Θα δούμε μια ενότητα εφτά ποιημάτων του Άρη Γεράρδη, ένα για κάθε μέρα της εβδομάδας. Τιτλοφορείται "Καλειδοσκόπιο". Ένα απ' τα υπέροχα αυτά ποιήματα το αφιερώνει σε μένα. Μεγάλη τιμή!
ΑΡΗΣ ΓΕΡΑΡΔΗΣ: Καλειδοσκόπιο
ΔΕΥΤΕΡΑ: απογευματάκι
Τήλε… γραμματική
Στα φωτεινά σου όνειρα
επιστρέφω.
Κλαδεύω, ποτίζω,
τους μιλώ και,
πολύ θα ήθελα
να διάβαζα το κύμα,
τον αέρα,
τα λιοπύρια τους…
Πολύ θα ήθελα
να ξέρω για την παύλα
και το κόμμα τους,
την άκαρδη τελεία
που βάζει κάθε τέλος.
ΤΡΙΤΗ: πρωί με την αυγούλα
Καλειδοσκόπιο
Στιγμές του αιωνίου αλέθουμε
και πάντα ο ίδιος ήλιος λάμπει.
Τις ίδιες παπαρούνες
μαζεύουν τα κορίτσια
στα στεφάνια τους το Μάη
και πάντα το τραγούδι τους
ακάλεστο επιστρέφει,
φέγγοντας αισιοδοξία
στα στήθη τους.
Κάπου στα διπλανά ρυάκια
οι φωνές τής νιότης μας
ασύνετα ξοδεύουνε το κόκκινο
(ως πρέπει) ώστε να βλέπουμε
την άλλη μέρα, σαν σε καλειδοσκόπιο
θραύσματα κι αντικατοπτρισμούς
των οραμάτων μας.
ΤΕΤΑΡΤΗ: αργά το βράδυ
Αχνούδιαστο πουλάκι της φίλης Α.Κ
Μια φορά
που δεν χωρούσα πουθενά
έκοψα τα μαλλιά μου
απ’ τη ρίζα,
δίπλωσα τα φτερά μου
και λύγισα το κορμί
όσο να γίνω μια κουκίδα
στον ορίζοντά σου.
Άραγε τώρα,
θα με θυμάσαι
σαν μια άχρηστη τελίτσα
στο χαρτί
που σου γράφω
ή σαν το θεόρατο πουλί
που δεν ήξερε
να πετάξει;
ΠΕΜΠΤΗ: μεσημεράκι
Στα εξομολογητήρια της νύχτας
Εγώ και τ’ άνεργα χέρια μου.
Ούτε να κρέμονται άψυχα,
ούτε ξένα στις τσέπες.
Ψηλά.
Να βαστούν τον ουρανό
μην ταρακουνιέται
και πέφτουν άγγελοι
αδόκητα στη γη.
Και πώς να βρουν μετά
ένα μπαρ της προκοπής
να πιούνε,
να εξομολογηθούν
την άγρια μοναξιά
του Παραδείσου.
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ: το σούρουπο
Μαζί στον απότομο χειμώνα
Κίτρινο αδιάβροχο
λασπωμένες γαλότσες
κι οσμή από μπαρούτι
όπως μετά από κεραυνό.
Μαζί ανοίξαμε
τη βρύση για νερό
μαζί ανοίξαμε
παράθυρο στο Νότο…
Η μέρα όμως, άδειασε
απότομα χειμώνα
λύπη κι ερημιά, στο κάμα
της παλιάς ξερολιθιάς.
ΣΑΒΒΑΤΟ: νυχτιάτικα
Το μπλε φεγγάρι
Να κατρακυλήσω στην άμμο
όπως μπλε φεγγάρι,
να με βλέπεις και να θυμάσαι
τα τρένα που δεν ταξιδέψαμε ποτέ
τα στοιχειωμένα μάτια της Τζόπλιν
και τα αδέξια δέντρα
που αιωρούνται
παίζοντας κρυφτό
με τις φωτιές…
Άσε τη ζωή να ουρλιάζει:
«Έκλεισε για σένα, κολασμένε
ο παράδεισος
αγάπησε την κόλασή σου»…
Άσε τη ζωή να ουρλιάζει
στα ποταμόπλοια του Μισισιπή
στις αποβάθρες που τρελαίνονται
οι μαύροι με τις αδερφές
ρουφώντας έρωτα και σκόνη.
ΚΥΡΙΑΚΗ: καταμεσήμερο
Το ταξίδι
Πάω να ντύσω
το υπερπέραν λύπη•
τίποτα λιανοτράγουδα
θα πω,
να ημερέψουν,
κι ύπνο να βρούνε οι ψυχές
που δεν μπορούν
ή που δε θέλησαν
ακόμα να καταλαγιάσουν•
Τι το σαράκι της ζωής
όλον τον καιρό, από κοντά
πολύ κοντά… ως το θάνατο
μάς τυραννά.
Μήπως να ντύσω
το υπερπέραν απογεύματα
χαράς και τραγουδιών...