Θα δούμε τρία ποιήματα του Βασίλη Κουλουρά. Ο γράφων δηλώνει λάτρης της ελληνικής ποίησης, των καταραμένων ποιητών και δη του Καρυωτάκη. Ας τον γνωρίσουμε!
Μεσαίωνας στον Άδη
Μεσαίωνας η αγκαλιά της,
και πονάνε τα βέλη.
Χωρίς τόξο, εν τέλει,
σώμα χωρίς τη μυρωδιά της.
Κι εγώ ψάχνω, σιωπηλός,
το φως μου, το σκοτάδι,
φτάνοντας μέχρι τον Άδη.
Μα κατάντησα δειλός.
Γιατί, φίλε μου Άδη, αρρώστησα τόσο;
Να πιω δηλητήριο, για να γιάνω;
Ή να πέφτω κάτω και να χάνω;
Άδης να γίνω, να με σώσω.
Με αγάπησες γι' αυτό που ήμουν
Με αγάπησες για αυτό που ήμουν. Τραγικό, έτσι;
Να αγαπάς κάποιον που ψάχνει πάντα πού να κάτσει.
Ίσως με αγάπησες από λύπη και βαρεμάρα,
και τα όμορφα λόγια σου τα έκανες γαργάρα.
Με παράτησες σαν εκείνους που μισούσες,
και με πονάει που δεν έμαθα τον λόγο.
Κάθε βράδυ παίζω με τις φίλες μου τις μούσες,
και ποντάρουν τα δάκρυά μου στον τζόγο.
Με έκανες να έχω καλύτερους τρόπους,
αλλά συνεχίζω να μισώ τους ανθρώπους.
Ήσουν δαίμονας με ανθρώπινη σάρκα,
κι εγώ ψαράς δίχως βάρκα.
Σε καταριέμαι για αυτό που μ' έκανες,
άνθρωπε χωρίς λογική,
τέρας με καρδιά καλή.
Έντομο να 'σουν, να σε φαν οι αράχνες.
Αδικοχαμένες κόρες
Ήταν κλειδωμένη μες στο κελί
και ζητούσε βοήθεια, λέει.
Είναι θαμμένη στου σπιτιού την αυλή,
και η μάνα της κλαίει.
Αχ, ρε μάνα, τι σου έκανε η κόρη;
Μάλλον θα σε πείραξε που έβαλε πλώρη.
Θα έπρεπε να ξέρεις πως τα άτομα αλλάζουν,
αλλά, εξαιτίας σου, τα άτομα αυτά πια δεν ζουν.
Συλλυπητήρια κι συλλυπητήρια
σε όλες τις αδικοχαμένες κόρες.
Και σε σας, συλλυπητήρια, "μητέρες",
που έρχονται οι τελευταίες σας μέρες.
Βιογραφικό
*Ο Βασίλης Κουλουράς, γεννημένος το 2002 στο Αιγάλεω, είναι λάτρης της ελληνικής ποίησης και των καταραμένων ποιητών, όπως ο Καρυωτάκης. Με ευαισθησία και στοχαστικότητα, αντλεί έμπνευση από το μελαγχολικό ύφος και τη βαθιά συναισθηματική έκφραση.