Το βαπόρι στην ποίηση (Ποιήματα)

Το βαπόρι στην ποίηση (Ποιήματα)

Ένα βαπόρι χαράζει πάντα τα όνειρά μας! Πολλά βαπόρια ταξίδεψαν στις θάλασσες των ποιητών! Για να δούμε τι μας είπαν!

Το τρελοβάπορο-ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

Βαπόρι στολισμένο βγαίνει στα βουνά
κι αρχίζει τις μανούβρες «βίρα-μάινα»
Την άγκυρα φουντάρει στις κουκουναριές
φορτώνει φρέσκο αέρα κι απ’ τις δυο μεριές

Είναι από μαύρη πέτρα κι είναι απ’ όνειρο
κι έχει λοστρόμο αθώο ναύτη πονηρό
Από τα βάθη φτάνει τους παλιούς καιρούς
βάσανα ξεφορτώνει κι αναστεναγμούς

Έλα Χριστέ και Κύριε λέω κι απορώ
τέτοιο τρελό βαπόρι τρελοβάπορο
Χρόνους μας ταξιδεύει δε βουλιάξαμε
χίλιους καπεταναίους τούς αλλάξαμε

Κατακλυσμούς ποτέ δε λογαριάσαμε
μπήκαμε μέσ’ στα όλα και περάσαμε
Κι έχουμε στο κατάρτι μας βιγλάτορα
παντοτινό τον Ήλιο τον Ηλιάτορα!

Πηγή: Οδυσσέας Ελύτης, Ο ήλιος ο ηλιάτορας, Ίκαρος, 1971

Το βαπόρι –ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ

Να ΄ναι ως να ΄χεις φύγει — με τους ανέμους — καβάλα
στο άτι της σιγής κι' όλα να πάεις
και vάv' πολλά καράβια, πολλή θάλασσα — μεγάλα
σύγνεφα πάνω — οι άνθρωποι κι' ο Μάης.
Κι' εντός μου εμένα να βρυχιέται — όλο να τρέμει —
βαρύ ένα βαπόρι και κατόπι
πάλι εσύ κι' ο Μάης κι' οι ανέμοι
κι' έπειτα πάλιν οι ανθρώποι, οι ανθρώποι.
Και να' ναι όλα απ' ό,τι φεύγει —και δε μένει—
σε μια πόλη ακατοίκητη, κι' εντός μου
ακυβέρνητο, όλο να σε πηγαίνει το καράβι
έξω απ' την τρικυμία τούτου κόσμου.

Πηγή: Άπαντες οι στίχοι

Στο βαπόρι-ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ

Ο αδύνατος ευγενικός κύριος
με το βυσσινί πόδι
φαίνεται πολύ ευτυχισμένος
αντίθετα με το κοριτσάκι
που κλαίει διαρκώς
γιατί η μαμά του δεν του αγοράζει
το μικρό ανεμιστηράκι·
κι εγώ πελιδνός ποιητής
«πράσινος ήλιος
τα δέντρα καίνε»
κάποτε θα περπατήσω
επί των υδάτων
όπως ο Ιησούς Χριστός.
Όμως επί του παρόντος
είμαι πολύ κουρασμένος
και σας Χαιρετώ
πέρα για πέρα
όπως ο Καραγκιόζης.

Πηγή: Καταβύθιση

H «Kλεοπάτρα», η «Σεμίραμις» κ' η «Θεοδώρα» -ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΠΑΡΑΣ

Ένα κάθε βδομάδα,
στην ορισμένη μέρα,
πάντα στην ίδιαν ώρα,
τρία βαπόρια ωραία,
η “Kλεοπάτρα”, η “Σεμίραμις” κ’ η “Θεοδώρα”,
ανοίγουνται απ’ την προκυμαία
στις εννέα,
πάντα για τον Περαία,
το Mπρίντιζι και το Tριέστι,
πάντα.

Xωρίς μανούβρες κ’ ελιγμούς
και δισταγμούς
κι’ ανώφελα σφυρίγματα,
στρέφουνε στ’ ανοιχτά την πρώρα,
η “Kλεοπάτρα”, η “Σεμίραμις” κ’ η “Θεοδώρα”,
σαν κάποιοι καλοαναθρεμμένοι
που φεύγουν από ένα σαλόνι
χωρίς ανούσιες χειραψίες
και περιττές.

Aνοίγουνται απ’ την προκυμαία
στις εννέα,
πάντα για τον Περαία,
το Mπρίντιζι και το Tριέστι,
πάντα –και με το κρύο και με τη ζέστη.

Πάνε
να μουντζουρώσουν τα γαλάζια
του Aιγαίου και της Mεσογείου
με τους καπνούς των.
Πάνε για να σκορπίσουνε τοπάζια
τα φώτα τους μέσ’ στα νερά
τη νύχτα.
Πάνε
πάντα μ’ ανθρώπους και μπαγκάζια…

H “Kλεοπάτρα”, η “Σεμίραμις” κ’ η “Θεοδώρα”,
χρόνια τώρα,
κάνουν τον ίδιο δρόμο,
φτάνουν την ίδια μέρα,
φεύγουν στην ίδιαν ώρα.

Mοιάζουν υπάλληλοι γραφείων
που γίνανε χρονόμετρα,
που η πόρτα της δουλειάς,
αν δεν τους δει μια μέρα να περάσουν
από κάτω της,
μπορεί να πέσει.

(Όταν ο δρόμος είναι πάντα ίδιος
τι τάχα αν είναι σε μια ολόκληρη Mεσόγειο
ή απ’ το σπίτι σ’ άλλη συνοικία;)
H “Kλεοπάτρα”, η “Σεμίραμις” κ’ η “Θεοδώρα”
είναι καιρός και χρόνια πάνε τώρα
του βαρεμού που ενοιώσαν την τυράννια,
να περπατούν πάντα στον ίδιο δρόμο,
να δένουνε πάντα στα ίδια λιμάνια.

Aν ήμουν εγώ πλοίαρχος,
ναι –si j’étais roi!–
αν ήμουν εγώ πλοίαρχος
στην “Kλεοπάτρα”, τη “Σεμίραμη”, τη “Θεοδώρα”,
αν ήμουν εγώ πλοίαρχος
με τέσσερα χρυσά γαλόνια
κι αν μ’ άφηναν στην ίδια αυτή γραμμή
τόσα χρόνια,
μια νύχτα σεληνόφεγγη,
στη μέση του πελάγου,
θ’ ανέβαινα στο τέταρτο κατάστρωμα
κι ενώ θ’ ακούγουνταν η μουσική
που θα’ παιζε στης πρώτης θέσης τα σαλόνια,
με τη μεγάλη μου στολή,
με τα χρυσά μου τα γαλόνια
και τα χρυσά μου τα παράσημα,
θα’ γραφα μιαν αρμονικότατη καμπύλη
από το τέταρτο κατάστρωμα
μέσ’ στα νερά,
έτσι με τα χρυσά μου,
σαν αστήρ διάττων

Πηγή: http://www.snhell.gr/

Κοριτσάκι με βαπόρι -ΕΛΕΝΗ ΧΩΡΕΑΝΘΗ

Πού πας, κοριτσάκι, με το βαπόρι
δίχως τιμόνι, χωρίς κουπιά;
Θα σου σκίσει το ξεροβόρι
τα μεταξένια σου άσπρα πανιά.

Πού πας; Θα μπλέξεις σε δρόμους μπλάβους,
το φως λιγνεύει. Δεν θα προκάνει
το καραβάκι σου να βγει απ’ τους κάβους.
Το άγριο κύμα θα το ξεκάνει.

Βιάζεσαι, τρέχεις να συμμαζέψεις
στην τρυφερή σου, μικρή αγκαλιά
κοχύλια, βότσαλα, ανθούς να κλέψεις
από τα κύματα στη σιγαλιά.

Φυλάξου. Σκέψου ό, τι έχεις γι’ απόψε,
μάζεψε λέξεις, ταίριαξε στίχους,
πρόσεχε, ύφαλοι, τη φόρα κόψε
κι απ' τους ανέμους σύναξε ήχους.

Κάνε, καρδιά μου, πριν έρθει το βράδυ
τώρα που οι θύελλες έχουν κοπάσει,
κλώσε τον στίχο σου στημόνι και υφάδι
και ύφανε, το όνειρο τόπο να πιάσει.

Ελένη Χωρεάνθη,

Π. Φάληρο, 9 Οκτωβρίου 2018

Πηγή: https://moschato-guide.gr/

Τα μοχθηρά βαπόρια-ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΑΡΙΖΩΝΗ

Απ’ το πρωί με κυνηγάει
ένα χρυσό τσεκούρι
μια γιγάντια νερόκοτα γεννάει
αμέτρητα αυγά στον ουρανό
ραγίζουνε σιγά-σιγά τα αυγά
βγαίνουν άγρια βαπόρια που μουγκρίζουν
χαρούμενοι ναύτες τα ταΐζουν ζάχαρη
κι άλλοι τα σπρώχνουν πάνω σε κορμούς
μέχρι τη θάλασσα
ένα-ένα γλιστρούνε τα βαπόρια
και βουλιάζουν στο νερό
πνίγονται οι ναύτες
σκορπίζει η ύποπτη ζάχαρη στο κύμα
εκείνα τρων τον καπετάνιο
θυμωμένα στον βυθό
κι όμως
σε είχα προειδοποιήσει από καιρό

μόνον η αγάπη σου μπορεί να τους διδάξει
τα ταξίδια.

Απ’ το πρωί
προσπαθώ να σου εξηγήσω
ότι μας έχει καταπιεί ένα βαπόρι.

Πηγή: Ο ράφτης Ραντοσλάβ από το 1470 ,Ίνδικτος,2001

Το απομεσήμερο ενός φαύλου-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ

Τράβα αγωγιάτη, καρότσα τράβα,
τράβα να φτάσουμε γοργά στην Κάβα!
Φύσα βαπόρι, βόα μηχανή,
να ’ρθούμε πρώτοι εμείς! — οι στερνοί.

Τα στερνοπαίδια και τ’ αποσπόρια
και τ’ αποβράσματα και τ’ αποφόρια
μιας μάχης που ήτανε γι’ άλλα κορμιά
για μάτια αλλιώτικα κι άλλη καρδιά.

Πολιτικάντηδες, καραβανάδες,
ψιλικατζήδες, κολλυβιστάδες,
μούργοι, μουνούχοι και θηλυκά —
τράβα αγωγιάτη! βάρα αμαξά!

Φτωχή Πατρίδα, στα μάγουλά σου
μαχαίρια γράφουνε το γολγοθά σου•
μάνα λιοντόκαρδη, μάνα ορφανή,
κοίτα αν αντέχεις τέτοια πομπή:

το ματσαράγκα, το φαταούλα
με μπογαλάκια και με μπαούλα•
τη χύτρα που έβραζε κάθε βρωμιά
λες και την άδειασαν όλη μεμιά

σ’ αυτούς ανάμεσα τους ήπιους λόφους
όπου μας κλείσανε σαν υποτρόφους
ενός αδιάντροπου φρενοβλαβή
που στο βραχνά του παραμιλεί.

Δες το σελέμη, δες και το φάντη
πώς θυμιατίζουνε τον ιεροφάντη
που ρητορεύεται λειτουργικά
μπρος στα πιστά του μηρυκαστικά.

Μαυραγορίτες από τα Νάφια
της προσφυγιάς μας άθλια σινάφια,
γύφτοι ξετσίπωτοι κι αρπαχτικοί,
λένε, πατρίδα, πως πάνε εκεί

στα χώματά σου τα λαβωμένα
γιατί μαράζωσαν, τάχα, στα ξένα
και δεν μπορούνε χωρίς εσέ —
οι φαύλοι: τρέχουνε για το λουφέ.

Cava dei Tirreni, 7. 10. 1944

Πηγή: Γιώργος Σεφέρης, Τετράδιο Γυμνασμάτων Β΄, Ίκαρος, Αθήνα

(Με Παλαμά και Λαπαθιώτη)-ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΑΚΗΣ

Με Παλαμά και Λαπαθιώτη
το ένα βράδυ πίσω απ’ τ’ άλλο·
ας έφτανε η νύχτα πρώτη
κι ας σιωπούσε – τίποτ’ άλλο.
Απ’ τα μεσάνυχτα απόψι
φιλώ τα μάτια της καλής μου
π’ αποκοιμιέται – κι έχει όψη
γλυκιά στον πόνο της ψυχής μου.
Ένα σημείο που βυθίζει
εκεί που τότε μεσουράνει!
Κάποιο βαπόρι θα σφυρίζει,
κάποιο θα δένει στο λιμάνι.
Κάτι σαν ποίημα, μεγάλο,
κάτι σαν κόσμος – τίποτ’ άλλο.

Πηγή: Νέα Εστία, τεύχος 1723, Μάιος 2000

Μια μέρα στο βαπόρι-ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΙΚΕΛΗΣ

Οκτώ η ώρα έφθασε και βγαίνει ένας-ένας,
και τη δουλειά του σήμερα να κάνει ο καθένας.

Να,του λοστρόμου πρόβαλε ο ναυτικός του σκούφος,
και πίσω του ακολουθεί το τζόβενο ο μπούφος.

Μαζί με τα ναυτάκια του μπογιές και ματσακόνι,
άλλος στο βίντσι,στ'άλμπουρο,άλλος βαριά σηκώνει.

-Κωστή,εσύ στη σκαλωσιά,στο άλμπουρο Θανάση,
Γιωργή στο Γιάννη θύμισε τη ζώνη μην ξεχάσει.

Πιάσε το σύρμα Γιακουμή τη μπίγα ν'αρματώσεις,
και τον Θανάση τον μικρό πρόσεχε μη μαλώσεις.

Είναι μικρός,πρωτόμπαρκος και δείξε του να μάθει,
γάσα πώς κάνουν το σχοινί πώς δένουν το καλάθι.

Την μπόμπα βάψε Παναγή και άφησε τ'αστεία,
κι όχι να βάψεις σήμερα τα πόδια τ'Αριστία.

Ο ένας κτυπά με το σφυρί κι ο άλλος ματσακόνι,
και κάποιος τρέχει γρήγορα να πάει στον Μαρκόνι,

Στα χέρια του ένα χαρτί κρατάει ζαλισμένος,
τον πρώτο γιο απόκτησε και είν'ευτυχισμένος.

Στο στόκολο στη μηχανή ο θερμαστής φωνάζει,
κλείσε το φάνι Μανωλιό για ρεύμα κατεβάζει.

Βάλ'την αντλία Κωνσταντή και τράβα τις σεντίνες,
και τα σπιράγια άνοιξε να μπούνε οι ακτίνες.

Δέκα η ώρα έφτασε,σημαίνει κοφιτάιμ,
ο μάστρο-Νίκος άρχισε τη γκρίνια του οβερτάιμ.

Ο καμαρότος έκοψε σαλάτα το μαρούλι,
κι ο καπτα-Πάνος καρτερεί για ήλιο καραούλι.

Με όπλο τον εξάντα του τον ήλιο περιμένει,
να βγει από τα σύννεφα μια ώρα τον προσμένει.

Και να,σημαίνει αλλαγή της βάρδιας,μεσημέρι,
κι ο μάγερας ο βιαστικός τροχίζει το μαχαίρι.

Τι γίνεται και τρέχετε και ποιος φωνάζει έτσι;
ο καμαρότος βιαστικά σερβίρει το γιουβέτσι.

Στη μία η ώρα βγαίνουνε και πάλι ένας-ένας,
και στη δουλειά που άφησε να πάει ο καθένας.

Και σαν τελειώσει η δουλειά τούτης της ημέρας,
στις πέντε πάλι φαγητό κι έξω φυσά αγέρας.

Και σαν το βράδυ μαζευτούν στο καπνιστήριο όλοι,
να παίζουν τάβλι ή χαρτιά, πειράζουν τον Μανώλη.

Ο μπάρμπα-Σπύρος ιστορεί στους νέους παραμύθια,
το πώς τα ψάρια έπιανε με δόλωμα ρεβίθια.

Τους λέει για βασιλόπουλα στις νότιες Ινδίες,
στο κρύο να σκεπάζονται με δυο χονδρούς μανδύες.

Άλλοι θα πουν στον Μανωλιό κιθάρα να τους παίξει,
στη βραδινή τη μοναξιά καθένας πώς θ'αντέξει.

Αν ο καιρός είναι καλός,στην πρύμη συζητούνε,
κάθε βραδάκι ξάστερο το σπίτι αναπολούνε.

Άλλοι πειράζουν το Γιωργή που είν'ερωτευμένος,
και στη φουρτούνα τη μικρή πάντοτε ζαλισμένος.

Θα στείλουν πάλι τον Κωστή αγγούρια να ποτίσει,
ή και στην πλώρη το πρωί τις κότες να ταΐσει.

Σιγά-σιγά αλλάζουνε στον ουρανό τ'αστέρια,
κι ο λαδάς στην κουπαστή με σταυρωμένα χέρια.

Συλλογισμένος στέκεται το πέλαγος κοιτάζει,
συχνά μονάχος κάθεται και βαριαναστενάζει.

Και τώρα μένει μοναχός μες στο βαθύ σκοτάδι,
δακρύζει και μονολογεί,πάει κι αυτό το βράδυ.

Σε λίγο νεκρική σιγή απλώνεται στην πρύμη,
μα η βοή της μηχανής δεν βγαίνει απ'τη μνήμη.

Ή κάπου-κάπου θα ακούς τον ήχο απ'την κιθάρα,
ωσάν την παίζει ο Μανωλιός μ'αγάπη και λαχτάρα.

Πηγή: Αντώνιος Μικέλης,360 θαλασσινές πορείες, ποιήματα,Αθήνα 2018

Εν πλω-ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΑΝΑΓΙΩΣΟΥΛΗΣ

Το βαπόρι γλιστρά σε ασημένιους αφρούς,
συνοδευόμενο από τους βόγγους των κυμάτων.
το φεγγάρι φωτισμένο ρολόι τ’ ουρανού
ξεγυμνώνει τους πόθους της νύχτας.

Εγώ στα βάθη του ωκεανού,
εκείνη στο μικρό λιμάνι,
οι ματιές μας συναντώνται μόνο
στον ολόφωτο καθρέφτη του φεγγαριού.

Πηγή: https://ennepe-moussa.gr

 

Έρευνα-επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Καραπάνου 

 

 

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr

Τα Cookies βελτιώνουν την απόδοση της σελίδας μας. Δεν αποθηκεύουμε προσωπικές σας πληροφορίες. Μας επιτρέπετε να τα χρησιμοποιούμε;