Ο πόλεμος στην ποίηση (Ποιήματα)

Ο πόλεμος στην ποίηση (Ποιήματα)

Στον απόηχο της εθνικής μας γιορτής,θα θυμηθούμε κάποια ποιήματα για τον πόλεμο και τα δεινά του!

Ο πόλεμος-ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ

Οι δείχτες κοκαλιάσανε κι αυτοί στην ίδια ώρα.
Όλα αργούν πολύ να τελειώσουνε το βράδυ, όσο
κι αν τρέχουν γρήγορα οι μέρες και τα χρόνια
Έχει όμως κανείς και τις διασκεδάσεις του, δεν μπορείς να πεις·
απόψε λ.χ. σε τρία θέατρα πρεμιέρα.
Εγώ, συλλογίζομαι το γέρο συμβολαιογράφο του τελευταίου πατώματος,
με το σκοτωμένο γιο, που δεν τον είδα ούτε και σήμερα. Έχει μήνας να φανεί.

Στο λιμάνι τα μπορντέλα παραγεμίσανε από το πλήρωμα
των καινούριων αντιτορπιλικών κι οι μάρκες πέφτουνε γραμμή.
Η θερμάστρα κουρασμένη τόσα χρόνια έμεινε πάλι φέτος
σε μια τιμητική διαθεσιμότητα.
«Το πολυαγαπημένο μας αγγελούδι (εδώ θα μπει το όνομα,
που για τώρα δεν έχει σημασία), ετών 8 κτλ. κτλ.»
Στην οδό Αιγύπτου (πρώτη πάροδος δεξιά) τα κορίτσια κοκαλιασμένα
περιμένανε απ’ ώρα τον Ισπανό με τα τσιγαρόχαρτα.
Κι εγώ ο ίδιος δεν το πιστεύω αλλά προσπαθώ να σε πείσω οπωσδήποτε,
πως αυτό το πράγμα στη γωνιά ήτανε κάποτε σαν κι εσένα.
Με πρόσωπο και με κεφάλι.

Οσονούπω όμως, ας τ’ ομολογήσουμε, ο καιρός διορθώνεται και νά που
στο διπλανό κέντρο άρχισαν κιόλας οι δοκιμές.
Αύριο είναι Κυριακή.
Σιγά σιγά αδειάσανε οι δρόμοι και τα σπίτια, όμως
ακόμη κάποιος έμεινε και τρέχει να προφτάσει
Και ρυθμικά χτυπήσανε μια μια οι ώρες κι ανοίξανε πόρτες και παράθυρα
μ’ εξαίσιες αποκεφαλισμένες μορφές
Ύστερα ήρθανε τα λάβαρα, οι σημαίες κι οι φανφάρες κι οι τοίχοι γκρεμιστήκανε
απ’ τις άναρθρες κραυγές

Πτώματα ακέφαλα χορεύανε τρελά και τρέχανε σα μεθυσμένα
όταν βαρούσανε οι καμπάνες
Τότε, θυμάσαι, που μου λες: Ετέλειωσεν ο πόλεμος!
Όμως ο Πόλεμος δεν τέλειωσεν ακόμα.
Γιατί κανένας πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ

Πηγή: Εποχές,1945

Η νίκη του πολέμου-ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ

Ο καθένας στη νύχτα του
παίζοντας με τα κίτρα της σελήνης μονάχος
ο καθένας στη φωνή του κι ο καθένας αλείφοντας
με κατράμι τα δέντρα της Λευκής.
Εγώ έρχομαι και σας βλέπω με τρεις φορές σπλάχνα
κι αν προστάξω τη φλόγα θα σπείρει πυρκαγιές
αφού έχει τ'όνομα Ηλιόλουστη ψηλά στο πρώτο στερέωμα
και πιο ψηλά στο δεύτερο στερέωμα τη λεν Εσφαγμένη.
Σας περιμένω στην άλλη άκρη της σήραγγας μ'ακράτητα γέλια
κρατώντας τον άσο που έλειψε απ' τα χαρτιά σας
κι αν έχω τα δάχτυλα μαύρα και δυο λεκέδες κόκκινους αντί για μάτια
είμαι ολόκληρος η πολυτέλεια του αίματος
είμαι το γλυκό περίστροφο της πληγής
κι ο πυροβολισμός του Αρχάγγελου από χρυσές πεταλούδες
με δώδεκα φωτοστέφανους γύρω μου και τη θηλιά του Ισκαριώτη
γιατί θα είμαι πάντα ο Αριθμός κι ο Αριθμός κρυώνει
στα δικά του τα κλίματα και στ' άλλα του κλήματα
στη δική του βροχή και στη δική του Ελλάδα ψηλά
στο δικό του αλάνθαστο καλοκαίρι.
Φωτιά μεγάλη μη με τραγουδάς
αρπάζω το ύψος με το'να χέρι και τ'αλλάζω
ποιμένες κι αστέρια δοξάζουν τ'αμάραντο στήθος μου
φωτιά μεγάλη μη με τραγουδάς.

Πηγή: Νέα Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά,Διόσκουροι

Πόλεμος-ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΔΑΦΝΗΣ

Απόψε θα πλαγιάσουμε σε μαλακό χορτάρι,
θα δύσει και θα πάρει
το γλέντι μας παιδιά.
Η αγάπη θέλει φίλημα κι ο πόλεμος τραγούδια,
στην κεφαλή λουλούδια
και φλόγα στην καρδιά.
Εμπρός! Και πιάστε ένα χορό κι ας πούμε αράδα-αράδα,
-Η Ελλάδα μας, η Ελλάδα,
τ'αστέρι της αυγής.
Κι ας έρθει ο Χάρος για να ιδεί
με τι κορμιά θα παίξει,
κι ας έρθει να διαλέξει
να πάει της μαύρης γης.

Πηγή: Ανθολογία Περάνθη,1979

Πόλεμος-ΣΤΕΛΙΟΣ ΣΠΕΡΑΝΤΣΑΣ

Χλωμό το φεγγάρι διαβαίνει ψηλά τα μεσάνυχτα.
Στους κάμπους σωρός ξαπλωμένοι,πικροί,
γελούνε με δόντια σφιγμένα οι νεκροί.
Τα μάτια γυαλένια κι ορθάνοιχτα
κοιτούν τον πλατύν ουρανό προς το φως.
Κανείς να τους κλάψει γονιός ή αδερφός!
Κι η γη που το αίμα τους πίνει κι αφήνει την άχνα
και νιώθει τα νύχια του πόνου στα σπλάχνα,
μια πράσινη σκέπη σε λίγο θα πάρει,
στους άλλους που ζουν-καλοσύνη!- να δώσει το στάρι.
Ω θεία πνοή, που στο κρίνο
περνάς ασπασμός την αυγούλα ξανθός,
συ κάμε να γίνω
λιγότερον άνθρωπος, πιότερο ανθός.

Πηγή: Ανθολογία Περάνθη,1979

Τ'αγαθά του πολέμου- ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΛΑΤΣΑΣ

Ερείπια ακμαίων πόλεων υψωμένα σε βουνάΑνδρέας
κι εσείς δεντρών κλωνάρια για πατερίτσες κομμένα,
μορφή της γης που σε σκάβουν σ'αμέτρητα καμίνια
οι βόμβες των αεροπλάνων,μανάδες με λυτά μαλλιά
που τι να πρωτοκλάψετε δεν ξέρετε:
παιδιά,γκρεμίσματα,λογής ανέχειες,θανάτους
ή το φόβο των βομβαρδισμών... Παιδάκια,
που μόλις βγήκατε στη ζωή και τη γνωρίζετε
μες στους κουβάδες των σκουπιδιών
βόσκοντας καρπουόφλουδες... Γερόντισσες,
μέσα σ'αυτή τη φοβέρα θα'ταν καλύτερα να λείπατε
κι όμως βαστάτε πρώτες, βγάζοντας φτερά ΄
Μπάτε τώρα μέσα στα κρύα λαγούμια
να περάσουν οι σφαίρες και τα θραύσματα,
κι αν τύχει το λέει να σας βρει σκάβοντας
καταπάνω στα κεφάλια σας το ατσάλι των βομβών
μην ανησυχείτε,δε θα προφτάσετε να ρεκάξετε.
Οι σάρκες σας ξεσκλίδια θα'χουνε γίνει,
σκορπίδια στον άνεμο.

Πηγή: Ανθολογία Περάνθη

Το τέλος του πολέμου-ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΑΝΤΩΝΗΣ

Θυμάμαι που στάθηκε το φάσμα μπροστά μου
μιας λίμνης που ανάβλυζε με φως και σιωπή,
μια βάρκα συρμένη κοντά στα καλάμια
τα δίχτυα τη ζώνανε σα να’ταν πληγή,
μια γάτα σκαρφάλωνε στο μαύρο τιμόνι
-με κοίταζε,κοίταζε χωρίς να σιμώνει-
με κοίταζε που έριχνα στο κύμα λιθάρια
λιθάρια που γύριζαν στην πρώτη πηγή.

Βουνά καθισμένα στης γης τ’αγκωνάρια
χαράζανε σύνορα πατρίδων και λαών,
σφυρίζει το τραίνο περνάμε απ’το Μπέλες
τι ωραίο βουνό την αυγή σκοτεινό,
σαν ήρθες κοντά μου είχε σβήσει το Μπέλες
μακριά στης Σερβίας τον ξένο ουρανό
κι η θάλασσα φώναζε φιλώντας τον Άθω
«παιδιά μου παιδιά μου για σας τραγουδώ».
Σαν ήρθες κοντά μου δεν ήθελα τίποτα
μονάχα μια στράτα με σκόνη χρυσή,
να φεύγουνε γύρω μας μακρόημερα πεύκα
και μόνο τριαντάφυλλο να λάμπεις Εσύ,
με τ’ άλικο στόμα σου μηνώντας στον κόσμο
πως ήρθαμε τέλος απ’την ξενιτιά
πως τέλειωσε ο πόλεμος κι εσβήστη η φωτιά.

Πηγή: Ποιητική ανθολογία ,Εκδοτικός οργανισμός Μάλλιαρη,Θεσσαλονίκη 1975

...Κι ήρθε ο πόλεμος-ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΤΑΛΕΙΦΟΣ

...Κι ήρθε ο πόλεμος.
Πάγωσε στα χείλια της μάνας
το νανούρισμα
και γίνηκε πολεμικό τραγούδι.
Το παιχνίδι
που κράταγες στ'αβρό σου χέρι
γίνηκε τουφέκι.
Η χαρά μας
για την Άνοιξη που δεν ήρθε
γίνηκε θρήνος.
Η ομορφιά
των γαλανών ματιών σου
που δε με κοιτάζουν πια
γίνηκε πληγή.
Κι η Αγάπη μας
που τραγουδήσαμε
χτες
κι ονειρευτήκαμε
γι'αύριο
γίνηκε αίμα κι ερημιά.

Πηγή: Ποιητική ανθολογία της νέας ελληνικής γενιάς, εκδόσεις άγκυρα,1971

Το αλβανικό -ΘΩΜΑΣ ΓΚΟΡΠΑΣ

“Λένε κάποια τραγούδια και ιστορικά βιβλία
πως ο στρατός μας θαυματούργησε στην Αλβανία.
Αλλ’ ο πατέρας μου κανένα θαύμα δε θυμόταν
κι όταν τον ρώταγα τον πόλεμο τον καταριόταν.
- Ποιοι ήταν πατέρα οι νικηταί και ποιοι οι ηττημένοι;
- Στον πόλεμο, παιδί μου, υπάρχουν μόνο σκοτωμένοι…
Τα κρυοπαγήματα και τα κουρέλια του θυμόταν.
- Και τα ανδραγαθήματα; Ρωτούσα. Αποκρινόταν:
- Μπορεί οι νεκροί που τάφηκαν μέσα στο χιόνι
που πολεμήσαν μοναχοί και που πεθάναν μόνοι…
- Κ’ η Παναγία που σας προστάτευε πού ήτανε πατέρα
δεν ήταν δίπλα σας όταν φωνάζατε αέρα;
- Ίσως την έβλεπαν οι στρατηγοί την Παναγία
όταν μας ψάχνανε στους χάρτες μέσα στα γραφεία…”.

Πηγή: Ποιήματα,Κέδρος

Πόλεμος-ΡΑΝΙΑ ΖΟΥΚΑ-ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ

Πέρα απ'τις φλόγες της Τροίας
ο θρήνος της Εκάβης βαραίνει τη νύχτα.
Σπαράζουν οι γυναίκες στα κορμιά
των νεκρών τους...
Το φεγγάρι αφουγκράζεται.
Ο πόλεμος δεν έμεινε στης
Τροίας τα κάστρα.
Η Τροία ήταν μόνο η αρχή.
Ένα πρόσχημα...
Ο πόλεμος δεν έχει τέρμα...
Είναι αμέτρητες οι Τροίες...
Κι οι άνθρωποι πάντα διψάν
για αίμα

Πηγή: Οι τρύπιες μπότες, 1979

Εκάβη -ΣΙΣΣΥ ΔΟΥΤΣΙΟΥ

«όλοι εν τέλει είναι δούλοι στην τύχην και στην στερρὰν ἀνάγκην» Ευριπίδης

Ο πόλεμος έγινε όργανο στο ανθρώπινο σώμα.

Τα παλάτια της Τροίας λεηλατήθηκαν
σαν φίδια άλλαξαν δέρμα οι κυράδες.
Ωμές.
Αδίστακτες.
Το σώμα θα ταφεί.
Κανείς δεν θα πετάξει τους ξένους,
τους φίλους ή τους συγγενείς
μέσα στη θάλασσα.

Έτσι μοιάζει ο πόλεμος Εκάβη.

Τρομαγμένα αστέρια σκέπασαν με πάχνη τα ποτάμια.
Η ερημιά της πόλης έθαψε τα παιδιά της στο αίμα.
Οι ανθισμένοι κήποι σύστησαν τον τρόμο στους εφήβους.
Τα τριαντάφυλλα δίστασαν να θαυμάσουν το χάραμα και
τα πέτρινα σπίτια εγκαταλείφθηκαν από τα χελιδόνια.

Αυτός είναι ο πόλεμος Εκάβη,
μην διακινδυνεύεις τη ζωή σου
θα τυφλώσουμε τον άκαρδο τύραννο,
τον πατριάρχη, τον βασιλιά, τον αυτοκράτορα.

Οι παρθένες έθαψαν τις αρετές τους.
Ανήμποροι γερασμένοι άντρες χάθηκαν στις γωνίες των δρόμων.
Οι τραυματισμένοι ήρωες χλόμιασαν σαν αλεπούδες
κάτω από τα ρούχα της μάνας τους.

Αυτό είναι ο πόλεμος Εκάβη,
μην στεναχωρείσαι
θα επιτεθείς στη Χώρα των Κυκλώπων.

Τα βρέφη κοίταξαν τα δάκρυα των άταφων μονομάχων.
Αδέσποτα σκυλιά μάζεψαν τις
τελευταίες νυχτοπεταλούδες της πόλης.

Φυλακές δεν υπήρχαν.
Στρατός δεν υπήρχε – μόνο
το όραμα της διαμαρτυρίας και αυτός ο περίφημος χορός.
Η τρέλα αντιλαλούσε ανάμεσα στα δάχτυλά της.

Ο πόλεμος έγινε όργανο στο ανθρώπινο σώμα.

Οι εχθροί αφάνισαν τα καλοκαίρια.
Οι μισθοφόροι πυροβολούσαν ασταμάτητα
το φως των γιορτών.
Ο λαός προσευχόταν κρυφά σε παραιτημένους στάβλους.
Οι λεγεώνες των άλλων ίππευαν ταύρους
και αετούς πάνω από τα κεφάλια μας.

Το χρυσό εξερράγην στα χέρια των βασιλιάδων.
Μην ανησυχείς, Εκάβη μου
θα εκδικηθείς για το χαμό του γιου σου.

Ο πόλεμος έγινε όργανο του ανθρώπινου σώματος.
Η Πολυξένη παραδόθηκε στους θεούς.
Εκάβη μου,

μπορείς να μην αγαπήσεις την πατρίδα σου.
- βάρβαροι στη θέση των βαρβάρων -
Τα έθιμα ομολόγησαν την μυρωδιά της γης τους
περιέγραψαν την ηρωική ευγένεια
του παλιού κόσμου.

Σκορπίστηκαν σκελετοί βασιλιάδων
στις γυμνές αποθήκες των σκλάβων –
ένα πρωί που η στρίγγλα συνείδηση
αρνιόταν να το πιστέψει.

Η σιωπή αγκάλιασε τα παιδιά.
Φόνος εν ψυχρώ. Η πόλη θρηνεί τις έξι κόρες αυτού του κόσμου:
την Αγαθοεργία
την Προσήλωση
την Υπομονή και τη Διαύγεια
την Ηθική και
την Σοφία.

Η πόλη θρηνεί Εκάβη μου.

Πηγή: http://ecstaticpoetrysemeli.blogspot.com/

Οι νεκροί φόρεσαν μάσκες - ΘΟΔΩΡΗΣ ΒΟΡΙΑΣ

Ο θάνατος πλησίασε πιο κοντά,
ακόμα κι οι νεκροί
φόρεσαν αντιασφυξιογόνες μάσκες.
Μονάχα που δεν ήρθε χθες,
αιώνες ήταν εδώ, μαζί μας.

Όσο ανασαίναμε ανασαίναμε το θάνατο,
όπου ακουμπούσαμε ακουμπούσαμε το θάνατο,
όπου φιλούσαμε φιλούσαμε το θάνατο
κι είναι δισεκατομμύρια οι νεκροί
που προχωρούν στους δρόμους.

Κάθε φορά που ψέλναμε "Ειρήνη ημίν"
κυοφορούσαμε κι έναν καινούργιο θάνατο
κι ο πόλεμος χρειάζεται τους ζωντανούς.

Είθε τα παιδιά μας να μάθουνε να πολεμούν
για να παλεύουνε το θάνατο.

Είθε ο πόλεμος να αναστήσει
τους νεκρούς της πολιτείας μας.

Πηγή: http://vorias.blogspot.com/

Η έναρξη του πολέμου-ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ

Όταν η Γερμανία εξοπλιστεί μέχρι τα δόντια
θα πάθει μεγάλο κακό
και ο τυμπανιστής θα αρχίσει τον πόλεμό του.

Εσείς όμως,θα υπερασπιστείτε τη Γερμανία
σε ξένες χώρες, άγνωστες σε εσάς
και θα πολεμήσετε ενάντια σε ανθρώπους όμοιους με εσάς.

Ο τυμπανιστής θα φλυαρεί για απελευθέρωση
αλλά η καταδυνάστευση μέσα στη χώρα δεν
θα έχει προηγούμενο.

Και μπορεί να κατορθώσει να κερδίσει κάθε μάχη
εκτός από την τελευταία.

Από τη στιγμή που ο τυμπανιστής θα χάσει τον πόλεμό του
η Γερμανία θα κερδίσει τον δικό της πόλεμο.

Μετάφραση: Ελένη Καλκάνη
Πηγή: Εκλεκτά ποιήματα,Δαμιανός,2003

Ο Θεός του πολέμου - ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ

Είδα τον παλιό θεό του πολέμου να στέκει μέσα σ’ ένα βάλτο ανάμεσα σε μια χαράδρα κι ένα βράχινο τοίχο.
Βρωμούσε τζάμπα μπίρα και φορμόλη και σ’ εφήβους έδειχνε τ’ αρχίδια του,
γιατί τον είχαν ξανανιώσει κάποιοι προφεσόροι. Διακήρυχνε με τη βραχνή φωνή του λύκου τον έρωτά του για καθετί νεαρό.
Δίπλα του στεκόταν μια έγκυος γυναίκα κι έτρεμε.
Κι αδιάντροπα συνέχιζε το κήρυγμά του, όπου τον εαυτό του παρουσίαζε
σαν τον μεγάλο άνθρωπο της τάξης. Και περιέγραφε το πως παντού έβαζε στους αχυρώνες τάξη αδειάζοντάς τους.
Η φωνή του πότε ήτανε δυνατή και πότε σιγανή, πάντα βραχνή όμως.
Με δυνατότερη φωνή μιλούσε για τις μεγάλες εποχές που θα ’ρθουν
και με τη σιγανότερη φωνή δίδασκε τις γυναίκες πώς να μαγειρεύουν γλάρους και κοράκια.
Την ίδια ώρα η πλάτη του ανήσυχη ήταν κι όλο πίσω γυρνούσε να κοιτάξει,λες και φοβόταν κάποια μαχαιριά.
Και κάθε πέντε λεπτά βεβαίωνε το κοινό του πως θα τους πάρει πολύ λίγο από το χρόνο τους.

Πηγές: http://www.stixoi.info

(Από το γερμανικό εγχειρίδιο πολέμου)

Ο πόλεμος που έρχεται-ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ

Δεν είναι ο πρώτος. Υπήρξαν άλλοι
πόλεμοι πριν απ’αυτόν.
Όταν ο τελευταίος τελείωσε
υπήρχαν νικητές και νικημένοι.
Ανάμεσα στους νικημένους οι κοινοί άνθρωποι
πεινούσαν. Ανάμεσα στους νικητές
οι κοινοί άνθρωποι πεινούσαν κι αυτοί.

Αυτοί που είναι στην κορυφή λένε:
Ειρήνη και πόλεμος

Είναι από διαφορετική υπόσταση,
Αλλά η ειρήνη τους και ο πόλεμός τους
είναι σαν τον άνεμο και τη θύελλα.

Ο πόλεμος ξεπετιέται από την ειρήνη τους
όπως ο γιος παίρνει από τη μητέρα του
τα τρομερά χαρακτηριστικά της.

Ο πόλεμός τους σκοτώνει
ό,τι άφησε η ειρήνη τους.

Είναι νύχτα

Τα παντρεμένα ζευγάρια
ξαπλώνουν στα κρεβάτια τους.
Οι νέες γυναίκες θα γεννήσουν ορφανά.

Στον τοίχο ήταν γραμμένο με κιμωλία:

Θέλουν πόλεμο.
Ο άνθρωπος που το έγραψε
έπεσε κιόλας.

Αυτοί που είναι στην κορυφή λένε:

Αυτός είναι ο δρόμος για τη δόξα.
Αυτοί που είναι κάτω λένε:
Αυτός ο δρόμος για τον τάφο.

Μετάφραση: Ελένη Καλκάνη
Πηγή: Εκλεκτά ποιήματα ,Μπέρτολτ Μπρεχτ,Εκδοτικός οίκος Δαμιανός

Ο πόλεμος (1936)-ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΔΑ

Ισπανία, ντυμένη στ’όνειρο κι ύστερα αφυπνισμένη
σε είδα να γεννιέσαι,ίσως μέσα στους θάμνους,
σαν μια χαίτη με αγκάθια
και στα σκοτάδια,δουλεύτρα,
να υψώνεσαι μέσα στις δρυς και στα βουνά
και να σκίζεις τον αγέρα με ανοιγμένες φλέβες.
Αλλά είδα στα σταυροδρόμια να σου ρίχνονται
οι παλιοί ληστές. Ήταν
μασκοφορεμένοι και με σταυρούς φτιαγμένους
από οχιές,με τα πόδια βουτηγμένα
στο παγερό έλος των νεκρών.
Τότες είδα το σώμα σου γυμνό
από αγκάθια τρυπημένο
πάνω στη ματοβαμμένη άμμο,ανοιγμένο,
δίχως κόσμο,να το λογχίσουνε στην αγωνία του.
Μέχρι σήμερα το νερό των βράχων σου
Κυλάει μες στα μπουντρούμια και υπομένει;
σιωπηλή το αγκάθινο στεφάνι σου΄
να δούμε τι είναι πιο δυνατό,οι πόνοι σου
ή τα πρόσωπα που διαβαίνουν δίχως να σε κοιτάξουν.
Εγώ έζησα με την αυγή σου από τουφέκια,
και θέλω ξανά μπαρούτι και λαός
να τραντάζουν τους ατιμασμένους κλώνους
ώσπου τ’ όνειρο να σειστεί και να συγκεντρωθεί
καθάριος ο καρπός πάνω στη γη.

Μετάφραση: Ρήγας Καππάτος 
Πηγή: Ισπανόφωνη ανθολογία ποίησης,σελίδες

Ο πόλεμος -ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ

Βγάζετε βλάκες τα δάση
βγάζετε τα δάση
όλα τα δέντρα με το παλιό τσεκούρι
τα κόβετε
βγάζετε τα δάση βλάκες
Βγάζετε τα δάση
και τα γέρικα δέντρα με τις γέρικες ρίζες
και τις παλιές τους τις μασέλες
τα κρατάτε
Και κρεμνάτε πινακίδες
δέντρα του καλού και του κακού
δέντρα της Νίκης
δέντρα της Λευτεριάς
Και το έρημο δάσος βρωμά σάπιο γέρικο ξύλο
και τα πουλιά φεύγουν
και τα πουλιά φεύγουν
και μένετε εκεί και τραγουδάτε
εμβατήρια
Μένετε εκεί
βλάκες
και κάνετε ανόητες παρελάσεις.

Μετάφραση: Κώστας Βινέλλης
Πηγές: Παγκόσμια ποιητική ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά, Διόσκουροι 

Ο Πόλεμος Είν’ Ευγενικός» (απόσπασμα) - ΣΤΙΒΕΝ ΚΡΕΪΝ

ΧΙΙΙ
Ο στρατολάτης
Βλέποντας το μονοπάτι για την αλήθεια
Έμεινε κατάπληκτος.
Ήταν γεμάτος αγριόχορτα.
«Χα!» έκανε,
«Φαίνεται πως κανείς δεν έχει περάσει από ‘δω
Πολύν καιρό τώρα».
Ύστερα κατάλαβε πως κάθε αγριόχορτο
Ήταν κι ένα κοφτερό μαχαίρι.
«Καλά», μουρμούρισε,
«Το δίχως άλλο
Υπάρχουν κι άλλοι δρόμοι».

ΧΧΙ
Κάποιος είπε στο σύμπαν:
«Σύμπαν, υπάρχω!»
«Όμως», απάντησε το σύμπαν,
«Αυτό δεν μου δημιουργεί
Κανένα αίσθημα υποχρέωσης».

Πηγή: Ο Πόλεμος Είν’ Ευγενικός 

Πόλεμος..Ειρήνη -ΧΑΪΜΕ ΣΒΑΡΤ

Ένας αποχαιρετισμός…
ένας αποχωρισμός για πάντα;…
Να πηγαίνεις μακριά…
πολύ μακριά από τη γη σου…
να αφήνεις την πατρίδα σου μέσα
στην καταστροφή και τους
φονικούς βομβαρδισμούς…
είναι ο Πόλεμος!...
είναι ο Πόλεμος!...
παιδιά γυμνά να τρέχουν μέσα στα ναρκοπέδια…
άντρες και γυναίκες ολόγυμνοι
μπροστά στον τρόμο του Πολέμου…
είναι τα Ναπάλμ…
μέσα στους ορυζώνες του Βιετνάμ
που έχουν ήδη ανθίσει…
είναι οι εύφλεκτες βόμβες…
είναι οι βόμβες εμπρησμού που
εκτοξεύουν απ’ τους ουρανούς
δαίμονες με φτερά Αμερικάνοι και Γάλλοι…
είναι ο Πόλεμος…
είναι ο τρόμος του πολέμου…
είναι ο πόνος μπροστά σε τόση ατιμωρησία…
είναι η σπαρακτική κραυγή μιας
μάνας που χάνει το παιδί της
σ’ αυτό τον άδικο Πόλεμο…
Είναι ο τρόμος που σπέρνει ένας
άγνωστος στρατιωτικός,
που λέγεται
Φράνκο ενάντια σ’ ένα λαό που
λέγεται Ελπίδα…
Είναι η Γκέρνικα που μας φωνάζει
πάνω απ’ τις συνειδήσεις μας…
ο Πόλεμος είναι μια σκληρή
πραγματικότητα στη διάρκεια
όλης της
ανθρώπινης ζωής;…
εμείς θα ψάξουμε γι' αυτή την
ακατάδεκτη κόρη που λέγεται
Ειρήνη…
πόσο την αγαπούμε …
απόμακρη κόρη…
αχ εμείς που τόσο παλεύουμε για
την Ειρήνη…
τόσο στην Κολομβία…
όσο στη Μέση Ανατολή…
αχ εμείς που τόσο την ψάχνουμε…
μόνο Ειρήνη και πάλι Ειρήνη…
Όχι στον τρόμο του Πολέμου…
εμείς που τόσο αγωνιζόμαστε για
την Ειρήνη και είδαμε μόνο άλογα
κομματιασμένα από τις βόμβες…
κτίρια τελείως κατεστραμμένα
στη Δαμασκό…
εμείς που τόσο ψάχνουμε την
απόμακρη κόρη της Ειρήνης…
εμείς που κάθε μέρα βλέπουμε να
πεθαίνουν πνιγμένα στο Αιγαίο
και
στη Μεσόγειο χιλιάδες
ανυπεράσπιστα παιδιά,
μανάδες που
ψάχνουν τα παιδιά τους μέσα στα
κύματα της θάλασσας…
αχ θάλασσα…
αχ αιώνιο πέλαγος
πληγωμένο επίστρεψέ μας
ζωντανούς
τόσους Σύριους πνιγμένους σ’
αυτές τις κατεστραμμένες ακτές
της Ελλάδας.
Λέσβος πατρίδα ποιητών
και ωραίας ποίησης…
νησί της αλληλεγγύης… ανάμεσα
στους φτωχούς και σ’ αυτούς που
υποφέρουν…
εμείς που αγαπούμε αυτή την
πολυπόθητη Ειρήνη…
Την αυγή και με τ’ αστέρια στο
καθημερινό τους ξύπνημα…
δε θα σταματήσουμε να αγωνιζόμαστε
για την Ειρήνη…
Πάντα για τη Ζωή πάντα για την
Ειρήνη ενάντια στον Πόλεμο.

Μετάφραση: Άννα Καράπα
Πηγή: http://poihtikostayrodromi.blogspot.com/

Ο πόλεμος -ΜΙΡΟΣΛΑΒ ΚΡΛΕΖΑ

Η νύχτα.
Το κράτος του ζόφου.
Στον ύπνο τους μέσα βογγούν οι ανθρώποι,
σε βραχνά ματωμένο στενάζουν.
Τα τραίνα περνούν στην ομίχλη κι ουρλιάζουν
μακριά,σα σκυλιά...
Στο τραπέζι,- μέσα σ'ένα ποτήρι,-
ένα μαύρο τριαντάφυλλο ανοίγει.
Το κράτος του ζόφου
το βλέπεις που πνίγει
το φως του λευκού του θεού.
Το φάντασμα-κέρας, που κράζει τον κίνδυνο,
ολούθε αντηχεί,
κι ο δαίμονας βάζει φωτιά στον πλανήτη.
Ο πλανήτης με φλόγες γεμίζει.
Κ' ύστερα πέφτει σιωπή. Τα σκοτάδια.
Κ' η βροχή- κ' η βροχή που ολολύζει.
Το νερό μες στ'αυλάκι σταλάζει και πάει...
Στο σκοτάδι του δρόμου
ο Μαύρος Ληστής,
-βασιλιάς κάθε φόνου και τρόμου,-
δολερός στο σκοτάδι γλιστράει.
Η καμπάνα αλαλάζει: φωτιά!
και χτυπάει-χτυπά το μυαλό
σα βαρειά.
Οι δύστυχοι ανθρώποι, που ακούνε τους σίφουνες
του πολέμου γοργά να ζυγώνουν,
τις οξώπορτες κλείνουν σφιχτά,τις καρφώνουν
σαν καπάκια φερέτρων...
Κοίτα μέσα στη νύχτα τον Άγνωστο αυτό,
που τραντάζει τους σύρτες, μακριά τους πετάει,
και μαύρες σημαίες στα σπίτια κρεμάει.
Και στους δρόμους, την ώρα που αχνά ξημερώνει,
των ποδιών του τα αιμάτινα αχνάρια τυπώνει.

Μετάφραση: Αιμιλία Δάφνη
Πηγή: Νέα Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά,Διόσκουροι,1976

Του πολέμου-ΤΖΑΧΙΤ ΚΙΟΥΛΕΜΠΙ

Οι πατεράδες γύρισαν ντροπιασμένοι σπίτι τους το βράδυ
Σαν κηρύχτηκε ο πόλεμος.
Των μανάδων κόπηκε το γάλα.
Έκλαψαν τα παιδιά.
Οι άντρες πήγαν στρατιώτες.
Οι γυναίκες πετσί και κόκαλο.
Χλώμιασαν τα κορίτσια στον πόλεμο.
Κι όσο για τους πολεμιστές
Κάποια ανάμνησή τους μένει.

Μετάφραση: Έρμος Αργαίος
Πηγή: Νέα Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά,Διόσκουροι,1976

Πόλεμος – ΜΙΓΚΕΛ ΕΡΝΑΝΤΕΘ

Τα γηρατειά στα χωριά.
Η καρδιά χωρίς ιδιοκτήτη.
Ο έρωτας χωρίς αντικείμενο.
Το χορτάρι,η σκόνη,το κοράκι.
Κι οι νέοι;
Μες στο μνήμα.
Το δέντρο μόνο και ξεραμένο.
Η γυναίκα σαν ένα κούτσουρο
Του χηρεμού,πάνω απ’το κρεβάτι.
Το μίσος αναπόφευκτο.
Κι οι νέοι;
Μες στο μνήμα.

Μετάφραση: Χριστίνα Κοροντζή
Πηγή: Ισπανόφωνη ανθολογία ποίησης,σελίδες

Ο καθρέφτης του πολέμου στο Βιετνάμ-ΜΕΧΜΕΤ ΚΑΡΑΜΠΟΥΛΟΥΤ 

Ο θάνατος έγινε μέσο στα χέρια σας
Της ομορφιάς μεσάζοντας.

Μας κλέβουν τις νύχτες της αγάπης και τώρα
μένουμε καταμεσής
Μένουν τα δάση μας, τα φτωχά μας τα χωριά, οι μνήμες μας
Και οι κούνιες μας
Το κίτρινο μπαμπού στους ήλιους μας κίτρινο πουλάρι, κίτρινο κανόνι
Και τα τριαντάφυλλά μας
Παντού στους κήπους μας, στις γυναίκες μας, στα νερά μας
Και στην αθωότητά μας
Και του θανάτου η ανηφόρα, που δε χωράει στο στενό παραθαλάσσιο δάσος
Αδιάκοπα να βάλλεται
Μην ψάχνεις, δεν υπάρχουν πια τα μεγάλα αστέρια,του φεγγαριού το φως μας.

Ένας στους δέκα πεθαίναμε, ήσαστε πολύ ραχάτικα
Μαθαίνοντάς τα, διαβάζοντάς τα από μακριά
Και τώρα στην κορφή μας ένα θεριό καθρέφτης
Εμείς ήμαστε στο έδαφος σαν ένας μικρός θάμνος, πολύ κοντά τα μάουζέρ μας.

Τα μάουζέρ μας είναι πολύ κοντά,χωρίς φίλους τα μάτια σχιστά
Ένα μαντήλι σας από μπατίστα με αίμα δουλεμένο
Σαν φύλλο του φόβου που έπεσε κατάχαμα τις νύχτες.
Όμως κι αν πεθαίνουμε ένας στους δέκα, ένας στους δεκαπέντε
Κι αν κλέψουν τ’ αστέρια μας κι αν τα πάρουν μαζί τους
Το μίσος μας στους Μουσώνες σαν ένα βουνό που πρασινίζει
Αύριο θα γίνουμε χίλιοι.

Αύριο θα προχωρήσουμε χίλιες φορές, στις καρδιές των βουνών νερό
Στου βλασταριού το μέτωπο νερό
Στου βλασταριού την ψυχή νερό
Όσο τρέχει, όσο ζει, όσο χτυπιέται.

Μετάφραση: Έρμος Αργαίος
Ανθολογία τούρκικης προοδευτικής ποίησης,αλφειός,Αθήνα,1981

Ο παγκόσμιος πόλεμος- ΜΟΥΖΑΦΕΡ ΤΑΪΓΙΠ ΟΥΣΛΟΥ

Σάμπως ζω τις τελευταίες μου μέρες
Τον ουρανό ποτές δεν τον σεργιάνισα έτσι
Ξύνοντας το κεφάλι μου
Δεν με λύπησε τόσο
Το παιδί που του πέθανε ο πατέρας
Το δεντρί που’ σπασε το κλαρί του
Του μεθύστακα άντρα η γυναίκα
Εμένα δε με λύπησε τόσο
Αχ,αναθεματισμένε
Πόλεμε τριασκατάρατε

Μετάφραση: Έρμος Αργαίος
Ανθολογία τούρκικης προοδευτικής ποίησης,αλφειός,Αθήνα,1981

Πόλεμος και ειρήνη-ΟΖΝΤΕΡΙΜ ΙΝΤΖΕ 

Ο πατέρας μου στο Πόζναν της Πολωνίας
είχε ένα μικρό τυπογραφείο
προσκλητήρια τύπωνε αγγελτήρια για θανάτους και μικρά βιβλία
γι’αυτό τα λεπτά και μακρουλά δάχτυλά του
μελάνι μύριζαν και μολύβι
τα Σάββατα και τις Κυριακές είχαμε μέρες γιορτής
στις ακτές Κάλις και Πράσνα πιάναμε ψάρια
στα γενέθλιά μου μηλόπιτα έφτιαχνε η μάνα μου
είχα αδέρφια θειούς και θειάδες
τώρα σαν ένα δέντρο είμαι μοναχή
πιο μοναχή τώρα κι απόνα δεντρί

Στην καινούρια του στολή ο θάνατος ήταν αδυσώπητα κακός
φορούσε περιβραχιόνιο με τα Ες Ες της Γκεσταπό
στης Λιθουανίας τα σύνορα πέθανε ο πατέρας μου
μια Πέμπτη ύστερα από βροχή
με μια σφαίρα της Γκεστάπο που’ φαγε στο λαιμό
του στοιχειοθέτη τα χέρια σαν μια σκιά απλώθηκαν
στο υγρό μαύρο χώμα.

Τα φορτηγά τραίνα που πάνε στο Νταχάου
γεμάτα είναι από πτώματα
2310 πτώματα στοιβαγμένα τόνα πάνω στ’ άλλο
Εβραίοι της Ουγγαρίας και Πολωνίας
άντρες γυναίκες παιδιά
κι η μάνα μου η χήρα μάνα μου
-φοβούνται οι νεκροί;
-δε φοβούνται οι νεκροί
έχουν ελπίδες οι νεκροί

Εσύ η δραπέτισσα ανέστια εβραιοπούλα
Πεινασμένη ήσουνα διψασμένη δαρμένη στενόχωρη ταπεινωμένη
την παρθενιά σου δεν έδωσες σ’αυτόν που αγαπούσες
αλλά σε τέσσερις της Γκεστάπο άντρες
στα δεκατέσσαρά μου χρόνια δεν έχεις πού να σταθείς
στων ζωντανών τη χώρα δεν έχεις θέση

Παράπονα έκανες στο Θεό
στο Θεό παρακάλεσες
είπες από μέσα σου
ελπίδα δεν έχουν όσοι ζούνε
πάνω στα βουνά η ελπίδα
είναι μια δροσερή κοιλάδα
γαλάζιας θάλασσας τα πρωινά
κι αν ζήσεις σ’αυτή την πολιτεία
μια κόκκινη έρημος στο μυαλό σου ένα βαθύ πηγάδι
κι έχεις να περάσεις μια Ερυθρά θάλασσα

Και είχες πει στον εαυτό σου
σε φοινικόδεντρο δε μοιάζει ο λαιμός μου
τα βυζιά μου δεν είναι σα σταφυλιού τσαμπιά
της ανάσας μου η μυρουδιά δε μοιάζει του μήλου
σαν τα πιο καλά κρασιά το στόμα δε μοιάζει
είμαι ένας κισσός
στης θάλασσας τα βάθη στους πλατιούς καλοκαιριάτικους ουρανούς
του φθινόπωρου τους σταχτιούς ουρανούς βαθιές έχω τις ρίζες
εγώ η περιπλανώμενη εβραιοπούλα
η αγαπημένη είμ’ εγώ του Σουλεϊμάν

Μετάφραση: Έρμος Αργαίος
Ανθολογία τούρκικης προοδευτικής ποίησης,αλφειός,Αθήνα,1981

Μάρτυρες εν πολέμω- -ΟΚΤΑΪ ΡΙΦΑΤ

Ι

Εγώ είμαι ένας ναύτης
Τα μάτια μου φαγώθηκαν από τα ψάρια
Έπαψα πια να βλέπω και να κλαίω
Σαν ζούσα ήμουνα αψηλός
Αν δεν πιστεύετε κοιτάξτε τα ρούχα μου
Κάποιος λέει πως είναι κι αυτός φαντάρος
Δεν ξεχωρίζει λέει από τους άλλους τους πεθαμένους
Άλλοτε καθόμασταν στα σπίτια μας
Κατάκλειστες για μας οι πόρτες
Τώρα περνάμε πάνω από τους τοίχους
Λέει και κάποιος
Των χεριών μου το μάκρος πως το θυμάται
Ακόμα πονάει το κεφάλι μου
Ψέματα όλ’αυτά μην τα πιστέψτε
Εμείς δεν υπάρχουμε λέει κάποιος άλλος

ΙΙ

Οι συγγενείς έρχονται με ντυμασιά πεθαμένου
Για να μπουν πιο εύκολα στην κάμαρά μου
Και μα τι να δω ο θειός κι ο αδερφός μου
Βλέπω κι έναν μόνιμο Πολωνό λοχία
Μιλάει κιόλας αμέσως
Είχα ένα κορίτσι πέντε χρονών
Τώρα που πέθανε είμαστε μαζί
Στενοχωριέται μέσα εδώ
Ξέχασε τα χέρια της στη Βαρσοβία
Δεν μπορεί πια να στρέψει το τσέρκι
Και λέει μια φωνή
Ούτε πατάτες να τσαπίζω
Ούτε να σπάω πέτρες
Ούτε στο παζάρι να κουβαλάω φορτία
Το ραχάτι μου εδώ είναι καλό
Και κάποιος ανησύχησε για τη γυναίκα του
Ρωτάει από μένα τα νέα του σπιτιού

Πήρανε αποπάνω μου τη χλαίνη
Τη στιγμή που πέθανα
Κρυώνω
Έχουμε χειμώνα
Ύστερα μιλάνε με μια φωνή

ΙΙΙ

Πίνουμε νερό απ’ το ίδιο ποτήρι
Τα βράδια τρώμε όλοι μαζί
Κάποιος ερωτευμένος με την αγαπημένη μας
Κάποιος θέλει να γίνει τέκνο της μάνας μας
Άσκοπα πάνε κι έρχονται στα βαπόρια
Μπαίνουν ανάμεσά μας στα τραμ
Θέλουν να ξαναζήσουν χρόνους πολλούς
Το διαπιστώνουμε γιατί δεν ξεκολνάνε από κοντά μας.

Μετάφραση: Έρμος Αργαίος
Ανθολογία τούρκικης προοδευτικής ποίησης,αλφειός,Αθήνα,1981

Ο πατέρας μου αγωνίστηκε στον πόλεμό τους τέσσερα χρόνια- ΓΙΕΧΟΥΝΤΑ ΑΜΙΧΑΪ

Ο πατέρας μου αγωνίστηκε στον πόλεμό τους τέσσερα χρόνια
και δε μίσησε τους εχθρούς του ούτε και τους αγάπησε.
Όμως εγώ ξέρω,πως ακόμα και τότε
με διαμόρφωνε,κάθε μέρα,με τις μικρές του ηρεμίες
τόσο σπάνιες΄ τις μάζευς ανάμεσα στις βόμβες
και τον καπνό,
και τις έβαζε στον τριμμένο γυλιό του
μαζί με τ’ απομεινάρια απ’το ξερό γλύκισμα της μητέρας του.

Μετάφραση: Ηλίας Κυζηράκος
Πηγή: Νέα Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά,Διόσκουροι,1976

Πόλεμος-ΓΚΙΓΙΟΜ ΑΠΟΛΙΝΕΡ

Κεντρικός τομέας μάχης
Επαφή μ' ακουστικό φυλάκιο
Ή άνοιξε πυρ στην κατεύθυνση
"Ευκρινείς θόρυβοι" οι κληρωτοί
Κλάση του 1915 και αυτά τα
Ηλεκτροφόρα σύρματα λοιπόν
Μην κλαίτε πάνω στου πολέμου
Τις ωμότητες
Πριν είχαμε την επιφάνεια μόνο
Της Ξηράς και της Θάλασσας
Μετά θα έχομε την άβυσσο
Το υπέδαφος και το αιθερόλαμνο
Διάστημα άνθρωποι στο τιμόνι
Μετά μετά
Θα δοκιμάσουμε όλες τις χαρές
Των νικητών που επαναπαύονται
Αθλήματα γυναίκες Εργοστάσια
Βιομηχανία Εμπόριο Γεωπονία
Μεταλλεύματα Φωτιά Κρύσταλλο
Ταχύτητα Φωνή Βλέμμα
Αφή μαζί και χώρια κι από
Μακριά αφή κι ακόμη πιο
Μακριά μακρύτερα απ' αυτή τη
Γη

Μετάφραση: Νίκος Σπάνιας
Πηγή: Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά,Εκδόσεις Διόσκουροι

 Πολεμικό τριαντάφυλλο - ΓΚΙΓΙΟΜ ΑΠΟΛΙΝΕΡ

Ο αγέρας γέμισε με ανήσυχο αλκοόλ
Φιλτραρισμένο από μισόκλειστα άστρα
Οι οβίδες κλαψουρίζουν μες στο χώμα
ο θάνατος εραστής γίνηκε των ρόδων

Εσύ που σιωπηλά δίνεις τις υποσχέσεις στην αγάπη
κι είδες να συμβιβάζεται για τη δόξα σου ένας ποιητής
Ω ρόδο πάντα δροσερό ω ρόδο πάντα σου έτοιμο
Το άρωμα σου προσφέρω το τρομερό της μάχης
Εσύ που χωρίς να μαραίνεσαι χωρίς να πεθαίνεις ενδίδεις
Ω ρόδο πάντα δροσερό στον άνεμο που σε στραπατσάρει
Άνθησε όλες τις ελπίδες μιας στρατιάς που ασθμαίνει
Ταρίχευσε όλους αυτούς π’ αγάπησες τους χλωροφορμισμένους
Βρέχει τόσο απαλά τη νύχτα τόσο τρυφερά τη νύχτα
Ενώ ανεβαίνει μέσα μας το μοιραίο ρευστό
Μουσικός με μάσκα που τίποτα δεν μπορεί ν’ ακούσει
Παίζω ένα είδος αγάπης σε κρυστάλλινες χορδές
Απ’ αυτή την απαλή βροχή που ξαλαφρώνει τα δεινά μου
Κι οι ουρανοί την κάνουν πάνω μας γλυκά να κατεβαίνει.

Πηγή: https://stixoi.info/

Έρευνα-επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Καραπάνου

Η  αναδημοσίευση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού ιστότοπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ επιτρέπεται ΜΟΝΟ με την παράθεση πηγής και ενεργού συνδέσμου (link).

 

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr

Τα Cookies βελτιώνουν την απόδοση της σελίδας μας. Δεν αποθηκεύουμε προσωπικές σας πληροφορίες. Μας επιτρέπετε να τα χρησιμοποιούμε;