"Το γράψιμο βγαίνει από τη ζωή, όπως και από την μελέτη άλλωστε! -Συνέντευξη με τη συγγραφέα Μαρία Μαλεγιαννάκη

"Το γράψιμο βγαίνει από τη ζωή, όπως και από την μελέτη άλλωστε! -Συνέντευξη με τη συγγραφέα Μαρία Μαλεγιαννάκη

Σήμερα στη στήλη "Να σε γνωρίσω καλύτερα" έχω προσκαλέσει τη συγγραφέα Μαρία Μαλεγιαννάκη. Η αγαπημένη λογοτέχνιδα γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Κοινωνιολογία και Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, ενώ έχει παρακολουθήσει σεμινάρια στη Λογοτεχνία και τη Φιλοσοφία. Ασχολείται με τη διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας. Έχει γράψει δύο νουβέλες που τιμήθηκαν με έπαινο και βραβείο από την ΠΕΛ. Το 2017 κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Βεργίνα το πρώτο της μυθιστόρημα "Μελαγχολία, Οσμή Κυνόροδου". Το έργο αυτό τιμήθηκε το 2014 με το Α΄Βραβείο 30ου Πανελλήνιου Συμποσίου Ποίησης και Πεζογραφίας από το Καφενείο των Ιδεών. Το καλοκαίρι του 2022 κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις 24 γράμματα το μυθιστόρημά της "Μέλπω βαθιά". Για το πιο πρόσφατο έργο της και τη λογοτεχνική της διαδρομή, η Μαρία Μαλεγιαννάκη μάς είπε πολλά και άκρως ενδιαφέροντα! Ας την ακούσουμε!

Συνέντευξη: Αγγελική Καραπάνου

- Κυρία Μαλεγιαννάκη, χαίρομαι πολύ που σας φιλοξενώ στο Έννεπε Μούσα. Αρχικά θα ήθελα να σας ρωτήσω πότε μπήκε στη ζωή σας η συγγραφή.

-Ευχαριστώ πολύ, καλώς σας βρήκα!

Η συγγραφή υπήρχε στη ζωή μου μέσα από τα ημερολόγια και κάποιες ιστορίες που έγραφα, ήδη από παιδί. Ήταν ένας αυθόρμητος τρόπος έκφρασης, που δεν ήξερα ότι κάπου θα οδηγούσε. Δεν μου χάριζε ηρεμία ή απόλαυση, αλλά μία μυστική σύνδεση με τον μέσα κόσμο. Μετά τα είκοσι θυμάμαι να γράφω στίχους, και κάποια μικρά ποιήματα, χωρίς να θέλω να τα κάνω κάτι. Όταν μετήλθα στην κρίσιμη για μένα καμπή «των τριάντα», η γραφή μου αποκάλυψε τους «μυστικούς»  σκοπούς της. Τότε ξεκίνησε για μένα μια δεύτερη ζωή. Σπούδασα ξανά και έγραφα συστηματικά, βάζοντας στόχο μου το μεγάλο είδος, το μυθιστόρημα.

- Υπήρχαν στα πρώτα σας βήματα ή στη συνέχεια λογοτέχνες που πιστεύετε πως σας επηρέασαν;

-Η αλήθεια είναι ότι ζούσα από μικρή μέσα σε έναν κόσμο από βιβλία, αλλά και ζωντανές ιστορίες και λόγια, χάριν στην οικογένειά μου. Δεν ήταν δύσκολο λοιπόν να έρχομαι σε επαφή με ονόματα συγγραφέων που γέμιζαν τα  ράφια του σπιτιού και μου εντυπώνονταν. Θυμάμαι τίτλους και ονόματα βιβλίων, πριν καν καλά- καλά αρχίσω να τα διαβάζω. Από το υποσυνείδητο έρχονται «Οριάνα Φαλάτσι, Ευγενία Φακίνου, Ζωρζ Σαρή, Πηνελόπη Δέλτα. Τα Άπαντα του Καζαντζάκη. Σαίξπηρ. Σολομός, Βρεττάκος, Βαλαωρίτης, Κάλβος», και η λίστα των μεγάλων συνέχιζε. Τα έβλεπα σαν ιερογλυφικά, έως ότου σιγά σιγά τα γνώριζα. Αυτά ήταν τα πρώτα μου βήματα κι ο Όσκαρ Γουάϊλντ (λατρεία), το πιο μαγεμένο μου παραμύθι. Ήταν μια εποχή που τα παιδιά διάβαζαν φυσικά κι αβίαστα χωρίς κανείς να τους το συστήσει. Ακούγομαι αντιδραστική;

Αργότερα, το ταξίδι της ανάγνωσης, και κάτι πιο πέρα από αυτό, η περιπέτεια μιας εσωτερικής αναζήτησης, με έφερναν σε επαφή με εκείνους τους στοχαστές που ανταποκρίνονταν στους προβληματισμούς μου, με ξεβόλευαν. Κάφκα, Καμύ και Έσσε. Ο μεγάλος Ντοστογιέφσκι. Τσέχωφ, Ίψεν. Τολστόι. Μιλώντας για Νεοελληνική φιλολογία, ερωτεύτηκα την Γενιά του Τριάντα. Σε πρόζα και ποίηση, οι σπουδαίοι αυτοί συγγραφείς, μετέδιδαν την «σκοτεινιά» της λογοτεχνίας που έλκει και συναρπάζει, γιατί η ανθρώπινη ψυχή  πιστεύω έχει μέσα της αυτήν την ουσία. Απαύγασμα αυτής της αγάπης ήταν «Το ταξίδι με τον Έσπερο» του Άγγελου Τερζάκη. Οι λογοτεχνικές φιγούρες του έργου, ανυπέρβλητες, αέρινες, με σημάδεψαν. Ας σταματήσω εδώ! 

- Τι είδους βιβλία σάς αρέσει να διαβάζετε;

-Αγαπώ εκτός από βιβλία λογοτεχνίας και ποίησης φυσικά, βιβλία κοινωνικών επιστημών, και φιλοσοφίας. Πιστεύω ότι η δομημένη σκέψη προηγείται της δημιουργικής και τανάπαλιν. Μου αρέσει ο Ντεκάρτ, σχεδόν όσο κι ο Σαίξπηρ, φερ’ ειπείν. Μου αρέσει η ποιητικότητα εξωλογοτεχνικών συγγραμμάτων, όπως  τα «φιλοσοφικά χειρόγραφα» που είχαν ελκύσει το ενδιαφέρον μου όταν σπούδαζα. Με ενδιαφέρουν  βιβλία  ψυχανάλυσης όπως  τα Αρχέτυπα και το Συλλογικό Ασυνείδητο του Γιούνγκ, καθώς και βιβλία ψυχολογίας που βασίζονται στο μύθο.

Καθ’ επέκταση βρίσκω ότι η επιστήμη μπορεί να ωφεληθεί από τον δημιουργικό τρόπο σκέψης όσο και από τον ορθολογισμό, μιας και  η φαντασία και η περιέργεια αποτελούν εξίσου πολύτιμα εργαλεία στην εξερεύνηση του κόσμου. Κατ’ αυτήν την έννοια θα μου άρεσε να διαβάσω κείμενα αστροφυσικής και κβαντικής φυσικής. Πιο πολύ από όλα όμως, αδημονώ να διαβάσω τα αδιάβαστα βιβλία που περιμένουν στα ράφια μου, μεγάλο άγχος αυτό..
 

- Τι προσφέρει στη ζωή σας το γράψιμο; Πώς πιστεύετε ότι θα ήταν χωρίς αυτό;

- Προσφέρει αυτό ακριβώς. Ζωή. Το γράψιμο βγαίνει από τη ζωή, όπως και από την μελέτη άλλωστε. Δεν είναι απόλυτα μοναχική διαδικασία για μένα. Ή δεν οφείλει να είναι. Έχει ανάγκη την περιπλάνηση στον έξω κόσμο, το φιλτράρισμα των ερεθισμάτων, την κατάκτηση γνώσεων. Και κατόπιν της περισυλλογής, η γραφή σε ρίχνει μέσα σε όλες αυτές τις εμπειρίες, ξανά και ξανά.  Αν δεν έγραφα, προφανώς, θα ήμουν μια άλλη. 

- Ποια θέματα προκαλούν περισσότερο την πένα σας να τα πλησιάσει;

-Με έλκει το υπαρξιακό κομμάτι. Η αθέατη αρρώστια που αναζητά μια λύτρωση. Το κακό, μέσα μας. Ο ρομαντισμός. Όχι τόσο ο θάνατος, όσο  η διάσωση της ζωής που μας απομένει, η δικαίωσή της. Με ενδιαφέρει λοιπόν το «σκοτάδι», αλλά  μονάχα ως  η αντίθετη, όσο κι αναγκαία όψη του φωτός.

Δεν μου αρέσει η εκδραμάτιση φυσικά. Τα στοιχεία που ανέφερα, θεωρώ ότι είναι αλληλένδετα με μια πνευματική αναζήτηση, που πάντοτε ξεκινά και επιστρέφει στον εαυτό μας ως μέρος του όλου στο οποίο ανήκουμε. Εν τέλει, αποτελούν εφόδια στην πορεία αυτοπραγμάτωσης του ανθρώπου. 

- Υπάρχουν από την άλλη θέματα που θα αποφεύγατε να αγγίξετε;

-Τα θέματα για τα οποία γράφω είναι ακριβώς εκείνα που υπαγορεύει «η πένα» μου. Δεν θα απέφευγα τίποτα από όσα η γραφή μού αποκαλύπτει, ως ένα είδος απόκρισης στους προβληματισμούς μου. Θέλω να πω, ότι το θέμα με το οποίο καταπιάνεται ο συγγραφέας δεν είναι πάντα μία απόλυτα συνειδητή επιλογή. Τον βρίσκει, που λένε, δεν το βρίσκει εκείνος. Υπάρχει μια αναγκαία σχέση του συγγραφέα με όσα ακριβώς γράφει. Με όσα επομένως γνωρίζει, ενώ την ίδια στιγμή  αναζητά, και που βρίσκονται κυρίως εντός του. Δεν μπορεί επομένως να γράψει αλλιώς, άλλα. Έτσι, θα απέφευγα να εκβιάσω το ύφος γραφής μου γράφοντας για ένα θέμα που απλώς δεν με εκφράζει, κι επομένως δεν το γνωρίζω. Επίσης δεν θα χειριζόμουν ποτέ ιδιωτικά βιώματα, βάζοντας τον τίτλο, «αληθινή ιστορία». Κάτι που δεν θα πετύχαινε επίσης με μένα, θα ήταν η συγγραφή ενός θέματος «κατά παραγγελία», εάν και όπου υπάρχει κάτι τέτοιο. 

- Ας πάμε στο μυθιστόρημά σας «Μέλπω βαθιά» που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις 24 γράμματα το καλοκαίρι του 2022. Πότε ξεκινήσατε να το γράφετε και πότε το ολοκληρώσατε;

-Η «Μέλπω» δεν ακολούθησε μια γραμμική πορεία. Το ίδιο το έργο δεν έχει γραμμικό χρόνο, και η πλοκή κινείται σε κύκλους, που ορίζονται ως Δωμάτια με γνώμονα τον ψυχολογικό χρόνο της ηρωίδας και τη ροή της σκέψης της. Από τα Δωμάτια, περνούσα και εγώ πολλά χρόνια, γύρω στα εφτά, μέσα από μια  πρώτη εκδοχή του έργου, που φάνταζε ατελείωτη. Δυσκολευόμουν να αποφασίσω αν το όλο σκηνικό του έργου ήταν το όνειρο της Μέλπως ή η πραγματικότητα. Τελικά ο χωρο- χρόνος του έργου διαμορφώθηκε κάπου ανάμεσα στα δύο. Ο χρόνος συγγραφής υπερβαίνει τον πραγματικό χρόνο, δεν μετριέται επομένως. Είναι μία ολόκληρη διαδρομή, αγώνας δρόμου χωρίς τερματικό. Όταν αποφάσισα ότι το κείμενο που έγραφα θα έπαιρνε μία τελική μορφή, ασχολήθηκα συστηματικά.  Με αφορμή τις εμπνεύσεις και τα ερωτήματα που μου έθετε το κείμενο, παρακολούθησα τα δύο τελευταία χρόνια της συγγραφής, τρία σεμινάρια, που συνέδεαν- διόλου τυχαία- την δημιουργική γραφή με την αυτογνωσία, την ολοκλήρωση του έργου, μαζί με άλλο ένα μάθημα στην φιλοσοφία.  Η γραφή είναι αποτέλεσμα πρόσμειξης κι επικοινωνίας με τον έξω κόσμο, υπό την έννοια των πολλαπλών οπτικών. Χρειάζεται η απόσταση από το κείμενο, να το δεις έξω από τον εαυτό σου κάποια στιγμή για να μπορέσεις να το προχωρήσεις, δεδομένου ότι πέρασα κι ένα γερό «μπλοκάρισμα». 

