Δέκα ποιήματα-ΧΡΥΣΑ ΚΟΝΤΟΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΥ (Μαγκλίνη)

Δέκα ποιήματα-ΧΡΥΣΑ ΚΟΝΤΟΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΥ (Μαγκλίνη)

Σήμερα στη στήλη "Διαμάντια στο συρτάρι" θα σας παρουσιάσω τη λογοτέχνιδα-στιχουργό Χρύσα Κοντογεωργοπούλου. Η φιλοξενούμενή μου σπούδασε αρχαιολογία και ιστορία της τέχνης στη Φιλοσοφική Σχολή του Παν/μίου Αθηνών, του οποίου είναι και διδάκτωρ. Εργάζεται ως ξεναγός. Έχει εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές, ενώ έχει συμπεριληφθεί στην ανθολογία νέων ποιητών-γεννημένων μετά το 1965-. Η ποιητική της δουλειά Λύπη ένα φτερό κυκλοφόρησε πρόσφατα (Μάρτιος 2021, εκδ. 24 γράμματα). Ακόμη έχει δημοσιεύσει το επιστημονικό βιβλίο, η Βυζαντινή Αττική. Έχουν κυκλοφορήσει σε βιβλίο μεταφράσεις της των Πιραντέλο, Λεοπάρντι και Ραντιγκέ. Στίχοι της μελοποιήθηκαν από τον Δημήτρη Παπαδημητρίου κι άλλους συνθέτες. Έχει βραβευτεί με βραβείο θεατρικού μονολόγου. Στο παρελθόν ασχολήθηκε με το ραδιόφωνο παρουσιάζοντας εκπομπή πολιτισμού. Η ποίησή της κινείται στα μονοπάτια της σύγχρονης αφηγηματικής υπερρεαλιστικής γραφής. Ο λόγος της είναι σμιλεμένος, πολύχρωμος, με εύστοχες αλληγορίες κι υπέροχη εικονοποιία. Εμπνέεται από την ομορφιά της φύσης, τα παραμύθια, τη μυθολογία. Θα δούμε δέκα θαυμάσια αδημοσίευτα  ποιήματά της!

Το Νησί των Γλωττοφάγων

μετά
ναυάγησα στο νησί των Γλωττοφάγων..
λέξεις-γράμματα κρέμονταν από
το Μεγάλο Δέντρο των
προγόνων όπως
καρποί

τους έκοβαν τους έτρωγαν
και λησμόνησαν τη γλώσσα βαθιά
στο στομάχι τους

μα πάλι
να πεθάνουν από την πείνα;
Δεν είχε τίποτε άλλο-λέει-
εκεί

ευτυχώς

εγώ προτίμησα να ζήσω από τις πίνες
και άλλα οστρακοειδή..
που έχουν άφθονα οι θάλασσές τους

όταν τους ρώτησα γιατί δεν τρώνε κι αυτοί από αυτά

«είμαστε αλλεργικοί στα όστρακα»,
μου έγνεψαν

ιχνογραφώντας με το χυμό των καρπών-λέξεων
απίθανα μπιμπίκια στις λέξεις τους

Δευτέρα Απουσία

Η παρουσία της απουσίας
είναι ίσως πιο συγκλονιστική από την απουσία της;

Θα το μάθουμε τη Δευτέρα Απουσία

(Απ’ το « Αέρας τρέχει τη χλόη »)

Το ζαχαρένιο σπίτι

Πάλι τρως το σπίτι Χάνσελ;
Πάει το σοβατεπί!
Μόλις έφαγε το καϊμάκι πέσαν
οι σοβάδες
στο κεφάλι τους…
μετά σωθήκανε με μεγάλες απλωτές σε μιαν όαση λιωμένης ζάχαρης
που κύλησε ζεστή ζεστή
από τους τοίχους του σπιτιού
μόλις τους είχαν ασβεστώσει…

Υπνοβάτις ή παραλλαγή στην Ωραία στο κοιμισμένο δάσος

Η βασιλοπούλα ξύπνησε
όταν
άνοιξε την πόρτα του κήπου
και στους αγρούς
την τσίμπησε ένα μικρό
αγκαθάκι στα βαθιά
της αγριοντριανταφυλλιάς

Ο κόκκινος σκούφος μες στ’ αγριοσέλινα;

Περπατά με το λύκο όταν
το δάσος
Δεν είν εδώ….

Δάσος δάσος είσαι δω;
ΩΩΩΩ, ωωωω ωωω ωωωω
Και …και ….μόνο μια μύτη από σκουφάκι
μέσα στον θάμνο ∙
« Μα πού είναι αυτό το κορίτσι; την κατάπιε το δάσος ; »
είπε η γιαγιά και άλλαξε πλευρό
χαϊδεύοντας χορτάτη
την κοιλιά της

(Από τα « Παραμύθια με τ’ ασήμι » )

Ο Θέρος μέσα μου

                   («το χέρι σου με φυτεύει, αφού πρώτα σπείρει στα μάτια μου
                   σιτοβολώνα - » Δ. Κοσμόπουλος, Θέριστρον)

Ι.

Μακρινός ορίζοντας η παιδική ηλικία
που, όσο κονταίνει
τόσο πιο μακριά και πιο ψηλά φτερουγίζει
το εξωτικό πτηνό της ∙
έλη βαλτότοποι
και αγροί απέραντοι αγροί ορίζοντες
Αγροί γεμάτοι αισθήσεις συναισθήματα
κρατώντας στάχυα για ν’ ανάψουν
σα θάρθουν οι καιροί…

χωματόδρομοι …

αργοκουβέντες στις πίσω αυλές
με τη μοσχοβολιά
ευγενούς καρυόφυλλου
και
θημωνιές
θυμών που σβήνουν
-όπως φαγητού στη χόβολη ο βρασμός
με λίγες σταγόνες κόκκινο κρασί-

Α Ν Α Μ Ε Ν Ο Υ Μ Ε
Ν’ Α Ν Α Ψ Ο Υ με
Τα στάχυα

ΙΙ.

τώρα κι οι μέλισσες αρχίσαν να τρυγάνε τον
αχό τους
στων ήχων το βάθος
η αγροικία
Κάτω από τον ξύλινο σταυρό στον τοίχο
Ο Αη-Γιάννης ο Αης Λιάς
Ο Άγιος Μόδεστος
τ’ άγιο δρεπάνι
το θέριστρον
μ’ ένα ψάθινο καπέλο από πάνω
που θα φορέσεις στη γιορτή του θερισμού

κι έξω απ’ το παράθυρο
Βαθιοί ελαιώνες
ξενυχτούν
το καντηλάκι να μη σωθεί
πάνω στο τραπέζι

ΙΙΙ.

Κι όσο πιο βαθιά η σιωπή
τόσο πιο ψηλώνει
ο θόλος
της αντίστροφης Λύπης

Έχεις ακούσει πώς τραγουδάνε
Οι θεριστές;
να τραγουδάς όταν θερίζεις ∙
όταν θερίζεις να τραγουδάς
κι όταν ανθίζεις να σιωπάς ∙

… σα να σιωπάς ν’ ανθίζεις…

Μη φοβάσαι, προλαβαίνεις.
τα στάχυα δεν κελάηδησαν ακόμη ∙
προλαβαίνεις
να δρέψεις δάφνες, στάχτες και στάχυα
στη γιορτή του θερισμού/ να τα δρέψεις μαζί με δάφνες και με στάχτες

IV.

…μα νωπή νάχεις πάντα τη μνήμη
του σπόρου
που ήσουν
κάποτε
κι Εκείνου που σε έσπειρε

(Από το « Σταχυρά ηδυόμελα » )

Παιδικές απορίες

Παραμονή τ’ Αγιός, πανηγύρι. Στο πέτρινο ξωκκλήσι με τα μισοσβησμένα φρέσκα ένα αγοράκι (με προδιαγραφές του μικρού ήρωα του Όσκαρ Ουάιλδ στον Ευτυχισμένο γίγαντα), ρωτάει:

«Μαμά, όλοι αυτοί οι θεοί έχουν πεθάνει; Σε ποιον να κάνω προσευχή;»

Μετά, το ίδιο αγοράκι, στα βοσκοτόπια:

«Μαμά, οι καφέ αγελάδες κάνουνε κακάο; Κι οι ροδαλές ροζέ αϊράνι;»
Και ήπιε μεμιάς όλο του το γάλα κι αποκοιμήθηκε στη χλόη.

(Σταχυρά Ηδυόμελα)

Προβολείς

Έτσι φωτίζουνε κι οι κερασιές
με τ’ άσπρα τους φορέματα
τα ερέβη:
όπως μια νύχτα στην εξοχή
αίφνης
ανάβουνε μπροστά σου
τα φώτα
της αγράμπελης

(Από το «Σα Χαϊκού για τις ανθισμένες κερασιές στη Γιαπωνία»)

Το πνεύμα του χιονιού

και μετά είναι

όλα εκείνα τα ρυάκια
που ξεχύνονται
από παντού
από τις πλαγιές τα κλαδιά
τα μάτια το στόμα

Και ξαφνικά τα κρύσταλλα όλων αυτών
που με τίποτε δε σπάζανε
όλων αυτών που θεωρούσες άθραυστα

στο ίδιο βουνό που ήσουν και πριν,

τώρα τρέχουν στα πόδια σου…
τώρα λιώνουν στα πόδια σου…

άρκεσε μόνο μια καλή πτώση χιονιού

(Από τα «Άνθη του χιονιού» )

Η Άνοιξη πάνω στο ποίημα

Ι.
Κι είναι τέτοια άνοιξη
Που και το οι λέξεις πιάνουν περικοκλάδα
αγιόκλημα
στο μπαστουνάκι του άλφα τους.

ΙΙ.
Στο Π ο ί η μ α ας πούμε:
Στο μεγάλο Πι της πόρτας που το
κρυφοκοιτάς, κλωθογυρίζει μπουκαμβίλια
λευκή μαβιά και πορφυρή ∙
στο όμικρον σα σε τροχό πηγαίνει
ένα πουλάκι μπλε ∙
στο ιώτα
το ιασεμί το χιώτικο σκαλώνει ∙
στο ήτα, μια κυδωνιά ανορθόγραφη
πέταξε ένα κυδώνι
που κάνει ηλιόλουστες τις λέξεις
ό,τι κι αν λένε…
μετά,
στου μι μέσα το κύπελλο
πούχε περσέψει χτεσινή βροχή,
πώς πλέει ανέμελα ένα νούφαρο λευκό!
ενώ απ’ το άλφα να! πιάνεται
τριανταφυλλιά ολόκληρη, μ’ όλου του Μάη
τα μάγια και τ’ αγκάθια
να κάνουν φράχτη αδιάβατο από πίσω,
που ξέχασε ή δε μπόρεσε να φτιάξει ακόμα
ο Ποιητής

( Από το «Η Άνοιξη πάνω στο Ποίημα» )

Βιογραφικό σημείωμα

Η Χρύσα Κοντογεωργοπούλου (Μαγκλίνη) γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε αρχαιολογία και ιστορία της τέχνης στη Φιλοσοφική Σχολή του Παν/μίου Αθηνών, του οποίου είναι και διδάκτωρ. Έκανε την επιμέλεια, την παραγωγή και την παρουσίαση εκπομπής στην Ελληνική Ραδιοφωνία, με θέμα τον Πολιτισμό. Έχει εκδώσει μεταφράσεις των Πιραντέλο, Λεοπάρντι και Ραντιγκέ (εκδ. Printa –Ροές). Στίχοι της μελοποιήθηκαν από τον Δημήτρη Παπαδημητρίου και άλλους συνθέτες (Το συννεφάκι, Κίρκη, Αμέθυστος...). Έχει εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές, εκ των οποίων οι δύο με επιδότηση του Ιδρύματος ΙΩ. Φ. ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ (Άνθη του Άλατος και Τ’ Άχυρο Χρυσάφι, εκδ. Μελάνι).  Η ποιητική δουλειά Λύπη ένα φτερό κυκλοφόρησε πρόσφατα. (Μάρτιος 2021, εκδ. 24 γράμματα).Το ποιητικό της έργο παρουσιάστηκε στην Αμερική και την Ευρώπη. Έχει συμπεριληφθεί στην ανθολογία νέων ποιητών-γεννημένων μετά το 1965 - (επιμ. Αλ. Ζήρας, Ρ. Κακλαμανάκη, Το Εντός και Πέραν της Γλώσσας). Έχει δημοσιεύσει επίσης το επιστημονικό βιβλίο, Η Βυζαντινή Αττική. Το μονόπρακτο Άλμα Ντε Λα Ρόσα, διακρίθηκε με το β΄ βραβείο θεατρικού μονολόγου για το 2020. Εργάζεται ως Ξεναγός, με διεθνείς διακρίσεις και έμφαση σε εναλλακτικές ξεναγήσεις, με στόχο την ανάδειξη της ποιητικής σχέσης του τοπίου με τα μνημεία.

 

 

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr