Μια λευκορόδινη νυφούλα, που την αγαπά κι ο χειμώνας και η άνοιξη. Η πανέμορφη αμυγδαλιά! Για να δούμε τι έγραψαν οι ποιητές για χάρη της!
Η ανθισμένη αμυγδαλιά-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ
Εκούνησε την ανθισμένη μυγδαλιά
με τα χεράκια της
Κι εγέμισ’ από τ'άνθη η πλάτη, η αγκαλιά,
και τα μαλλάκια της.
Αχ! χιονισμένη σαν την είδα την τρελή
γλυκά τη φίλησα,
της τίναξα όλα τ' άνθη από την κεφαλή
κι έτσι της μίλησα:
―Τρελή, να φέρεις στα μαλλιά σου τη χιονιά
τι τόσο βιάζεσαι;
Μόνη της θα'ρθει η άγρια βαρυχειμωνιά
δεν το στοχάζεσαι;
Του κάκου τότε θα θυμάσαι τα παλιά
τα παιγνιδάκια σου,
σκυφτή γριούλα με τα κάτασπρα μαλλιά
και τα γυαλάκια σου!
Πηγή:Ιστοί αράχνης,1880
Οι μυγδαλιές-ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
Της μυγδαλιάς σου το κλωνάρι
δροσολουστό μες στο ποτήρι
το μοσκοβόλησε και το ’καμε κηπάρι
γύρω μου τ’ άχαρο το μοναστήρι,
κι ύστερα δάσος έγινε και το κηπάρι
βαθύ και φουντωμένο κι όλο μυγδαλιές.
«Αθώες κοπέλες του σκληρού πατέρα, του Γενάρη,
σας κλαίω, λιγόζωες, ω νυφούλες, μυγδαλιές!
Νεκρικά θα σας γίνουνε σεντόνια
στα λυγερά σας τα κορμιά τα πέπλα τα λευκά,
και θα σας κάψει η παγωνιά,
κι άλλη νυφιάτικη στολή θα πάρετε απ’ τα χιόνια.»
Και μ’ αποκρίθηκαν·
«Μην κλαις το ριζικό μας,
να την ποθείς τη μοίρα μας και να την τραγουδάς·
χιονάτες κι από τ’ άνθισμα κι από το θάνατό μας!
Είμαστ’ εμείς τα θύματα της άγριας Χειμωνιάς.
Αίμα ζητά βασιλικό η δρακόντισσα να πιει,
να πέσει, ν’ αποκαρωθεί, να πιει και να χορτάσει,
όσο να φτάσει ο χαλαστής μακριάθε, όσο να φτάσει
με το γυμνό ηλιοστάλαχτο σπαθί·
όσο να φτάσει ο ήρωας, το ξανθό Καλοκαίρι,
κι η Χειμωνιά να σκοτωθεί.
Να, βασιλιά πατέρα μας, το αίμα μας· ποιος ξέρει
ζωούλες και ποιός θάνατους πού να είναι πιο ακριβοί;
Στης θυσίας απάνω το βωμό
στεφανωμένα θύματα για κάποιο λυτρωμό
πεθαίνουμε αειπάρθενες, μυριανθιστές·
να μας ζηλεύεις· μη μας κλαις.»
Κι από της μυγδαλιάς σου το κλωνάρι
δροσόλουστο μες στο ποτήρι
βλάστησε τούτο τ’ όνειρο· κι η αρμονική του χάρη
το ιλάρωσε και τ’ άχαρο το μοναστήρι.
Πηγή: Η πολιτεία και η μοναξιά
Χιμάρα-ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
Δεν τους βαραίνει ο πόλεμος, αλλ’ έγινε πνοή τους.
Σολωμός («Οι ελεύθεροι πολιορκημένοι»)
Ας άνθισαν οι μυγδαλιές, κι ας την κρυφομηνάτε
την άνοιξη από τώρα
με τα γλυκοχαράματα καθώς γοργοξυπνάτε,
πουλάκια ειρηνοφόρα.
Ας είναι μέσα μου η καρδιά σκληρά σφιχτοδεμένη
από ένα ρήγα πόνο
που απάνου σε χαλάσματα μαστόρεψε και σταίνει
το μαύρο του το θρόνο.
Ας άνθισαν οι μυγδαλιές. Νά! Ο ουρανός θολώνει,
νά! του Φλεβάρη η μπόρα
σε φοβερίζει ατίναχτη με τ’ όψιμο το χιόνι,
πλάση λευκή, ανθοφόρα.
Ας κλαίει και μέσα μου η καρδιά. Κι από τα κλάματά της
αθάνατο λουλούδι,
της μοναξιάς παρηγοριά, της Χώρας παραστάτης,
φυτρώνει το Τραγούδι.
Τέλος να πήρε ο πόλεμος; Άλλος δεν είναι αγώνας;
Ελλήνων ιεροί λόχοι,
για ύπνο βαρύ σάς δέχτηκε της δόξας ο λιμιώνας;
Η δάφνη αμάραντη; —Όχι!
Λαλούμενα ξενύχτηδων. Σωπάτε, χαροκόποι!
—Ω σπαθωτή κιθάρα
τυρταία, φόρεσε πύρινη, μπροστά στην κρύαν Ευρώπη,
κορόνα τη Χιμάρα!
Κιθάρα μου, ανυπόταχτη ψυχή, οι καιροί και οι τόποι
πάντα υποταχτικοί σου,
φως πάρε από τον Όλυμπο, νύχτα από τη Ροδόπη,
και λάμψε και σκορπίσου.
Στα χιμαριώτικα βουνά ροβόλα, τα τουφέκια
τ’ άγρια συντρόφεψέ τα,
με της πατρίδας την ψυχή και με τ’ αστροπελέκια
την άγια γη χαιρέτα.
Γεια σας χαρά σας, Βασιλιά νικητή, Κυβερνήτη
με την τρανή τη γνώμη!
Θυσίας βωμός! Εκεί πετώ. Φτερά με παν πετρίτη,
εμένα είν’ άλλοι οι δρόμοι.
Στους ξέγνοιαστους αλίμονο! Τους πρέπει να είναι δούλοι,
στον άρπαγα, τρομάρα!
Η Ελλάδα πού; Στην Ήπειρο. Δόξα στο Κακοσούλι,
Νίκη σ’ εσέ, Χιμάρα!
Τα Γιάννενα ονειρεύονται, η Κρήτη ξαποσταίνει,
βουβή η Θεσσαλονίκη,
η Αθήνα ξεφαντώνει… Ποιος βογκάει σα να πεθαίνει;
— Χιμάρα, ολόρθη! Οι λύκοι.
14 του Φλεβάρη 1914
Πηγή:Οι Βωμοί
Μυγδαλιά-ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ
Κι ακόμα δε μπόρεσα να καταλάβω
πώς μπορεί να πεθάνει μια γυναίκα
που αγαπιέται.
Έχει στον κήπο μου μια μυγδαλιά φυτρώσει
κι είν’ έτσι τρυφερή που μόλις ανασαίνει·
μα η κάθε μέρα, η κάθε αυγή τηνε μαραίνει
και τη χαρά του ανθού της δε θα μου τη δώσει.
Κι αλίμονό μου! εγώ τής έχω αγάπη τόση…
Κάθε πρωί κοντά της πάω και γονατίζω
και με νεράκι και με δάκρυα την ποτίζω
τη μυγδαλιά που ’χει στον κήπο μου φυτρώσει.
Αχ, της ζωούλας της το ψέμα θα τελειώσει·
όσα δεν έχουν πέσει, θα της πέσουν φύλλα,
και τα κλαράκια της θε ν’ απομείνουν ξύλα.
Την άνοιξη του ανθού της δε θα μου τη δώσει.
Κι όμως εγώ ο φτωχός της είχ’ αγάπη τόση…
Πηγή: Ο πόνος του ανθρώπου και των πραγμάτων
Αμυγδαλιές-ΤΕΛΛΟΣ ΑΓΡΑΣ
Αμυγδαλιές,αμυγδαλιές!
Φούχτες λουλούδια κι αγκαλιές...
Συγνεφοφέρνουν οι στεριές
κι ασπρίζουν οι έρημες μεριές.
Κυρίες,στο δρόμο που περνάνε,
εκστατικές στην αντηλιά,
σαν άρρωστα παιδιά τις πάνε
περίπατο,στην αγκαλιά.
Χιονίζει στην κατηφοριά:
με το νοτιά,με το βοριά.
-της Άνοιξης βαφτισικιά-
χορεύει τ'άσπρα της προικιά.
Δέντρα ήμερα,φως ανθισμένα!
Κοντά κοτσάνια,μια σταλιά΄
και τ'ανθουλάκια-καρφωμένα
στου κλώνου απάνω τη θηλιά.
-Στα σκαλιστά μας,στα παλιά
λαγήνια,φέξε,αμυγδαλιά!
Ξεχείλισέ τα φουντωτά
κι άσπρα λουλούδια,κεντητά!
...Κι όλο περνάνε,όλο πηγαίνουν
μες στις χαρές της αντηλιάς,
κι απ'τα παράθυρα διαβαίνουν
οι λιτανείες της μυγδαλιάς.
Πηγή: Καθημερινές,1940
Μια μυγδαλιά-ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ
Μια μυγδαλιά και δίπλα της
εσύ.Μα πότε ανθήσατε;
Στέκομαι στο παράθυρο
και σας κοιτώ και κλαίω.
Τόση χαρά δεν την μπορούν
τα μάτια. Δως μου,θεέ μου,
όλες τις στέρνες τ'ουρανού
να στις γιομίσω.
Πηγή: Ο χρόνος και το ποτάμι,1957
Η αμυγδαλιά-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ
Α΄
Τ'άσπρο της φόρεμα με χάρη
κουνεί σε ήλιου αγκαλιά
η μονοκόρη του Φλεβάρη,
η ανθισμένη μυγδαλιά.
Η φύσις όλη φοβισμένη
από το κρύο το πολύ
θαρρείς τη μυγδαλιά προσμένει
για ν'αναζήσει η δειλή!
Β΄
Για όλα τ'άνθη η λαλιά μου
έχει τραγούδι χαρωπό,
μα πιο πολύ τη μυγδαλιά μου
αγάπησα και αγαπώ...
Γλυκιά της άνοιξης παρθένα,
Νεράιδα όλη ευωδιά,
με τ'άνθη σου τα μαδημένα
στεφάνωσέ μου την καρδιά.
Εσύ που με τα άνθη μόνα
φέρνεις καλόν καιρό,λευκή,
διώξε τον άγριο χειμώνα
και φέρε άνοιξη κι εκεί.
Πηγή:Μεγάλη σχολική ποιητική ανθολογία Σταύρου Ζήγου,Εκδόσεις Μητρέλη,Πάτραι
Του Γενάρη η μυγδαλιά-ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ.Γ.ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Του Γενάρη η μυγδαλιά
με το λουλουδένιο μπούστο,
παίζει με την αντηλιά
και το χιόνι κάνει γούστο.
Πιο μικρή της γειτονιάς,
σ'ασπροκόκκινες γιρλάντες,
την εσάλευε ο χιονιάς,
τα πουλάκια από τις μπάντες.
Κι η μαργιόλα η μυγδαλιά,
παιχνιδιάρα κι όλο νάζι,
να τους πλέξει τη φωλιά
τ'άσπρο πούπουλο τινάζει.
Κι ήταν μια τρελή χαρά
που φτερούγιζαν τα κλώνια
και που ανθίζαν τα φτερά΄
φως,πουλιά,λουλούδια,χιόνια,
που ούτε το'νιωσε το πως
στην ψυχή μου είχαν ριζώσει,
τα πουλάκια,ένας σκοπός,
και το χιόνι,ολάσπρη στρώση.
Κι έλεα να'χα μια καρδιά
σαν πουλάκι να τη στείλω
στα ολοκέντιστα κλαδιά
να μου φέρει ανθάκι,φύλλα.
Κι έλεα να'χα την κρυφή
της Αυγής και γω την τέχνη,
που στεφάνι στην κορφή
το ηλιοφώς,χρυσό της πλέχνει.
Κι έλεα να'μουν ο χιονιάς,
πες και πες και λίγο-λίγο,
τη μικρή της γειτονιάς
να την πάρω και να φύγω.
Πηγή: Ζωή και Μοίρα,1932
Λίγο ακόμα-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ
Λίγο ακόμα θα ιδούμε
Λίγο ακόμα θα ιδούμε
Τις αμυγδαλιές ν’ ανθίζουν
τις αμυγδαλιές ν’ ανθίζουν
τις αμυγδαλιές ν’ ανθίζουν
Λίγο ακόμα θα ιδούμε
Λίγο ακόμα θα ιδούμε
τα μάρμαρα να λάμπουν, να λάμπουν στον ήλιο
κι η θάλασσα να κυματίζει
Λίγο ακόμα, να σηκωθούμε
Λίγο ψηλότερα, λίγο ψηλότερα, λίγο ψηλότερα
Λίγο ακόμα, να σηκωθούμε
Λίγο ψηλότερα, λίγο ψηλότερα, λίγο ψηλότερα
Πηγή:Γ. Σεφέρης, Ποιήματα, Ίκαρος
Οι αμυγδαλιές-ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ
Έκθαμβο σπίτι άσπρο και κόκκινο
σε ποιό δωμάτιο ν’ ανθίσαν οι αμυγδαλιές σου
εγώ είχα ζήσει σ’ όλες τις γωνιές
στην κόκκινη και τη δυστυχισμένη
στην τραγική την άσπρη πάνω στο πατάρι
η αναπνοή σου θάμπωνε τα όνειρά μου
πάνω στα τζάμια σου τρεμόσβηνε μια θάλασσα
κήποι κρυφά χρυσάνθεμα μέσα στην έκστασή σου
που έτρεχα ματωμένος και κυνηγός
Ένα μεγάλο δίχτυ περνούσε σύρριζα
πάνω από το κεφάλι μου
η δυστυχία είχε δόντια σιδερένια
ο ήλιος φύτευε στους τοίχους κι άλλα περιβόλια
το περιβόλι της μύγας το περιβόλι του χαρταετού
το περιβόλι το μεγάλο της αγάπης
το περιβόλι του μεγάλου πυρετού
που μέσα του ολημέρα γύριζα με το τουφέκι μου
με μια κορδέλα κόκκινη μέσα στο στόμα μου
με μια κορδέλα κόκκινη μες στα μαλλιά μου
σαν τη γωνιά την κόκκινη και τη δυστυχισμένη
σαν τη γωνιά την τραγική την άσπρη πάνω στο πατάρι
εγώ είχα ζήσει σ’ όλες τις γωνιές
σε ποια λοιπόν ανθίσαν οι αμυγδαλιές σου
Πηγή: Παραλογαίς,1948
Ο άρχοντας - ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ
Τ’ άγριο σκοτεινό παλάτι θα φωτίσω
εκτυφλωτικά
θα ρίξω χρώματα παντού
σε μια γωνιά
ο δράκος
θα είναι
ένα κλωνάρι
ανθισμένη
αμυγδαλιά
γιατί εφέτος στ’ αλήθεια εφοβήθηκα
την παγωνιά τη μοναξιά το κρύο
κι αυτά τα ελάφια που περνούσαν ύπουλα
τη νύχτα
κάτω απ’ την ψυχή μου
Πηγή: Ο άρχοντας,1960
Αμυγδαλιά-ΣΤΕΛΙΟΣ ΣΠΕΡΑΝΤΖΑΣ
Ωχρό φωτίζει απόψε το φεγγάρι
τις στράτες του χωριού, στη σιγαλιά.
Γυρτή πίσω απ’ το φράχτη κι έχει πάρει
μια ανήσυχη έγνοια η άσπρη αμυγδαλιά.
Στεφάνια έχει ανθοπλέξει ένα ζευγάρι
δεσμούς για την αγάπη την παλιά.
Κι οι πόθοι της στου ονείρου όλη τη χάρη
Πετούν, ξαναγυρνούν, τρελά πουλιά.
Γλυκέ ερωμένε, Μάρτη, Μάρτη, ακόμα
δε φαίνεσαι, να σμίξτε στόμα στόμα
στην ήμερη ησυχία του χωριού
Κι η νύφη από κλωνάρι, από μιαν άκρη
τρεμάμενο να στάξει αφήνει δάκρυ
διαμάντι μες στο φως του φεγγαριού.
Πηγή: http://rodostali.blogspot.com
Ἡ ἀμυγδαλιὰ-ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΝΤΗΣ
«Κάθ’ἥν στιγμὴv ἐμεῖς συζητᾶμε ἀκόμα
ἡ ἀμυγδαλιὰ ἄναψε ἤδη ντόμπρα τὰ κεράκια της
κι ἀνήρτησε σὲ κoινὴ θέα τὶς πρoθέσεις της.
Ὢ ναί, τoυλάχιστo oἱ πoιητὲς
ἂς μὴν τὴ λέμε "τρελλή"
πoύ πῆρε τὴν ἀπόφαση,
τoυλάχιστo oἱ πoιητὲς ἂς μὴν τὴ λέμε "τρελλή"
πoύ ἐπωμίσθηκε τὶς εὐθύνες της,
πoυ διεκινδύνευσε τὴ νoημoσύνη της
στὰ ὄμματα τῶν δειλῶν,
πoὺ διεκινδύνευσε τὴ νoημoσύνη της
στὰ ὄμματα τῶν ἀνίδεων,
στὰ ὄμματα τῶv θερκoκηπίων.»
Πηγή: http://www.myriobiblos.gr
Φως-ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
Ένα κλαδάκι μυγδαλιάς μπρος στο παράθυρο,
ένα κλαδάκι μοναχά σου κρύβει το μισό χωριό.
Ο έρωτας με την παλάμη του σου κρύβει όλο τον κόσμο.
Πηγή : Ασκήσεις,1960
Απόφθεγμα-ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ
Ρώτησαν την αμυγδαλιά αν υπάρχει θεός,
κι η αμυγδαλιά άνθισε.
Η Αμυγδαλιά – ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣ
Μια μικρή αμυγδαλιά
που δεν πίστευε τη μοίρα,
έβγαλε στην αντηλιά
τους ανθούς της κι είδε γύρα.
Στου βουνού την κορυφή
βλέπει το έλατο, ζηλεύει,
να ξεριζωθεί ποθεί
και κοντά του εκεί ν΄ ανέβει.
Το ΄νοιωσε ο Βοριάς : “Εγώ,
μυγδαλιά μου, να συντράμω
το μεγάλο σου σκοπό!”
είπε και τη ρίχνει χάμω.
Πηγή: http://lolanaenaallo.blogspot.com
[Έστειλα σήμερα γραφή...]-ΘΑΝΑΣΗΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ
Έστειλα σήμερα γραφή
με τη νοτιά και με τα χελιδόνια
στην άνοιξη να βιαστεί.
Εδώ ανθίσαν οι μυγδαλιές
κι οι πρώιμες εικασίες
διακοσμήσανε με δάχτυλα από πάχνη
τα εικονοστάσια της λατρείας.
Δεν μένει παρά να χιονίσει
λευκά πέταλα η μυγδαλιά
και να προβάλλεις λευκή Καλοσύνη,
αναμνηστικό της νιότης μου,
ευγνωμοσύνη της εφηβείας,
ευλάβεια της απιστίας.
Πηγή:Νοτιές, 1943
Άνθινες ώρες-ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ
Άνθινες ώρες να χαρώ, αγάπη, μ’ έχει στείλει
τριαντάφυλλα ανοιξιάτικα, ήλιο λαμπρό τ’ Απρίλη
κι εγώ, κοντά στην τόση τους αμέτρητη λαμπρότη,
ανθίζω σαν τη μυγδαλιά στη ζεστασιά την πρώτη.
Πηγή: Άνθινες ώρες, 1959
Μυγδαλιές-ΝΤΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
Αυτό το μέρος το λέγαν Μυγδαλιές.
Τις πρόλαβα. Μοσκοβολούσε ο τόπος.
Φίσκα η αγράμπελη, κι ένα ρυάκι
κατέβαζε ξερόφλουδα απ’ τα αλώνια.
Εδώ ερχόμασταν τα βράδια για κορμί.
Σιγά σιγά τις κόψαν όλες. Ένα ένα
ξεφύτρωναν στη θέση τους σπιτάκια.
Πρώτοι εμείς τα εγκαινιάζαμε. Η αγάπη μας
ζυμώθηκε στις σκαλωσιές και τα τσιμέντα τους.
Τώρα δεν έμεινε ούτε μία μυγδαλιά.
Γέμισε ο τόπος μαγαζιά και κατοικίες.
Μας έφαγαν ακόμα ένα τσαΐρι.
Πηγή:Ανυπεράσπιστος καημός, 1960
[Μάρτης στον χρόνο, εποχή αμυγδαλιάς...]-ΜΑΡΚΟΣ ΜΕΣΚΟΣ
XIV
Μάρτης στον χρόνο, εποχή αμυγδαλιάς.
Τα φύτρα στους λόφους πράσινα
και οι ανθοί στα δένδρα όνειρο της μέρας
(και της νύχτας). Κι εσύ το ξέρεις;
αϊτοί στα βράχια, φίδια στο μαύρο της πέτρας
κι ασάλευτη στην απλωσιά
η φωνή απ’ το μικρό κατσίκι.
Σύννεφα του Νοτιά σύννεφα σ’ άλλες γωνιές τ’ ουρανού
κι ο Έγριππος στα μάτια σου με τα νερά
τα υπερήφανα ή τα χαμηλωμένα στον πυθμένα.
(Μέσα μου λιμνάζει ο λόγος και με σκοτώνει.
Με σκοτώνει).
Πηγή: Τα ανώνυμα, 1971
το τραγούδι του έρωτα-ΤΟΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ
είμαι πλασμένος από μαύρο χώμα
ανθίζω όπως η μυγδαλιά το καταχείμωνο
φέρνω πολύτιμο μέσα στις φλέβες μου
αυτής της ίδιας γης το σπέρμα
φιλάω μία μία τις άκρες των δαχτύλων σου
διατρέχω με τα χείλη μου
το κάθε εκατοστό του δέρματός σου
αγγίζω ψηλαφώ ορθώνω τις σκληρές θηλές σου
ψάχνω τις εσοχές σου με τη γλώσσα μου
τις εξοχές σου με τις μύτες των δοντιών
βρίσκομαι πάνω, πλάι, κάτω σου
εισβάλλω μένω ακίνητος
σαν κορυφή βουνού
που την τυλίγει ο μπαμπακένιος ουρανός
νιώθω να πάλλεσαι σαν τρυφερή χορδή
να χαλαρώνεις και να σφίγγεσαι
ν’ αποτραβιέσαι και να δίνεσαι
εισπνέω αχόρταγα το άρωμα
μετράω τους σπονδύλους σου
αδειάζω βίαια τη ραχοκοκαλιά μου
τον νωτιαίο μου μυελό
λούζομαι μέσα στα δάκρυα των μαλλιών σου
είμαι ένα πυρωμένο σίδερο
που ανεξίτηλο σφραγίζει στη μήτρα σου το μέλλον
κάθε σου ηδονικός σπασμός
μια οιμωγή του κόσμου που γεννιέται
είμαι η ίδια η ζωή
και είμαι αθάνατος
Πηγή:Ο μεθυσμένος ακροβάτης, 1979
Μαρία ή το θαύμα της βροχής-ΟΡΕΣΤΗΣ ΑΛΕΞΑΚΗΣ
Καθώς
εγώ
τη μυγδαλιά τινάζω
πέφτουν τ’ αμύγδαλα βροχή
κι εσύ
πώς λάμπεις
μα δεν θυμώνεις
μόνο
με κοιτάζεις
και μου χαμογελάς
φεγγοβολώντας
Κι εγώ
τινάζω με
μανία το δέντρο
και Θε μου σε
φοβάμαι και
μ’ αρέσεις
κι όλο βυθίζεσαι στο φως
και μέσα
στην εκτυφλωτική σου λάμψη
σβήνεις
Κι εγώ
τινάζω κλαίγοντας
– γελώντας
και κλαίγοντας –
το δέντρο
και
ξυπνώ
και πια
δεν είναι φως
δεν είναι δέντρο
μόνο δωμάτιο γκρίζο
βουρκωμένο
και βρέχει
βρέχει
βρέχει
και δεν είσαι
κανείς δεν είναι πια
και με σκεπάζουν
άγρια θολά νερά
νερά
και χρόνια
Πηγή: Ο ληξίαρχος, εκδόσεις Ευθύνη, 1989
Αμυγδαλιά-ΒΕΝΕΤΙΑ Γ.ΓΑΒΡΙΕΛΑΤΟΥ
Σ'είδα απόψε σ'ένα φράχτη σκαλωμένη αμυγδαλιά,
γεμάτη ανθούς αρώματα και νιότη΄
και λυπήθηκα σένα,τους ανθούς,τ'αρώματα,τη νιότη,
σαν σ'είδα με εκείνο το φράχτη αγκαλιασμένη...
Πηγή: "Ενώπιος ενωπίω",Ποιήματα (1960-1984),Αθήνα 1985
Η ανθισμένη μυγδαλιά-ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ
Αχ!η ανθισμένη μυγδαλιά,η ανθισμένη μυγδαλιά!
σου'λεγα,θυμάσαι;
(Εσένα,που μες στον χειμώνα μου
περιπλανήθηκες στον σιωπηλό μου κήπο...)
Πώς μπορεί,ενώ άγρια τη μαστιγώνει ο ουρανός
να ξεσπάει σε λευκό
με λίγο ροζ στο κέντρο για θεό της;
Πώς ξεπερνάει την τόση άρνηση γύρω της
κι ανθίζει εκείνη πρώτη;
Ώσπου κάποιος σοφός
σε εκπομπή σοφίας
έλυσε την απορία μου.
Είναι γιατί
(α,κι εσύ με το χρόνο αμήχανος είσαι)
δισταχτικός με τα μάτια
ανάπηρος στην κίνηση
χαμένος σ'εσωστρεφή μονοπάτια!)
έχει η μυγδαλιά το άνθος
το πιο αδύναμο΄
Τα μαμούνια δε θα τη διάλεγαν ποτέ
για βρώση
ούτε άρωμα έχει,ούτε πέταλα γερά
να δώσει.
Μια ιδέα είναι,ένας αέρας
διόλου διεγερτικός
καμία ιδιαίτερη μυρωδιά
δεν ανακαλεί στη μνήμη
γελάκια σε μέρη κρυφά
ούτε των φύλλων τις πρώτες εκκρίσεις...
Ένας αδύναμος βήχας της φύσης
το λουλούδισμά της
μια αχνή απόχρωση ονείρου
μια ψευδαίσθηση γοητευτικής καρποφορίας...
Όμως,καιρό πριν το ανώριμο ζουζούνι
διαισθανθεί την άνοιξη
η μυγδαλιά βρίσκετ'εκεί
παρούσα κι ανθισμένη
με φόντο το κουρασμένο χιόνι΄
είναι εκεί περιποιημένη,με τα κλωναράκια της
να σκύβουν καταδεχτικά
πρώτη αυτή με λουλούδια
να περιμένει,να αντέχει
το θαύμα.
Η δύναμή της-έτσι έλκονται οι φτερωτοί-
είναι που σ'έρωτα ξέρει να μεταφράζει
τα παγωμένα δευτερόλεπτα.
Χειμώνας 1997-1998
Πηγή: Η ύλη μόνη,2001
Βαρυχειμωνιά-ΚΑΡΟΛΟΣ ΤΣΙΖΕΚ
Άνθισε η μυγδαλιά, ή χιονιού νιφάδες
της στόλισαν τη νύχτα τα κλαδιά;
Μου έσβησε το αγριοβόρι τη φωτιά
και μπαίνει κρύο από τις χαραμάδες.
Ζοφερές νύχτες, μέρες αποφράδες
στου χωριού την απόκοσμη ερημιά,
σε άξενα, κακοτράχαλα βουνά,
όπου αργούν οι ανοιξιάτικες λιακάδες.
Λίγοι καπνοί στις γύρω καμινάδες,
κάποιο φως, που προδίδει ζεστασιά.
Πιο ανάλγητη απ’ τη βαρυχειμωνιά
δυο τρυφερές δεν μου ’γραψες αράδες.
Πηγή: Στίχοι έρωτα και αγάπης, 2005
Χρόνος πέμπτος: Απορίες παιδιού-ΜΑΝΟΛΗΣ ΞΕΞΑΚΗΣ
[Χρόνος]
Είναι χειμώνας. Χιονίζει.
Τα βουνά κοιμούνται.
Να ρωτήσω το χρόνο∙
γιατί μας παγιδεύει έτσι;
Γιατί ο ουρανός αρχίζει με ήλιο,
φορεί το πηλήκιο της βροχής
και μετά παγώνει το χιόνι;
Ας άνθιζε στο κατώφλι μας
μια υποψία αμυγδαλιάς,
στις αποφάσεις που μας ζητούν τώρα...
Πηγή: Ποιήματα 1972-2006, 2008
[και βγήκαν τα πουλιά ψηλά...]-ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΣΙΟΥΡΑΚΗΣ
και βγήκαν τα πουλιά ψηλά
και τα στολίδια που έφερε ο άνεμος
αμυγδαλιάς ήταν άνθη
και προσευχής λόγια
κατανυκτικά
Πηγή: Στον χτύπο επάνω της καρδιάς, 2010
Αμυγδαλιά-ΕΛΕΝΗ ΝΤΟΥΞΗ
Θηλάσαμε τη θλίψη
Της πρώτης μας Άνοιξης,
Εκείνη κι εγώ.
Πάντα με ξεγελούσε ο ανθός της
Και μετά έμενα όλη μέρα
Με την πίκρα στο στόμα.
Πηγή: Μείον Δεκάξι,Μελάνι,2016
Φωτογραφίες-ΣΟΦΙΑ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ
Κλάρες ξερές διακοσμώ
σε κάποτε αμυγδαλιές
πρώην υψηλές μανόλιες
κρεμώντας δάχτυλα
σε χρώμα ιώδες του χαράματος
Η αφορμή συνήθως είναι ο Μάρτης
Και αιτία
που είμαι ζώο, ασφαλώς
λησμονημένο από την κλιμακτήριο
Πηγή:Φωτογραφίες, Μελάνι, 2015
Τα κοφίνια με τα φωτοστέφανα-ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΟΝΑΡΗΣ
Η Σάγιοκο κατέβαινε στα κελάρια, άνοιγε τα
κοφίνια, έπλεκε φωτοστέφανα και τα στερέ-
ωνε στις αμυγδαλιές και στα χελιδόνια.
Πηγή:Τα Μολύβια της Σάγιοκο, Γαβριηλίδης, 2018
Ο λαιμός σου-ΣΟΦΙΑ ΠΟΤΑΡΗ
Τόσο πολύ μου λείπεις ανθισμένη μυγδαλίτσα μου,
τόσο βαθιά που τη γλυκά παρήγορη δεν νιώθω
για να πω τη διαφορά ανάμεσα στο τώρα και στο χθες,
που αθόρυβα έχει περάσει σκιά και φως,
στα μάτια μου μπροστά ανακατωμένο χρώμα.
Γλυκειά μου εσύ, ανθισμένη, σαγηνευτική μου άνοιξη,
ερωτική ζηλεύω νιώθοντας το θαλερό σου μίσχο το ζεστό,
τον απαλό που όλοι οι χυμοί, γλυκείς και ζείδωροι,
κυλούν εκεί ζεματιστοί ολόγλυκεια αμβροσία,
στους δροσερούς του σώματος ροδώνες.
Τα χείλη μου τα δυο μόνο γι’ αυτόν το μίσχο υπάρχουν,
το ζεστό που ευωδιάζει κήπο μυστικό,
κι υπόσχεται λουλούδι σπάνιο!
Στον ακριβό σου το λαιμό, το μυρωμένο,
κρέμασ’ εμέ στολίδι του καθρέφτης του περίκαλος να λάμπω,
όμορφη μες στην ομορφιά ω! πόσο αχόρταγα το θέλω πάνω του
για να κολλήσω αξέχωρα της ζήσης μου τη λαίμαργη προσήλωση,
τη φοβερή λαχτάρα για της γλυπτής σου ομορφιάς τη γεύση,
το άρωμα, το κύμα τη μέθη και το φως, σαν στεφανώνεσαι του ήλιου τη φωτιά!
Και δεν το θέλω για να ζω αλλιώς, παρά μονάχα μ’ απληστία γεμάτη για το γλυκό
σπασμό της τρυφερής σου φλέβας, της μικρής που μεθυσμένη πάλλεται, κρυμμένη
στην ακρούλα εκεί τη μυστική και την αθέατη του αγγελικού λαιμού σου…
Πηγή : Δηλητήριο σε μέλι,Εκδόσεις Νησίδες,2016
Ο άνθρωπος-ΓΙΩΡΓΟΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ
Μου φαίνεται γελάστηκα και πάλι
στάζαν τα λόγια του υποσχέσεις
φορούσαν χρώματα της Άνοιξης
στο καταχείμωνο της μοναξιάς
με ζέσταιναν σαν ήλιος του Γενάρη.
Δε θέλει και πολύ ο άνθρωπος
να γίνει αμυγδαλιά ν’ ανθίσει.
Πηγή:Η τρυφερότητα των άκρων, Εκδόσεις Οδός Πανός, 2016
Αμυγδαλιά- ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΚΑΡΑΟΥΛΗ
Πώς σε θαυμάζω να 'ξερες, γενναία αμυγδαλιά μου
θάρρος ποτίζεις και ζωή, στολίζεις τα όνειρά μου
ατέρμονο το σθένος σου, γελάς και με το χιόνι
παρέα με τη φίλη σου, την όμορφη ανεμώνη.
Δεν σε τρομάζει ο βοριάς, το πείσμα σου μεγάλο
το φόβο διώχνεις μακριά, το βλέπω δίχως άλλο
κρατάς γερά τα φύλλα σου, τα πράσινα παιδιά σου
στην αγκαλιά σου τρυφερά, στ’ ατρόμητα κλαδιά σου.
Άγρια σε δέρνει ο άνεμος, το κρύο και τ’ αγιάζι
μα τους κοιτάς ειρωνικά, το βλέμμα μειδιάζει
θυμώνει και λυσσομανά ο άγριος Γενάρης
ακολουθεί με όρεξη, σε δέρνει κι ο Φλεβάρης.
Στέλνουν τα χιόνια τα λευκά, με πάγο σε στολίζουν
μα εσένα τα παιχνίδια τους διόλου δε σε αγγίζουν
μόνο μπουμπούκια τους κερνάς, λουλούδια μυρωμένα
άσπρα και ροζ, πολύχρωμα, άνθη ευλογημένα.
Ελπίδα σπέρνεις στις καρδιές σ’ εκείνες που λυγίζουν
και πως τελειώσαν τα όνειρα νομίζουν και δακρύζουν
φτάνει να ρίξουν μια ματιά σε σένα αγαπημένη
και να αντικρίσουν τη χαρά που είν’ στην καρδιά κρυμμένη.
Χειμώνες μη λογιάσουνε, μονάχα καλοκαίρια
κρατάμε όλοι τη χαρά μες στα δικά μας χέρια
μια αγκαλιά, ζεστή φωλιά, λουλούδια να γεμίσουν
αγάπης αποστάγματα, για κείνη ας δακρύσουν.
Σαν σε θωρώ αναπολώ κάτι απ’ την καρδιά μου
τα όνειρα τ’ ανέλπιστα που γίνανε δικά μου
ήρθε κοντά μου η Άνοιξη στη μέση του χειμώνα
αντίκρισα μία μορφή, μια μαγική εικόνα.
Ντυμένη στην αγάπη του, λουσμένη στ’ άρωμά του
λουλούδια μόνο φύτρωσαν στ’ όμορφο πέρασμά του
δεν τα τρομάζουν οι βροχές, χειμώνες δε γνωρίζουν
είν’ της αγάπης τα παιδιά, στα χέρια του ανθίζουν.
Πηγή: “Δακρυσμένα Χρυσάνθεμα”.
Αμυγδαλιά ανθισμένη, κόντρα στο Φλεβάρη-ΖΩΗ ΔΙΚΤΑΙΟΥ
Παλιέ μου φίλε
Με φωνές, τα χρόνια δε γυρίζουν πίσω
Ποτέ δε ρώτησες, γιατί με φέρνει η βροχή
Σ’ άλλο ουρανό δεν θα γυρέψω πεπρωμένα
Στην αγκαλιά σου
Θα γυρίσω απόψε, δίχως ενοχή
Κι έχω τα φρένα της καρδιάς σπασμένα.
Παλιέ μου φίλε
Πως πέρασε, άθελα μας ο καιρός
Άλλα, στο βλέμμα που νικήθηκε
Κι’ άλλα ορκίζεται η νύχτα στη Σελήνη.
Στο έρημο κάστρο
Η αγάπη, απ’ την αγάπη πλύθηκε
Για να χορέψει η μοναξιά και ότι γίνει.
Θα στάξω μέλι
Στο ποτήρι, τώρα γελά η αμυγδαλιά
Γύρη σκορπίζει στου χειμώνα το σεντόνι
Είναι η καρδιά, μικρή πατρίδα του χιονιά
Πόσα τραγούδια
Το φεγγάρι, στο ανθισμένο σου μπαλκόνι
Θα πει για μας, μέχρι να φύγει η παγωνιά.
Παλιέ μου φίλε
Στο υπόγειο της καρδιάς, σκοτάδι
Μα και η δική σου, σβήνει μοναχή
Μια σπίθα, κοίτα, απ’ τη στάχτη μου ξεθάβω
Μες στην ομίχλη
Έχω στα χείλη πεταλούδα την ψυχή
Καινούριο φως, απ' το παλιό να μεταλάβω.
Λιώνει το ψέμα
Είμαι δικό σου, χάρτινο καράβι
Μ’ ένα ανεκπλήρωτο φιλί, θα ονειρευτώ
Αμυγδαλιά ανθισμένη, κόντρα στο Φλεβάρη
Παλιέ μου φίλε
Χάρισέ μου, τελευταίο ένα χορό
Μετά, ποτέ δεν θα ζητήσω άλλη χάρη…
Πηγή: https://www.booktourmagazine.com
Έρευνα-Επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Καραπάνου
Η αναδημοσίευση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού ιστότοπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ επιτρέπεται ΜΟΝΟ με την παράθεση πηγής και ενεργού συνδέσμου (link).