- Πείτε μας δυο λόγια για την υπόθεση.

-Η Μέλπω είναι ένα ιδιαίτερο πλάσμα, διαθέτει το ανολοκλήρωτο χάρισμα του συνθέτη, ως προέκταση μιας βαθύτερης μεταφυσικής αιχμής. Βασανίζεται, από ένα σκοτεινό ερώτημα για τη φύση της «αμαρτίας», και την πιθανότητα μιας «άφεσης», στο πλαίσιο ενός ακραίου ερωτικού διλήμματος, που φτάνει στα όρια της φαντασίας, την στοιχειώνει και την ακολουθεί στο χρόνο. Ο χρόνος απαρτίζεται από τα περίφημα δωμάτια, όπως το δωμάτιο «29, 36» και «37, 23», που δηλώνουν μεταξύ άλλων τις ηλικιακές φάσεις της ηρωίδας, όσο και την πορεία της ψυχικής της διαδρομής. Τα Δωμάτια λειτουργούν ως κομμάτια ενός  παζλ, που αλλάζουν θέση και σειρά, συστήνουν νέες πραγματικότητες και οπτικές και  απελευθερώνουν την ματιά του αναγνώστη.

Χρόνια μετά, οι συνέπειες των πράξεών της διαμορφώνουν την οικογενειακή δυναμική οδηγώντας την σε ένα νοητό τοπίο αναζητήσεων, με φόντο τη θάλασσα, με κύριο στόχο την πολυπόθητη λύτρωσή της, μέσα από την αναζήτηση μιας μελωδίας. Η σύνδεσή της με το υποσυνείδητο και τα όνειρα, την φέρνουν αντιμέτωπη με το αληθινό της πρόσωπο και συνάμα με την «μελωδία του νου της».  Πρόκειται για την συνύπαρξη του καλού με το κακό μέσα της, που διαμορφώνουν και την λογική του έργου. 

- Θα μας παρουσιάσετε ένα απόσπασμα;

-Στην αρχή του δεύτερου κεφαλαίου, στην πιο αγωνιώδη της νύχτα, την επισκέπτεται  το σημαδιακό όνειρο, μια αμφίσημη προβολή του μέλλοντός της, ή αλλιώς, το καθρέφτισμα της υπαρξιακής της αγωνίας, καθώς εκείνη ψάχνει την έξοδο από τους ψυχικούς του λαβύρινθους. « Όνειρο σαν ταινία που ξαναβλέπεις, που μπερδεύεται με την πραγματικότητα και πάντα έρχεται τη στιγμή που έρχεται, ακριβώς για να σου τη θυμίσει… Κι αν όλο αυτό είναι όνειρο , θέλει να ξυπνήσει. Κι ας μην ξέρει, άμα ξυπνήσει, που θα βρεθεί πραγματικά».

Όνειρο επαναλαμβανόμενο το οποίο την επισκέπτεται εφτά χρόνια μετά, στο κατώφλι της μεστής νιότης, που οδηγεί στην ωριμότητα. Μία σύνθεση, σχεδόν «κινηματογραφική», που συμπυκνώνει την  ουσία του βιβλίου, την ουσία εκείνης, στο οποίο βλέπει τον εαυτό της να εισέρχεται στο άβατο του περιώνυμου Κάστρου της Πατησίων που βρίσκεται απέναντι από το σπίτι της:

«Τώρα βρίσκεται πάνω από τις πολεμίστρες τα οικόσημα και τους κάκτους της κεντρικής πύλης σαν το αεράκι που πνέει από τον βορρά. Δεν σκέφτεται πια. Μονάχα είναι άλλη μια ρέουσα αίσθηση ανάμεσα σε τόσες άλλες. Αυτό που οι άνθρωποι λένε όνειρο ή μια πραγματικότητα θολή, άγνωστη….Μέσα από ένα ρημαγμένο παράθυρο σε ένα από τα δωμάτια του Κάστρου προβάλλει το πράσινο κομμάτι του κήπου…στην προοπτική του διαδρόμου προβάλλουν θρύψαλα από βάζα, γλυπτά και πορσελάνες. Το σαλόνι είναι άδειο με σοβάδες να κρέμονται …νιπτήρες από μάρμαρο, μεταλλικά σκεύη, μυρωδιά υγρού γύψου και μούχλας κυκλώνουν το δίχως σώμα αισθήσεις της. Αναρωτιέται από  πού βγαίνει αυτή η λεπτή μελωδία. Την ακολουθεί, ώσπου βρίσκεται μπροστά στην ανοικτή οθόνη μιας παλιάς, ασπρόμαυρης τηλεόρασης. Η πολυαγαπημένη της ηθοποιός …έβγαινε από την οθόνη πατώντας με το ένα πέλμα στο πάτωμα κι ύστερα με το άλλο βαστώντας της το χέρι…μιλά ασυνάρτητα .., ..προκάλεσα το κακό, ομολόγησε  περισσότερο στον εαυτό της παρά στη Μέλπω, ο εραστής μου είναι ο πατέρας του αρραβωνιαστικού μου. Κι εγώ απαντά η Μέλπω, γνωρίζοντας το ρόλο της πρωταγωνίστριας «προκάλεσα κακό». Όμως στα αλήθεια.

Μια χούφτα λιλιπούτειων εισβάλλει στο σαλόνι σαν σμήνος αρουραίων. Αυτό που πάντοτε αναγνώριζε ως το αόρατο ακροατήριο του μυαλού της, παίρνει σάρκα και οστά στο σαλόνι του κάστρου της Πατησίων! Η ασπρόμαυρη μάζα των κριτών εκφράζει ομόφωνα ότι το δράμα της οθόνης είναι απλώς έργο, τέχνη, ψέμα.

Όλα ξεκινούν από μια εμμονή μουρμουρίζει η Γαλλίδα. Μια εμμονή στον έρωτα. …η Μέλπω μαγεύεται από τα όμορφα Γαλλικά της και το αληθινό της πρόσωπο που θυμίζει τον άγγελο του πορτρέτου που ζωγράφισε ο πατέρας…

Η Γαλλίδα είναι ο καθρέφτης της. Περπατούν ξυπόλητες κατά μήκος του σκοτεινού διαδρόμου, καθώς οι σκιές τους μπλέκονται σε έναν αργοκίνητο βηματισμό που διακόπτεται από έναν λυγμό. Είναι ο λυγμός του πόθου τους. Ένας κοινός λυγμικός σπασμός, που όλο χαμηλώνει και χάνεται σιγά-σιγά, καθώς η Γαλλίδα γυρίζει πίσω και χάνεται μες στη μαύρη οθόνη από όπου και ήρθε.

…Ένας ψίθυρος ολοένα δυναμώνει μες στα αυτιά της και δεν προέρχεται ούτε από το ακροατήριο ούτε από την οθόνη. «Αμαρτία είναι να μη βρεις να φτιάξεις μουσική». Είναι ο πατέρας. Η φιλοσοφική του άφεση. Μες στα σκληρά χάσματα του χρόνου που τους χωρίζει, αυτό τους ενώνει. Η φιλοσοφική άφεση του πατέρα».  

- Θυμάστε τη στιγμή της αρχικής έμπνευσης να γράψετε αυτό το βιβλίο; Τι σας κινητοποίησε; 

-Δεν θυμόμουν το αρχικό ερέθισμα, μέχρι που ερωτήθηκα. Συνήθως πρόκειται για μία ζωντανή εικόνα, που μέσα από την φαντασία αλλά και κάτι ακόμη πιο ενστικτώδες, μεγεθύνεται και γίνεται η αρχή μιας ιστορίας. Αρχικά λοιπόν, με κινητοποίησε «ο μάγειρας» του «Αστερία» (το όνομα της ταβέρνας στο βιβλίο) στη πραγματικότητα, ένα παλιό μαγειρείο στη Θεσσαλονίκη, όπου ο ιδιοκτήτης, έδωσε λίγη ζύμη σε κάποια παιδάκια και τους έδειξε πώς να πλάσουν κάτι με αυτή. Αυτό ήταν. Κι η επακόλουθη «αλυσιδωτή αντίδραση», του δράματος σε βάθος χρόνου. 

- Τι αισθάνεστε για τη βασική  σας ηρωίδα και τι για όσους την περιβάλλουν;

-Όσο δούλευα πάνω στην ψυχογραφία της Μέλπως, τόσο την ανακάλυπτα. Πάνω της ζηλεύω πολλά, όσα και απεύχομαι. Καταρχάς θαυμάζω τη δύναμη, το ταλέντο και την ευαισθησία της. Τον τρόπο που διαχειρίζεται την καθημερινότητά της με πυρήνα την τέχνη. Απεύχομαι τα άγχη και κάποιους εφιάλτες της, τα οποία κατά κάποιο τρόπο ξορκίζουν όλα όσα πολιορκούν καθημερινά τον σύγχρονο άνθρωπο. Οι άνθρωποι που την περιβάλλουν, από το ενδότερο οικογενειακό κύκλο, ως τις διαπροσωπικές της σχέσεις, αποτελούν κατά ένα ποσοστό, εκφάνσεις του νου της. Μία προέκταση των ψυχολογικών της χαρακτηριστικών και της αντίληψης που τρέφει για τον κόσμο. Επιπλέον, υπάρχουν αναλογίες και ανάμεσα στους χαρακτήρες αυτούς που την περιβάλλουν. Κάθε φιγούρα του βιβλίου συνδέεται νοητά με κάποια προγενέστερη στην ιστορία. Διαβάζουμε π.χ πως ο Αμαντέους, μία αέρινη μουσική προσωπικότητα, είναι το «υπεραισθητό ομόλογο του Ανέστη», πρώην συζύγου της Μέλπως, μια απόχρωσή του. Συνδέονται παράλληλα, μέσα από την σχέση τους με την ηρωίδα, που κατά κάποιον τρόπο τους δημιουργεί και τους πλάθει μέσα από την εμπειρία της.

Η Μέλπω συμβολίζει την δύναμη της ευαισθησίας στην καθημερινή ζωή. Την δύναμη κάτω από την φαινομενική της ευθραυστότητα. Το σημείο που εξαντλούνται οι αντοχές της, θέλω να αποτελεί την εκκίνηση κι όχι το τέλος του αγώνα της στην αναζήτηση της αληθινής ταυτότητας. 

- Χωρίς να μου μαρτυρήσετε το τέλος, νιώθετε πως η Μέλπω δικαιώνεται;

-Το κατά πόσο δικαιώνεται η Μέλπω, είναι όπως πάντα, κάτι το σχετικό. Ανάγεται στο πλαίσιο μιας συνεχούς αναζήτησης. Μέσα από κείνην πάντως, δικαιώνεται η γραφή, που βρίσκει ρυθμό, τόνο, εξελίσσεται. Και κάπου εκεί, στο τέλος- που δεν είναι παρά ακόμη μια αρχή- ίσως δικαιώνομαι και εγώ. 

- Έχετε αρχίσει να γεννάτε τους νέους σας λογοτεχνικούς ήρωες ή είναι νωρίς ακόμα;

-Κι ο «τροχός» γυρίζει, συνεχώς. Φέρνοντας κάθε φορά και μια νέα εικόνα, ιδέα, ιστορία. Με τις  αχνές γραμμές των χαρακτήρων να χαράζονται στο  λευκό ταμπλό της γραφής, έχοντας επίκεντρο και πάλι μία γυναίκα, μιας προγενέστερης εποχής, ενός επινοημένου τοπίου.  Την οποία προς το παρόν, περιμένω να γυρίσει την πλάτη και να μου δείξει το πρόσωπό της.

- Σας ευχαριστώ πολύ για τη συνέντευξη αυτή!

Ευχαριστώ θερμά!

Μαρία Μ.

Βρείτε το μυθιστόρημα της Μαρίας Μαλεγιαννάκη "Μέλπω βαθιά" στον παρακάτω σύνδεσμο:
https://24grammata.com


Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr