Σαν σήμερα, στις 6 Ιουνίου 1931 γεννήθηκε η Κική Δημουλά. Θ'ακούσουμε πέντε μελοποιημένα ποιήματά της!
Διάλογος ανάμεσα σε μένα και σε μένα
Ποίηση: ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ
Μουσική: ΘΑΝΟΣ ΑΝΕΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
Ερμηνεία: ΘΑΝΟΣ ΑΝΕΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
Σοῦ εἶπα:
- Λύγισα.
Καὶ εἶπες:
- Μὴ θλίβεσαι.
Ἀπογοητεύσου ἥσυχα.
Ἤρεμα δέξου νὰ κοιτᾷς
σταματημένο τὸ ρολόι.
Λογικὰ ἀπελπίσου
πῶς δὲν εἶναι ξεκούρδιστο,
ὅτι ἔτσι δουλεύει ὁ δικός σου χρόνος.
Κι ἂν αἴφνης τύχει
νὰ σαλέψει κάποιος λεπτοδείκτης,
μὴ ριψοκινδυνέψεις νὰ χαρεῖς.
Ἡ κίνηση αὐτὴ δὲν θά ῾ναι χρόνος.
Θά ῾ναι κάποιων ἐλπίδων ψευδορκίες.
Κατέβα σοβαρή,
νηφάλια αὐτοεκθρονίσου
ἀπὸ τὰ χίλια σου παράθυρα..
Γιὰ ἕνα μήπως τ᾿ ἄνοιξες.
Κι αὐτοξεχάσου εὔχαρις.
Ὅ,τι εἶχες νὰ πεῖς,
γιὰ τὰ φθινόπωρα, τὰ κύκνεια,
τὶς μνῆμες, ὑδροροὲς τῶν ἐρώτων,
τὴν ἀλληλοκτονία τῶν ὠρῶν,
τῶν ἀγαλμάτων τὴν φερεγγυότητα,
ὅ,τι εἶχες νὰ πεῖς
γι᾿ ἀνθρώπους ποὺ σιγὰ-σιγὰ λυγίζουν,
τὸ εἶπες.
- Λύγισα.
Καὶ εἶπες:
- Μὴ θλίβεσαι.
Ἀπογοητεύσου ἥσυχα.
Ἤρεμα δέξου νὰ κοιτᾷς
σταματημένο τὸ ρολόι.
Λογικὰ ἀπελπίσου
πῶς δὲν εἶναι ξεκούρδιστο,
ὅτι ἔτσι δουλεύει ὁ δικός σου χρόνος.
Κι ἂν αἴφνης τύχει
νὰ σαλέψει κάποιος λεπτοδείκτης,
μὴ ριψοκινδυνέψεις νὰ χαρεῖς.
Ἡ κίνηση αὐτὴ δὲν θά ῾ναι χρόνος.
Θά ῾ναι κάποιων ἐλπίδων ψευδορκίες.
Κατέβα σοβαρή,
νηφάλια αὐτοεκθρονίσου
ἀπὸ τὰ χίλια σου παράθυρα..
Γιὰ ἕνα μήπως τ᾿ ἄνοιξες.
Κι αὐτοξεχάσου εὔχαρις.
Ὅ,τι εἶχες νὰ πεῖς,
γιὰ τὰ φθινόπωρα, τὰ κύκνεια,
τὶς μνῆμες, ὑδροροὲς τῶν ἐρώτων,
τὴν ἀλληλοκτονία τῶν ὠρῶν,
τῶν ἀγαλμάτων τὴν φερεγγυότητα,
ὅ,τι εἶχες νὰ πεῖς
γι᾿ ἀνθρώπους ποὺ σιγὰ-σιγὰ λυγίζουν,
τὸ εἶπες.
Η περιφραστική πέτρα
Ποίηση: ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ
Μουσική: ΚΩΣΤΑΣ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ερμηνεία: ΑΝΕΜΟΣ
Μίλα.
Πες κάτι, οτιδήποτε.
Μόνο μη στέκεις σαν ατσάλινη απουσία.
Διάλεξε έστω κάποια λέξη,
που να σε δένει πιο σφιχτά
με την αοριστία.
Πες:
«άδικα»,
«δέντρο»,
«γυμνό».
Πες:
«θα δούμε»,
«αστάθμητο»,
«βάρος».
Υπάρχουν τόσες λέξεις που ονειρεύονται
μια σύντομη, άδετη, ζωή με τη φωνή σου.
Μίλα.
Έχουμε τόση θάλασσα μπροστά μας.
Εκεί που τελειώνουμε εμείς
Αρχίζει η θάλασσα.
Πες κάτι.
Πες «κύμα», που δεν στέκεται.
Πες «βάρκα», που βουλιάζει
αν την παραφορτώσεις με προθέσεις.
Πες «στιγμή»,
που φωνάζει βοήθεια ότι πνίγεται,
μην τη σώζεις,
πες,
«δεν άκουσα».
Μίλα.
Οι λέξεις έχουν έχθρες μεταξύ τους,
έχουν τους ανταγωνισμούς:
αν κάποια απ' αυτές σε αιχμαλωτίσει,
σ' ελευθερώνει άλλη.
Τράβα μία λέξη απ'τη νύχτα
στην τύχη.
Ολόκληρη νύχτα στην τύχη.
Μη λες «ολόκληρη»,
πες «ελάχιστη»,
που σ' αφήνει να φύγεις.
Ελάχιστη
αίσθηση,
λύπη
ολόκληρη
δική μου.
Ολόκληρη νύχτα.
Μίλα.
Πες «αστέρι», που σβήνει.
Δεν λιγοστεύει η σιωπή με μια λέξη.
Πες «πέτρα»,
που είναι άσπαστη λέξη.
Έτσι, ίσα ίσα
να βάλω έναν τίτλο
σ' αυτή τη βόλτα την παραθαλάσσια.
Πες κάτι, οτιδήποτε.
Μόνο μη στέκεις σαν ατσάλινη απουσία.
Διάλεξε έστω κάποια λέξη,
που να σε δένει πιο σφιχτά
με την αοριστία.
Πες:
«άδικα»,
«δέντρο»,
«γυμνό».
Πες:
«θα δούμε»,
«αστάθμητο»,
«βάρος».
Υπάρχουν τόσες λέξεις που ονειρεύονται
μια σύντομη, άδετη, ζωή με τη φωνή σου.
Μίλα.
Έχουμε τόση θάλασσα μπροστά μας.
Εκεί που τελειώνουμε εμείς
Αρχίζει η θάλασσα.
Πες κάτι.
Πες «κύμα», που δεν στέκεται.
Πες «βάρκα», που βουλιάζει
αν την παραφορτώσεις με προθέσεις.
Πες «στιγμή»,
που φωνάζει βοήθεια ότι πνίγεται,
μην τη σώζεις,
πες,
«δεν άκουσα».
Μίλα.
Οι λέξεις έχουν έχθρες μεταξύ τους,
έχουν τους ανταγωνισμούς:
αν κάποια απ' αυτές σε αιχμαλωτίσει,
σ' ελευθερώνει άλλη.
Τράβα μία λέξη απ'τη νύχτα
στην τύχη.
Ολόκληρη νύχτα στην τύχη.
Μη λες «ολόκληρη»,
πες «ελάχιστη»,
που σ' αφήνει να φύγεις.
Ελάχιστη
αίσθηση,
λύπη
ολόκληρη
δική μου.
Ολόκληρη νύχτα.
Μίλα.
Πες «αστέρι», που σβήνει.
Δεν λιγοστεύει η σιωπή με μια λέξη.
Πες «πέτρα»,
που είναι άσπαστη λέξη.
Έτσι, ίσα ίσα
να βάλω έναν τίτλο
σ' αυτή τη βόλτα την παραθαλάσσια.
Βρετανικό μουσείο (Καρυάτιδα)
Ποίηση: ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ
Μουσική: ΜΑΡΙΖΑ ΚΩΧ
Ερμηνεία: ΜΑΡΙΖΑ ΚΩΧ
Στην ψυχρή του Μουσείου αίθουσα
την κλεμμένη, ωραία, κοιτώ
μοναχή Καρυάτιδα.
Το σκοτεινό γλυκύ της βλέμμα
επίμονα εστραμμένο έχει
στο σφριγηλό του Διονύσου σώμα
(σε στάση ηδυπαθείας σμιλευμένο)
που δυο βήματα μόνον απέχει.
Το βλέμμα το δικό του έχει πέσει
στη δυνατή της κόρης μέση.
Πολυετές ειδύλλιον υποπτεύομαι|
τους δυό αυτούς να 'χει ενώσει.
Κι έτσι, όταν το βράδυ η αίθουσα αδειάζει
απ' τους πολλούς, τους θορυβώδεις επισκέπτες,
τον Διόνυσο φαντάζομαι
προσεκτικά απ' τη θέση του να εγείρεται
των διπλανών γλυπτών και αγαλμάτων
την υποψία μην κινήσει,
κι όλος παλμό να σύρεται
τη συστολή της Καρυάτιδας
με οίνον και με χάδια να λυγίσει.
Δεν αποκλείεται όμως έξω να 'χω πέσει.
Μιαν άλλη σχέση ίσως να τους δένει
πιο δυνατή, πιο πονεμένη:
Τις χειμωνιάτικες βραδιές
και τις εξαίσιες του Αυγούστου νύχτες
τους βλέπω,
απ' τα ψηλά να κατεβαίνουν βάθρα τους,
της μέρας αποβάλλοντας το τυπικό τους ύφος,
με νοσταλγίας στεναγμούς και δάκρυα
τους Παρθενώνες και τα Ερεχθεία που στερήθηκαν
στη μνήμη τους με πάθος ν' ανεγείρουν.
Τα πάθη της βροχής
Ποίηση: ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ
Μουσική: ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ
Ερμηνεία: ΚΟΡΙΝΑ ΛΕΓΑΚΗ
Πολύ με ζάλισε απόψε η βροχή
μ’ αυτή της τη μεροληψία
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
σαν όλα τ’ άλλα να `ναι αμελητέα
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ,
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ.
Τόση βροχή για μια απουσία,
τόση αγρύπνια για μια λέξη,
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
όλο εσύ, εσύ, εσύ.
μ’ αυτή της τη μεροληψία
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
σαν όλα τ’ άλλα να `ναι αμελητέα
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ,
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ.
Τόση βροχή για μια απουσία,
τόση αγρύπνια για μια λέξη,
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
όλο εσύ, εσύ, εσύ.