Χριστούγεννα-ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΔΡΟΣΟΣ

Χριστούγεννα-ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΔΡΟΣΟΣ

Χριστούγεννα. Χρόνια πολλά σε όλους!  Θα γιορτάσουμε με το ομώνυμο πανέμορφο διήγημα του Βαγγέλη Δρόσου!

Χριστούγεννα-ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΔΡΟΣΟΣ 

Είναι πρωί ακόμη. Από μακριά ακούγεται ο ήχος της χριστουγεννιάτικης καμπάνας τ’ Αγιού. Αγόρασα ένα βαριεστημένο χρόνια πολλά με έναν καφέ στο χέρι και περπατώ. Οι γιορτινές βιτρίνες θαρρώ μου μοιάζουν - με τα φώτα τους αναμμένα στη χειμερινή λιακάδα. Κινούμαι στο κέντρο χαζεύοντας τη μοναξιά και μαζεύοντας κρύο. Σήμερα το μαγαζί θα μείνει κλειστό. 

Σε σκέφτομαι ακόμη. Το βλέμμα σου και το ποτό που μοιραστήκαμε πριν βγεις στη σκηνή. Ύστερα πώς σηκώθηκες και περπάτησες ως εκεί. Το πώς άφησες τη σατέν ρόμπα σου στο πάτωμα. Το πώς καρφώθηκαν τα μάτια σου προκλητικά στο κενό. Πώς έσφιγγες με τα πόδια σου το κρύο μέταλλο. Και πώς έφυγες ξαφνικά, στο αποκορύφωμα της έκστασης, πριν ακόμη τελειώσει το μουσικό κομμάτι. 

Ακολουθώ τα φύλλα στην πάνω πλατεία μαζί με τον άνεμο, περιπλανιέμαι στα μοναχικά δρομάκια της παλιάς πόλης. Συναντώ γάτους και σκύλους οικείους στις γνωστές γωνιές τους. Ποιο άραγε από τα σκοτεινά παράθυρα να είναι το δικό σου; Μήπως εκείνο με τις απλωμένες νάιλον κάλτσες ή το άλλο με τις άδειες γλάστρες; Αναζητώ τη φιγούρα σου πίσω απ’ το θρόισμα κάθε κουρτίνας. Καθώς κάνω να ανεβώ τη σκαλινάτα, ξάφνου ένα παράθυρο ανοίγει.

     -Καλημέρα! Πού κοπροσκυλιάζεις αμπονόρα, χρονιάρα μέρα… ψιθυρίζει η βραχνή φωνή του Σπύρου που δουλεύει πόρτα στο μαγαζί.
     -Χρόνια πολλά, φίλε! Δεν είχα ύπνο και βγήκα μια βόλτα… Μήπως κατά τύχη ξέρεις πού μένει η Μαρία;
     -Χρόνια σου πολλά! Ποια Μαρία;
     -Η ξανθιά, με τα γαλάζια μάτια…
     -Όλες Μαρίες λέγονται και όλες είναι ξανθιές με γαλάζια μάτια.
     -Έλα, τώρα, ξέρεις πολύ καλά για ποια λέω!
     -Ρε συ, πας καλά; Τι έπαθες; Έφαγες φλασιά χριστουγεννιάτικα;
     -Ε, όχι κι έτσι. Απλώς της έδωσα κάτι και το θέλω πίσω… γι’ αυτό την ψάχνω.

Ο Σπύρος με κοιτάζει καχύποπτα.

     -Ώστε, έτσι… πάει καλά... Μένουν καμιά τρεις τέσσερις κοπέλες σε ένα ισόγειο Airbnb απέναντι από το γήπεδο στη Γαρίτσα. Μικρή αυλή και σώχωρο με λευκό πανί. Νομίζω εκεί μένει, εύκολα θα τό βρεις…
     -Σε ευχαριστώ, φίλε!
    -Τίποτα, όμως πρόσεχε… Δεν είναι κοπέλες αυτές για σένα, μικρέ∙ φοιτητής πράμα. Μην μπλέκεις…
    -Έγινε! Και πάλι χρόνια πολλά!
    -Χρόνια πολλά…

Πήρα να κατεβαίνω βιαστικά τον παραλιακό δρόμο. Θαρρείς τα κύματα μου έγνεφαν φιλικά, καθώς λαμπύριζαν αμφίθυμα κάτω από τον ψεύτικο χειμωνιάτικο ήλιο. Σύντομα βρέθηκα στην είσοδο της αυλής του ισογείου. Ήταν ακριβώς όπως το περιέγραψε ο Σπύρος, δίπλα από το ξενοδοχείο Bretagne. Χωρίς να εξετάσω το ακατάλληλο της ώρας χτύπησα το κουδούνι. Ξαναχτύπησα επίμονα. Μου άνοιξε ένα από τα κορίτσια. Το πρόσωπό της, καθώς αντίκριζε άβαφο το φως της ημέρας, έμοιαζε με μαθήτριας λυκείου.

     -Καλημέρα, χρόνια πολλά! Η Μαρία...
     -Η Μαρία; αναρωτήθηκε και αυτή με απορία. Α! Μαρία! φώναξε στρέφοντας το κεφάλι της στο εσωτερικό του μικρού σπιτιού.

Μετά από μια δυο στιγμές πρόβαλες στην εξώπορτα.

    -Καλημέρα! Τι θες εσύ εδώ;
    -Καλημέρα! Χρόνια πολλά! Εσένα έψαχνα.
    -Γιατί; Έγινε κάτι;
    -Όχι, μα να, χθες δε σε καληνύχτισα και ήθελα να σου δώσω κι αυτό. Καλά Χριστούγεννα!

Πήρες το βελούδινο κουτάκι στο χέρι σου με έκπληξη και το άνοιξες. Το ζιργκόν λαμπύρισε βάφοντας κόκκινο το χλωμό από το ξενύχτι πρόσωπό σου.

    -Τι είναι αυτό; με κοίταξες αινιγματικά.
    -Αυτό που ήθελα να σου δώσω…
    -Σε ευχαριστώ πολύ! ψέλλισες και μου ακούμπησες δειλά με τα χείλη σου το μάγουλο. Πέρασε μέσα! Είναι λίγο στενόχωρα αλλά… κορίτσια, ο Χρήστος!

Άλλα τρία κορίτσια ήταν μαζεμένα στη μικρή σαλοκουζίνα, η οποία προφανώς χρησιμοποιούνταν τα βράδια και ως υπνοδωμάτιο.

    -Χρήστο, εσύ γιορτάζεις σήμερα! Χρόνια σου πολλά! μου ευχήθηκαν χαρούμενα.
   -Ευχαριστώ! Τι θα κάνετε κορίτσια σήμερα που το μαγαζί είναι κλειστό; Πώς σκοπεύετε να περάσετε τη μέρα σας; ρώτησα προσπαθώντας να αποφύγω να σχολιάσω τον καιρό.
    -Θα κοιμηθούμε! απάντησαν όλες με μια φωνή.
    -Μόνες μας! συμπλήρωσε από τη γωνία η πιο μελαχρινή.
    -Εσύ, πώς θα περάσεις τη γιορτή σου;
    -Εγώ… σκέφτηκα ότι ίσως…να…

Το κουδούνι της πόρτας διέκοψε τη μετέωρη συζήτηση. Η Μαρία έτρεξε και άνοιξε την πόρτα.

    -Χρόνια σας πολλά! Να είστε ευλογημένοι! ακούστηκε μια ένρινη φωνή και στην είσοδο πρόβαλε ένας ρασοφορεμένος κρατώντας αγκαλιά την εικόνα της Γεννήσεως.
    -Χρόνια πολλά! απαντήσαμε ζεματισμένοι.
   -Είμαι ο εφημέριος της Υπεραγίας Θεοτόκου Βλαχερνών, εδώ δίπλα σας. Ελάτε να προσκυνήσετε παιδιά μου για ευλογία, και μας πρότεινε την εικόνα κάνοντας πως δεν προσέχει την αμηχανία μας.

Σταθήκαμε στη σειρά και χαιρετίσαμε την εικόνα φιλώντας και το χέρι του παπά.

   -Πάτερ, καθίστε να ξεκουραστείτε λίγο, να σας κεράσουμε ένα γλυκό και ένα καφεδάκι! πρότεινε η Μαρία.

Ο ιερέας την κοίταξε για μια στιγμή βαθιά μες στα μάτια, έριξε μια γρήγορη ματιά και στη μικρή σαλοκουζίνα, όπου δε φαινόταν να περισσεύει μέρος για να σταθεί κανείς άλλος. Σαν να χτύπησε ένας συναγερμός μέσα μου σηκώθηκα ενστικτωδώς και του πρότεινα τη θέση μου.

   -Ευχαρίστως! ψιθύρισε ο ιερέας και κάθισε βολεύοντας στο τραπέζι την εικόνα. Λοιπόν, παιδιά, πώς τα περνάτε; Με τι ασχολείστε; Σπουδάζετε, δουλεύετε;
   -Εγώ σπουδάζω Πληροφορική, απάντησα βιαστικά.
   -Μπράβο, παιδί μου! Να είσαι ευλογημένος! μου ευχήθηκε, καθώς έπαιρνε στο χέρι του το φλιτζανάκι με τον καφέ. Κι εσείς κορίτσια;
   -Εμείς είμαστε χορεύτριες! απάντησε η Μαρία.
   -Μπαλέτου;
   -Όχι, χορεύουμε μοντέρνους χορούς, σε νυχτερινά κέντρα.

Μας κοίταξε έναν – έναν, προσεκτικά, από πάνω μέχρι κάτω.

    -Μάλιστα! Δηλαδή χορεύετε για τους τουρίστες, συμπέρανε ο γερο-ιερέας.
    -Περίπου…
    -Χορεύεις κι εσύ παιδί μου… πώς σε είπαμε; στράφηκε προς τα μένα.
    -Χρήστο…
    -Χρόνια σου πολλά, Χρήστο!
    -Σας ευχαριστώ!
    -Λοιπόν, χορεύεις μαζί με τα κορίτσια;
    -Όχι! Εγώ… είμαι φίλος με τα κορίτσια, με τη Μαρία δηλαδή.
   -Μπράβο, είναι καλό κορίτσι η Μαρία! δήλωσε με πεποίθηση αφήνοντας άδειο το φλιτζάνι στο τραπέζι. Παιδιά, σας ευχαριστώ για τη φιλοξενία! Να είστε πάντα καλά!

Η Μαρία αναλαμβάνοντας τον ρόλο της οικοδέσποινας τον συνόδεψε στην εξώπορτα.  
     
    -Και Μαρία, μια από αυτές τις μέρες να έρθετε από τον ναό με τον Χρήστο να σας ευλογήσω.
    -Μα, πάτερ… προσπάθησε να εξηγήσει η Μαρία, αλλά τη διέκοψε με ένα του νεύμα ο γέροντας.
    -Ξέρω εγώ! είπε βγαίνοντας αργά, αγκαλιά με την εικόνα. Ας είναι φέτος τα πρώτα από τα πιο ευτυχισμένα σας Χριστούγεννα! Η Παναγιά να σας σκεπάζει!
    -Καλά Χριστούγεννα!

Η Μαρία γύρισε και με κοίταξε καθώς έκλεινε την πόρτα λες και είμαστε μόνοι μας στο σπίτι.

    -Τι έλεγες πριν;
    -Δεν ξέρω, δε θυμάμαι…
    -Τι λες; Πάμε μια βόλτα… να περπατήσουμε παρέα στον ήλιο; πρότεινε διστακτικά.
    -Φύγαμε! Μόνο ντύσου ζεστά, μην κρυώσεις… έχει κρύο έξω.
    -Μη νομίζεις, καμιά φορά και μέσα… κρύο έχει… απάντησε η Μαρία.

Βγήκαμε στον καθαρό αέρα και χαθήκαμε στα στενά της πόλης, αφήνοντας για πάντα πίσω μας το στενό σκοτεινό ισόγειο διαμέρισμα, ακολουθώντας το δικό μας αστέρι των Χριστουγέννων, τον ήλιο, που μας οδηγούσε με ακρίβεια σε μια ζωή πλημμυρισμένη από το φως του.

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr