού της άλλης τρικυμίας.

Αν το θέλησα να μείνω μόνος, γύρεψα
τη μοναξιά, δε γύρεψα μια τέτοια απαντοχή,
το κομμάτιασμα της ψυχής μου στον ορίζοντα,
αυτές τις γραμμές, αυτά τα χρώματα, αυτή τη σιγή.

Τ’ άστρα της νύχτας με γυρίζουν στην προσδοκία
του Οδυσσέα για τους νεκρούς μες στ’ ασφοδίλια.
Μες στ’ ασφοδίλια σαν αράξαμε εδώ πέρα θέλαμε να βρούμε
τη λαγκαδιά που είδε τον Άδωνι λαβωμένο.

Γιώργος Σεφέρης, 1935, Μυθιστόρημα.

Στο ψαρολίμανο-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ

Ω καλοθύμητες βραδινές ώρες!
πριν αναφτούν στα σπίτια τα λυχνάρια,
δίνονται στο μουράγιο σα μουλάρια
βαριές απ'τα βρεγμένα δίχτυα οι πλώρες.

Κι ανάμεσα από ξάρτια και κατάρτια
ψαράδων αδελφές,γυναίκες,κόρες,
φέρνουν ορθοστημένες κανηφόρες
τα ψαροκόφινα γεμάτα ψάρια.

Στου τηλεγράφου κελαηδούν τα τέλια
δυο χελιδόνια. Οι πάπιες σκουν στα γέλια.
Μια χήνα τα λευκά φτερά της λούζει.

Κι η θάλασσα,που τη χαϊδεύει ο μπάτης,
κυλώντας απαλά τα κύματά της
μοσχοβολά σα νιόκοπο καρπούζι.

Πηγή: Μεγάλη Σχολική Ποιητική Ανθολογία Σταύρου Ζήγου,Εκδόσεις "Μητρέλη",Πάτραι

Κατέβηκα στο λιμάνι - ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ

Κατέβηκα στο λιμάνι κ' είδα τα χρόνια μου
και τα καράβια να φεύγουν.
Ήτανε όμορφα η θάλασσα στολισμένη,
αλλά ήσουν μακριά.

Και παρακάλεσα το Θεό
να μ’ αφήσει να ξενυχτήσω
κάτω από ένα του αστέρι
να σταματήσει για λίγο
στη θάλασσα τα καράβια
να σταματήσει τα χρόνια μου

γιατί ήσουν μακριά.

Πηγή: Ο χρόνος και το ποτάμι,1957

Ένας άνθρωπος στο λιμάνι-ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ

Η πίκρα του έγινε μια πέτρα του τίποτα
δε θα μπορούσε πια να την άνοιγε.
Τα χείλη του σφίχτηκαν. Έστεκε ακίνητος
σαν απολίθωμα που ξέβρασε η θάλασσα.
Τα δέκα του δάχτυλα τα βάσταζαν κάτι
φλέβες που κρέμονταν,γιομάτες αλάτι,
φύκια που σάπιζαν΄ ενώ τα ξυπόλητα
πόδια του,τρύπια,φαγωμένα,θαρρείς
κ'ήταν ένα σχεδόν με την πέτρα
που πάταγαν.

Όταν νυχτώνει
δε βλέπεις καλά. Θαρρείς κ'έχουν χάσει
πια τα όριά τους οι πέτρες κ'οι άνθρωποι.

Πηγή: Το βάθος του κόσμου,1961

Ο δρόμος κάτω από το λιμάνι-ΑΛΕΞΙΟΣ ΜΑΪΝΑΣ

Κι αν υπήρχαν πουλιά
(τότε) φωνές χαμένων πουλιών·
γιατί η κούραση θα φέρει πάλι
την άγνοια.
Οι μέρες περπατήσαν αργά
συρθήκαν κακοτράχαλα κάτω απ’ τη ζέστη
μέσα στον άλλο ήλιο
αυτόν της δίψας μας
αφήσαν να κυλήσει σαν χαλίκι
ο φόβος τους στα δρομάκια
ο φόβος που πιστέψαμε πως είναι
η φαντασία του παιδεμένου
το κίνητρο του φυγά, η επιτυχία της φάμπρικας
και κατέβηκαν τις ανηφόρες των λόφων
προς τα σπίτια όπου
ζούσαν όλοι ίσοι και σκλάβοι
παράγκες ροβολώντας στα σκάμματα των οδών
με σκυλιά να ψοφάνε τσίγκινα στα κατώφλια
και πεταμένα ορθογώνια χαλιά για κήπους
με λουλούδια πλεγμένα
ανάμεσα σε σταυρούς
κι αγκυλωτά μοτίβα
με λάσπες και τρύπες
αφού παίζουν συχνά τα παιδιά,
πέτρες ριγμένες με λαστιχένιες σφεντόνες
από σπασμένα υπαίθρια καμίνια όπου βράζουν
καζάνια με σούπες και
μπουγάδες από σκέτο νερό,
και στο τέλος του πλέγματος
εκεί που τελειώνει βαλαντωμένο το εδώ
κι αρχινούν τα φουγάρα των πλοίων
εκβάλλει και σκιάζει το μόλο στοργικά ο καπνός
χωρίς φλόγα
δημιουργώντας την απτή αδιάφθορη αίσθηση
πως δεν αρκεί η φτώχεια του σκελετού των τειχών
μιας αποθήκης σπασμένης
στεγάζοντας υπέρογκη την αχρηστία
το άδειο
για να νιώσει κανείς μετανάστης
ούτε η προφορά σε τόσες γλώσσες
ονομάτων στα ναυάγια
ψάχνοντας για σημάδια της μάχης
στις πανοπλίες των μακρόστενων τάνκερ.

Πηγές: "Το περιεχόμενο του υπόλοιπου", Εκδόσεις Γαβριηλίδης,2011

Λιμάνι Αιγιάλης- ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΝΤΟΥΜΗ

Από το πλοίο ακούγεται ένας μεταλλικός τριγμός που θυμίζει θρίλερ
της δεκαετίας του ’90. Σαν το πελώριο κήτος που απειλεί το υποβρύχιο
και το πλήρωμα νιώθει δέος. Το ίδιο νιώθω κι εγώ. Μερικές
παρεμβολές από τη μουσική της διπλανής ταβέρνας και κάτι παιδιά
που τρέχουν, παραδόξως, το κάνουν ακόμα χειρότερο. Το στέρνο
μου έχει κοκκινίσει, μπορεί να έχω πίεση, μπορεί να το χτύπησα
και να μην το θυμάμαι. Νιώθω τέτοια γαλήνη που το τηλέφωνό μου
έκλεισε σ’ εκείνο το σημείο του καβγά• σαν να με πυροβόλησαν. Το
αγόρι στο ποδήλατο γύρισε και με κοίταξε, σαν να ήξερε πως μόνο
εγώ κατάλαβα ότι το λάστιχό του είναι ξεφούσκωτο. Στρέφω το
βλέμμα στην παραλία. Με εντυπωσιάζει το πώς κάποιοι μικροκαμωμένοι
άντρες συγκαίγονται, πώς ο κύριος με τα κροκό παπούτσια
περπατά με τόση άνεση στην άμμο, πώς ο άλλος κύριος στο βάθος
σκουπίζει σχολαστικά το μουστάκι του σαν να φοβάται μην κρυώσει
το στόμα του.
Άλλη φορά άμα δείτε μια κοπέλα να κάθεται τόση ώρα μόνη της,
ρωτήστε την μήπως θέλει παρέα. Αν δε θέλει, δεν πειράζει, θα σας
διώξει.

Πηγή:Love me tender, Σαιξπηρικόν, 2018

Το λιμάνι-ΝΙΚΟΣ ΚΡΑΝΙΔΙΩΤΗΣ

Έφυγαν τα καράβια με τα γκρίζα
τ' ακάθαρτα πανιά, και με τους ναύτες
που βρίζαν και λερώσαν το λιμάνι.

Έφυγαν τα καράβια, κι ιριδένιο
το φως με χρυσαχτίδες πλημμυρίζει
τον πράσινο βυθό και τ' άσπρο κύμα.

Κι είν' ήσυχοι όλοι οι μώλοι και καθάριοι
κι οι άδειες αποβάθρες νανουρίζουν
τον ίσκιο τους στα χάδια των κυμάτων.

Και το λιμάνι έχει πια τώρα μεγαλώσει!
Μα τα καράβια φεύγοντας, μαζί τους
πήρανε την ψυχή που του 'χαν δώσει...

Πηγή: Ανθολογία Περάνθη

Λιμάνι-ΙΑΣΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ

Σκοτεινό το λιμάνι και βρέχει.
τα καράβια στο μώλο δεμένα
στη νυχτιά συλλογιούνται θλιμμένα
κάποια ξένα λιμάνια μακριά...

Είν'ομίχλη πηχτή και δε βλέπεις
στα πλευρά τ'όνομά τους γραμμένο.
κι αν φανεί,θα το δεις ματωμένο
απ'του φάρου το κόκκινο φως.

Η βαριά μυρουδιά τους ξυπνάει
πλήθος μνήμες στην κρύα γαλήνη
κι από έν'ανοιχτό φινιστρίνι
μιας κιθάρας λυγμός φτερουγά...

Πηγή: Φωνές στο Πεντάγραμμο

Στου λιμανιού το πέλαγος -ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΙΚΕΛΗΣ

Τον πόνο ρίχνεις βρε ζωή στου ναυτικού τη ράχη,
σαν φεύγει από το πέλαγος και φθάνει στο λιμάνι,
σε άλλο μαύρο πέλαγος αρχίζει άλλη μάχη,
στο πέλαγος το σκοτεινό και του καπνού ντουμάνι.

Στο πέλαγος τούτο της βρωμιάς και της ακολασίας,
θυμάται που ναυάγησε και όρκο είχε κάνει,
ζητώντας την απόλαυση σε ώρα απελπισίας,
τώρα ζητά τη λύτρωση τον πόνο του να γιάνει.

Και να ξεχάσει προσπαθεί ο νους του όσα βγάζει,
της ναυτικής του της ζωής στα διάφορα πελάγη,
στο πέλαγος τ’ ωκεανού π’ ο θάνατος ουρλιάζει,
στο πέλαγος του λιμανιού της ηδονής αρπάγη.

Το αλκοόλ για συντροφιά την νικοτίνη αρπάζει,
πόνος βαρύς της μοναξιάς παντού τον αγκαλιάζει,
σαν τα ποτήρια γρήγορα αδειάζουν και γεμίζουν,
τα χνώτα, η ανασαιμιά, μαύρο καπνό μυρίζουν.

Και προσπαθεί με το ποτό τον πόνο του να πνίξει,
για να γλυκάνει την καρδιά σ’ αυτήν εδώ την άκρη,
στο πέλαγος της λησμονιάς τις πίκρες του να ρίξει,
αρμύρα έχει η θάλασσα αρμύρα και το δάκρυ.

Να νιώσει λίγη ζεστασιά να νιώσει αναγάλλια,
να φθάσει σε χαράς κορφές έστω για λίγο μόνο,
και η ματιά του να σταθεί σε ρόδιν’ ακρογιάλια,
ΧΑΡΕΣ που ξεπληρώνονται μονάχα με τον ΠΟΝΟ.

Απονομή Γ΄ ΒΡΑΒΕΙΟΥ από τον ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΟΜΙΛΟ ΚΥΠΡΙΩΝ στον Παγκόσμιο Λογοτ. Διαγωνισμό 2018

Λιμάνι αλαργινό -ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ

Πετροστηλόφωτες φωνές, σε εγχάρακτες διαθήκες.
Ψαλµιζουν αντιστικτικά, χαρµόλυπα βλοητάρια.
Και µε αγιοκέρια Ομηρικά, επτάφωτες λυχνίες.
Ενφαίνουν γράµµατα ακατάσειστα, πυρόγραφτα στου αιθέρα.
Τη Βίβλο την ανάλωτη του Ηλιάτορα αγκωνάρι.
Βίβλο, λιμάνι αλαργινό, µε ηλιοστάλακτο θόλο.
Λιμάνι αχείμαστο, ξένιο και καβοντορισμένο.
Να δένουν οι ευλογητοί τα εύπλοα σκαριά τους.
Με παλαμάρια ένγλυπτα, ηλιοσκαλισμένα.
Δεσίματα στου Συν Παντός το πυρωμένο κέντρο.

 Πηγή: https://stixoi.info/

Λιμάνι Ι Ι -ΕΛΣΑ ΚΟΡΝΕΤΗ

Αγαπητοί συμπολίτες
Όλοι μπορείτε να εμφιαλώσετε
ένα όνειρο μέσα σ’ ένα ποίημα
να το πετάξετε στο λιμάνι της αρεσκείας σας
κάνοντας μια υπόγεια προσευχή
Κι όταν αυτό με το πρώτο κύμα ξεχυθεί
σε άγρια πέλαγα και θάλασσες δαιμονικές
Η μόνη λέμβος διάσωσης στη σχεδία της τύχης
θα είναι η διάφανη ελαφρότητα του γυαλιού
κι ένα κενό αέρος ασπίδα στην ευθραυστότητα
Κάποτε θα προσθαλασσωθεί σ’ ένα λιμάνι παράξενο
που θα κοιτά τον κόσμο ανάποδα
Τότε ένα περίεργο παιδάκι με χέρι εξωτικό
θα πιάσει το μπουκάλι
θα βγάλει το φελλό κι
Ω, τι έκπληξη
το ποίημα
θα έχει σώσει το όνειρο
από βέβαιο
πνιγμό

Πηγή: https://stixoi.info/stixoi

Λιμάνια -ΕΙΡΗΝΑΙΟΣ ΜΑΡΑΚΗΣ

Λιμάνια σκοτεινά
λιμάνια πονεμένα
τι γίναν οι αφέντες σας
της θάλασσας οι μούτσοι
οι ναυτικοί, οι πλοίαρχοι
οι ασυρματιστές;

ξένε, γιατί ρωτάς
πες μας, τι θες να μάθεις
τίποτα πρωτότυπο
δεν έχουμε να πούμε
η θάλασσα πήρε τους αφέντες μας
κι όλα τα μαύρα βάθη
που όπως πάντα έκαναν
τα πέλαγη στον κόσμο
αφήνοντας μας ορφανά
μες του καιρού τα πάθη
να ψάχνουμε παρηγοριά
μέσα στα ξένα μπάρκα

Πηγή: https://stixoi.info/stixoi

Το λιμάνι-ΣΑΡΛ ΠΙΕΡ ΜΠΟΝΤΛΕΡ

Ένα λιμάνι είναι ένας τόπος όλο χάρες, για μια ψυχή που απόκαμε από τη σκληρή πάλη της ζωής. Η άπλα τ’ ουρανού, η διαβατάρικια των σύννεφων αρχιτεκτονική, της θάλασσας η ατέλειωτη εναλλαγή των αποχρώσεων, των φάρων τα λαμπρά φωτοβολήματα, είναι ένα πρίσμα θαυματουργό όπου δίνει πάντα χαρά στα μάτια δίχως να τα κουράσει ποτέ. Τα σχήματα τα ευγενικά των καραβιών, με τις περίπλοκες αρματωσιές, καθώς σαλεύουνε στο κύμα αρμονικά, διατηρούνε συνεχώς, μες την ψυχή, το αίσθημα της ευμορφίας και του ρυθμού. Και είναι, πριν απ’ όλα, μιαν ηδονή μυστηριώδης κι υψηλή, για κείνον που δεν του μείναν πια ούτε φιλοδοξίες ούτε περιέργειες, να κοιτάζει, ξαπλωμένος πάνω στη βίγλα ή ακουμπισμένος ήρεμα στο παραπέτασμα της προκυμαίας, όλη τούτη την κίνηση αυτών που επιστρέφουν κι αυτών που φεύγουν, αυτών που έχουν ακόμη τη δύναμη να θέλουν κάτι, τον πόθο να ταξιδέψουν και να πλουτίσουν.

Μετάφραση: Νίκος Εγγονόπουλος
Πηγή: Όταν οι άγγελοι περπατούν,Μεταίχμιο

Στο λιμάνι της Τζένοβας-ΝΤΙΝΟ ΚΑΜΠΑΝΑ

Στο λιμάνι αράζει το καράβι:
Μέσα στο λυκόφωτο που λάμπει,
στα ήσυχα κατάρτια,τα στιλπνά από χρυσό φως,
μες στο μυθικό τοπίο με τα πλοία,
που λικνίζονται στου άπειρου την αγκάλη,
μες στο βράδυ
το φλογάτο από ευτυχία,αστραφτερό
-μες σε μια μεγάλη,
με σε μια μεγάλη σκέπη από διαμάντια,
μες σε μια μεγάλη σκέπη,ζωντανή
απλωμένη απάνου στο λυκόφως-
άπαντα,ασταμάτητα,ξεφορτώνει το καράβι...

Και πως γέρνει από την κούραση,πως τρίζει!
σαν καρδούλα απαυδισμένη.
Κ'η σημαία του κάτου είναι ριγμένη
και χρυσό το πέλαο κι ο ουρανός!
Και,στο μώλο,
τρεχαλάνε τα παιδιά και ξεφωνίζουν
με κραυγές ευτυχισμένες.
Τσούρμο οι ταξιδιώτες τώρα βγαίνουν
και την περιπέτεια αναζητούνε
στην πολύβουη πολιτεία,
που δρομάκια και πλατείες ξεδιπλώνει.

Σιγά,σιγά,
το μέγα φως της Μεσογείου γλυκολιώνει
μέσα σε μια τεφρή,πετρένια ανταύγεια.
Και στα δρομάκια τα παλιά και τα βαθιά
γρικάς με μιας βουητό ζωής,
μιαν έντονη χαρά και φευγαλέα.
Σκέπη ευτυχίας απλώθηκε ο ουρανός
ολόχρυση απ'τον πλούσιο
νωπόν ήλιο.

Κ'η πολιτεία που δεν αργεί πολύ να καταλάβει,
τα φώτα της ανάβει.
Κ'η φλόγα απορροφά
τ'απομεινάρια του ήλιου
κ'υφαίνει ένα πανάλαφρο σκέπασμα λησμονιάς,
θαυμάσιο για τους κουρασμένους ανθρώπους.

Χαμένες στο λυκόφως το βουερό,
κάποιες σκιές ταξιδιωτών,
παράξενες και φοβερές,
πασπατευτά,σαν τους τυφλούς,
τραβούν προς την Σουπέρμπα

Πελώριο,μες σε λεπτήν
απόπνοια κατραμιού
και θάλασσας που μόλις ζει,
φρουρούμενο απ'τα ηλεκτρικά γύρω φεγγάρια,
το απέραντο λιμάνι αποκοιμιέται.

Μετάφραση: Κούλης Αλέπης
Πηγή:Νέα Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία Ρίτας Μπούμη- Νίκου Παππά,Διόσκουροι

Το βυθισμένο λιμάνι-ΤΖΟΥΖΕΠΕ ΟΥΝΓΚΑΡΕΤΙ

Φτάνει εδώ ο ποιητής
κι ύστερα επιστρέφει στο φως με τα άσματά του
και τα σκορπίζει
Από την ποίηση αυτή
μου απομένει
το τίποτα εκείνο
ενός ανεξάντλητου μυστικού

Μετάφραση: Φοίβος Πιομπίνος
Πηγή: Ξένη ποίηση του 20ου αιώνα, Μαρία Λαϊνά, Ελληνικά Γράμματα

Ένα πλοίο δεν κινδυνεύει στο λιμάνι-Gael Attal

Ένα πλοίο δεν κινδυνεύει στο λιμάνι,
Όμως τα πλοία δεν φτιάχτηκαν γι' αυτό.

Γιατί με όλη την ανθρώπινή μας λάμψη,
Δημιουργήσαμε το πλοίο των ονείρων μας.

Έχει σα στόχο την κατάκτηση της άγνωστης ακτής,
Την αναγνώριση, την αναζήτηση, το κατόρθωμα, την εξερεύνηση.

Ένα πλοίο είναι φτιαγμένο, για να πετά και να πετά,
Για να υποτάξει τον ορίζοντα, να κατακτήσει τον ουρανό.

Κι οι λίγοι από εμάς που δεν φοβούνται,
Να αντιμετωπίσουν την επικίνδυνη ταχύτητα της δίνης.

Είμαστε οι πλουσιότεροι άντρες που θα ονειρευτούν,
Και που θα πολεμήσουν μια θάλασσα ή ένα ρεύμα.

Και τα πλοία στα λιμάνια που ξοδεύονται άσκοπα,
Σαπίζουνε σιγά – σιγά και καταστρέφονται.

Ποτέ δε σπαταλήθηκε τόσο πολύ μια μέρα,
Όσο μία μέρα στο λιμάνι,

Όσο εκείνοι που μένουν πίσω.

Πηγή: https://averoph.wordpress.com

 

Έρευνα-επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Καραπάνου

 

 

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr